Ο νεαρός Παύλος κάλεσε τη μητέρα του για φαγητό. Η μητέρα, παρατήρησε ότι ο Μάκης, ο συγκάτοικος του γιόκα της, ήταν ένα πολύ όμορφο αγόρι. Από καιρό υποψιαζόταν ότι κάτι μπορεί να "παιζόταν" ανάμεσά τους και η ομορφιά του Μάκη ενίσχυσε αυτές τις υποψίες.
Όσο πέρναγε η ώρα και παρατηρούσε τον τρόπο που τα δυο παλικάρια συμπεριφέρονταν μεταξύ τους, όλο και περισσότερο αναρωτιόταν μήπως η σχέση τους έκρυβε κάτι παραπάνω από αυτή δύο τυπικών αρσενικών συγκατοίκων.
Διαβάζοντας τη σκέψη της ο Παυλάρας, της ξεκαθαρίζει αντρίκια:
- Ξέρω τι σκέφτεσαι, αλλά σε διαβεβαιώ ότι ο Μάκης κι εγώ είμαστε Καμιά βδομάδα μετά λέει ο Μάκης στον Πάυλο :
- Από τότε που ήρθε η μάνα σου για φαγητό, δεν μπορώ να βρω το τηγάνι. Δεν πιστεύω να το πήρε μαζί της;
- Το αποκλείω, αλλά για καλό και για κακό θα της στείλω ένα mail...
"Αγαπητη μητερα,
Δεν ισχυριζομαι οτι "πηρεσ" το τηγανι απο το σπιτι μου και δεν ισχυριζομαι οτι "δεν πηρεσ" το τηγανι απο το σπιτι μου. Το γεγονοσ ομωσ ειναι οτι εχουμε χασει το τηγανι απο την ημερα που ηρθεσ για φαγητο.
Με αγαπη
Παυλοσ"
Μερικές μέρες μετά, ο Παύλος έλαβε ένα mail από τη μαμά του που έγραφε:
"Αγαπητε γιε μου,
Δεν ισχυριζομαι οτι "κοιμασαι" με τον μακη και δεν ισχυριζομαι οτι "δεν κοιμασαι" με τον μακη. Το γεγονοσ ομωσ ειναι οτι αν ο μακησ κοιμοταν στο κρεβατι του, θα το ειχατε βρει μεχρι τωρα το τηγανι.
Με αγαπη
Η μαμα"