Η βεράντα.
Κάποτε ήταν ένας μαθητής που αργούσε καθημερινά στο σχολείο και ερχόταν στην μέση της πρώτης ώρας.
Η δασκάλα δεν άντεχε άλλο, και τον ρώτησε:
- Γιατί κάνεις κάθε μέρα τόση ώρα να έρθεις σχολείο;
- Να, ξυπνάω στις 7.00, νίβομαι, ντύνομαι, βάζω ζελέ στα μαλλιά, πηδάω την βεράντα και έρχομαι σχολείο.
Την επόμενη μέρα έρχεται πάλι καθυστερημένος.
- Γιατί άργησες; ρωτά η δασκάλα.
- Να, ξύπνησα, νίφτηκα, ντύθηκα, έβαλα ζελέ στα μαλλιά, πήδηξα την βεράντα και ήρθα σχολείο.
Την επόμενη μέρα:
- Γιατί άργησες πάλι;
Πάλι η ίδια απάντηση.
Παίρνει τηλέφωνο η δασκάλα στο σπίτι του μαθητή:
- Ξέρετε, ο γιος σας κάθε μέρα έρχεται καθυστερημένος στην τάξη, και και όταν του λέει ότι καθυστέρησε επειδή πήδηξε την βεράντα. Τι θα γίνει πια με αυτήν την κατάσταση;! Δεν μπορεί να κατεβαίνει από τα σκάλιά σαν φυσιολογικός άνθρωπος;
- Ε, μάλιστα, αλλά ξέρετε η κυρία δεν είναι εδώ. Εγώ είμαι η παραδουλεύτρα.
- Α, και πως σας λένε;
- Βεράντα!