Ένα μεσημέρι και καθώς η οικογένεια μαζεύεται σιγά σιγά στο σπίτι από δουλειές και σχολείο, μαμά και μπαμπάς απασχολημένοι στις δουλειές τους ξεχνούν την αργοπορημένη κόρη. Όταν όμως η κόρη επιστρέφει  στο σπίτι από το σχολείο νύχτα πια αντικρίζει στην πόρτα την θυμωμένη μάνα να την περιμένει…-Πού ήσουνα μωρή μέχρι τέτοια ώρα ε;-Μαμά,μαμά.. Μετά το σχολείο ένας κύριος ήρθε και με πήρε και με πήγε στο πάρκο…-Τ’ακούς άντρα μου, τ’ακούς; λέει αφηνιασμένη η μάνα. Αυτός στα τέτοια του. Συνεχίζει αμέριμνος να διαβάζει την εφημερίδα του στην πολυθρόνα.-Μαμά,μαμά.. Μετά ο κύριος, μου έπιασε το μπουτάκι…-Οοοοο τι έκανες μωρή ξεμιαλυσμένη, σε χούφτωσε κιόλας; Τ’ακούς άντρα μου, τ’ακούς;Ο σύζυγος επιμένει να τους γράφει κανονικά και συνεχίζει το διάβασμα.-Μαμά,μαμά.. Μετά μου έπιασε και λίγο…βυ.. Ζάκι,λέει τρομαγμένο το κατά τα άλλα καημένο κοριτσάκι. Η μάνα έχει πέσει κάτω και ενώ κόντευε να το πάθει το εγκεφαλικό είχε αρχίσει να σκίζει τα ρούχα της από τα νεύρα και την αγανάκτηση…-Αμάν τα χάπια μου, δεν μπορώ η καρδιά μου!Θεέ μου σβήνω,χάνομαι! Λέγε μωρή μήπως σου έκανε και τίποτα άλλο;Πές τα όλα θα σε σκοτώσω…-Μαμά,μαμά.. Μετά μου έπιασε λίγο,λίγο όμως…-Τί;Όχι μη μου πεις δε θα τ’αντέξω η δόλια…-Μουνάκι…λέει το κορίτσι.-Τιιιιιιιιιιιιι;Χωριανοιιιιι…η  μάνα πλέον τα είχε παίξει στην κυριολεξία. Τ’ακούς μωρέ ανεπρόκοπε, τ’ακούς;λέει στον άντρα της. Οπότε κάποια στιγμή και αυτός αγανακτισμένος με όλα αυτά σηκώνεται και κατευθύνεται προς το κορίτσιΠΛΑΑΑΑΑΤΣ…της ρίχνει ένα ξεγυρισμένο χαστούκι μες στα μούτρα και της λέει…-¶ντε να χαθείς παλιοκόριτσο… μας καύλωσες πάλι βραδιάτικα…