Ένα ζευγάρι μόλις παντρεύτηκε και άρχισε να συζεί.
Η Ελένη για να ευχαριστήσει τον άντρα της σκέφτεται να του ετοιμάσει ενα ωραίο φαγητό. Σκίζεται λοιπόν η Ελένη όλη μέρα μέσα στην κουζίνα για να ευχαριστήσει τον άντρα της και του φτιάχνει στιφάδο που ξέρει ότι του αρέσει...
Γυρνάει λοιπόν ο Νίκος από τη δουλειά και βλέπει το τραπέζι στρωμένο άψογα με κεριά...
Κάθεται ο Νίκος να φάει και μόλις τελειώνειτο φαγητό λέει στην Ελένη:
- Πολύ ωραίο Ελενίτσα μου, αλλά η μαμά μου βαζει και κατι ακόμα και γίνεται πιο νόστιμο. Θα της πω να σου δώσει τη συνταγή.
Στεναχωρημένη η Ελένη που κουράστηκε όλη μερα να το ετοιμάζει, ξαναπροσπαθει να ευχαριστήσει το Νίκο ετοιμάζοντας παστίτσιο... πάλι όλη μέρα προσαθούσε η Ελένη να φτιάξει ωραίο το παστίτσιο.
Γυρνάει ο Νίκος απο τη δουλειά και βλέπει πάλι το τραπέζι τέλεια στρωμένο... Τρώνε και της λέει ο Νίκος...
- Ωραίο το παστίτσιο σου, Ελενίτσα μου, αλλά η μαμά μου κάνει πιο ωραία τη μπεσαμέλ. Θα της πω να σου δώσει τη συνταγή.
Αρχίζει η Ελένη να εκνευρίζεται που ψόφισε απο την κούραση όλη μέρα στην κουζίνα και αποφασίζει την άλλη μέρα να καθαρίσει το σπίτι στην εντέλεια... Έτσι και έκανε, και γυρνάει ο Νικολάκης απο τη δουλειά μπαίνει μέσα και ρωτάει την Ελένη...
- Τί ωραία που μυρίζει το σπίτι! Αστράφτουν τα πατώματα! Αλλά η μαμά το έχει κάθε μέρα έτσι!
Αγανακτισμένη η Ελένη και μην ξέροντας τί άλλο να κάνει, παίρνει τηλέφωνο τη φίλη της τη Μαρία να πάνε για καφέ να της πει τον πόνο της... Της τα λέει όλα αυτά η Ελένη, και η Μαρία λέει:
- Οι περισσότεροι έτσι κάνουν... Ακου τί θα κάνεις: Θα αγοράσεις μαύρα εσώρουχα και μαύρα σατέν σεντόνια και θα τον περιμένεις ξαπλωμένη στο κρεβάτι...
Έτσι και έκανε η καημένη η Ελένη.
Γυρνάει ο Νίκος απο τη δουλειά και φωνάζει:
- Ελένη, που είσαι, Ελένη μου; Δεν απαντάει κανείς, μπαίνει λοιπόν μέσα στην κρεβατοκάμαρα και βλέπει την Ελένη με τα μαύρα εσώρουχα ξαπλωμένη πάνω στο κρεβάτι με τα σατέν μαύρα σεντόνια και λέει:
- Τί έγινε, Ελένη μου; Γιατί μαύρα; Μήπως έπαθε τίποτα η μανούλα μου;