Ο Γιώργης ζει σε ένα χωριό και αποφασιζει να βαλει δορυφορικο πιατο.
Κατεβαίνει στην πόλη για να αγοράσει ένα. Πάει λοιπόν στην πόλη, το αγοράζει, επιστρέφει στο χωριό, το εγκαθιστά στην ταράτσα του, αλλά σκέφτεται:
"Πωπώ, αν μάθουν στο χωριό ότι πιάνω δορυφορική τηλεόραση θα έρχονται συνέχεια να βλέπουν σπίτι μου και θα με πρήξουν. Καλύτερα να κάνω ένα τοιχάκι γύρω του, για να μην βλέπουν τί υπάρχει στην ταράτσα μου."
Χτίζει το τοιχάκι.
Την άλλη μέρα περνά ένας χωριανός, βλέπει το τοιχάκι και ρωτάει.
- Ρε Γιώργη, τί είναι αυτό το τοιχάκι που έχεις βάλει στην ταράτσα σου;
- Α, αγόρασα έναν σκύλο, αλλά επειδή είναι πολύ μεγάλος και άγριος τον έχω περιφράξει για να έχω το κεφάλι μου ήσυχο.
Φεύγει ο χωριάτης, το λέει στους χωριανούς, και θέλουν όλοι να δουν τον σκύλο.
Μία μέρα ο Γιώργης κατεβαίνει στην πόλη πάλι, πάνε οι χωριανοί, και ανεβαίνει ένας στην ταράτσα να δει τί έχει τελικά αυτό το τοιχάκι μέσα.
Ρίχνει αυτός μία ματιά και κατεβαίνει τρέχοντας.
- Τί έγινε ρε; Τί είδες; Τί έχει μέσα το τοιχάκι;
- Τί να σας πω ρε παιδιά! Πρέπει να είναι τεράστιος. Δεν ήταν ο σκύλος μέσα, αλλά είδα το πιάτο που ΤΡΩΕΙ!