Μια φορά ήταν ένας Πόντιος ο Γιαννίκος που από μικρός είχε το όνειρο να κατασκευάσει μια μέρα πλαστά χαρτονομίσματα που θα είναι πανομοιότυπα με τα αληθινά.
Χρόνια προσπαθούσε ο άμοιρος ο Πόντιος και συνεχώς αποτύγχανε. Πούλησε όλη του την περιουσία και ξόδεψε ότι είχε και δεν είχε για να αγοράσει τα τελειότερα μηχανήματα εκτύπωσης και δούλευε μερόνυχτα ολόκληρα χωρίς να τρώει ή να κοιμάται προσπαθώντας να φτιάξει το τέλειο χαρτί και να κάνει την τέλεια εκτύπωση για να κατασκευάσει τα καλύτερα πλαστά χαρτονομίσματα που θα είχαν φτιαχτεί ποτέ. Με τα πολλά και αφού πέρασαν 20 χρόνια σκληρής δουλειάς ο Γιαννίκος έκανε το όνειρο του πραγματικότητα. Μετά από εξαντλητικά τεστ κατασκεύασε πλαστά χαρτονομίσματα που δεν μπορούσαν να ανιχνευτούν από κανένα μηχάνημα και καμιά τράπεζα στον κόσμο. Τότε ο Γιαννίκος κλαίγοντας συγκινημένος αφού έκανε το όνειρο του πραγματικότητα τύπωσε 100 δισεκατομμύρια δραχμές σε πλαστά χαρτονομίσματα για να βγάλει το άχτι του και να απολαύσει όσα στερήθηκε τόσα χρόνια. Γεμίζει μια τεράστια βαλίτσα με όσα λεφτά μπορούσε και ξεκίνησε:Πρώτα αποφάσισε ότι θέλει μια Φεράρι.- "Πόσο κάνει;" ρωτά ο Γιαννίκος-" 100 εκατομμύρια" του απαντά ο πωλητήςΟ Γιαννίκος τότε ανοίγει την βαλίτσα και του μετρά 100 εκατομμύρια. Τότε ο πωλητής τον κοιτά με άγριο βλέμμα και του λέει:
- "Κύριε με δουλεύετε;Aυτά είναι πλαστά!"Ο Γιαννίκος κεραυνοβολήθηκε. Μάζεψε τρομαγμένος τα λεφτά και το έβαλε στα πόδια. Ήταν απίστευτο. Ξόδεψε όλη του ζωή και την περιουσία του να φτιάξει τα τελειότερα πλαστά χαρτονομίσματα για να του συμβεί αυτό που μόλις του συνέβή; Ο Γιαννίκος μετά το πρώτο σοκ θεώρησε το γεγονός τυχαίο και αποφάσισε να μην το βάλει κάτω. Πήγε να αγοράσει ένα τεράστιο κότερο.-" Ποσό κάνει;" ρωτά-" 500 εκατομμύρια" του απαντά ο πωλητήςΚάνει να βγάλει τα λεφτά και ο πωλητής τον κοιτά αγριεμένος του λέει:
- "Κύριε με δουλεύετε;Aυτά είναι πλαστά!" O Γιαννίκος ένιωσε τη γη να φεύγει κάτω από τα πόδια του. Μετά από ακόμη μερικές αποτυχημένες προσπάθειες να αγοράσει μια βίλα και ένα αεροπλάνο, βρέθηκε να τριγυρνά στους δρόμους απελπισμένος σκεφτόμενος σοβαρά την αυτοκτονία. Όλοι οι κόποι του πήγαν χαμένοι... Κατέληξε στο καφενείο "Ο Ωραίος Πόντος" του Γιωρίκα σε κακό χάλι. Παραγγέλνει έναν πικρό καφέ της παρηγοριάς και αφού τον πίνει κάνει την τελευταία προσπάθεια. Φωνάζει τον Γιωρίκα και τον πληρώνει με ένα πλαστό χαρτονόμισμα. Τότε ο Γιωρίκας ο καφετζής πιάνει το χαρτονόμισμα,τον κοιτά αγριεμένος και του λέει:
- Καλά ρε μαλάκα Γιαννίκο, που θες να βρω ρέστα από 20ΧΙΛΙΑΡΟ;!