Ήρθε μια φορά ο Αμερικανικός στόλος στο λιμάνι του Πειραιά. Οι ναύτες είχαν μήνες να πηδήξουν και επειδή ο καπετάνιος ήταν μισογύνης αποφάσισαν να πιάσουν έναν περαστικό άντρα και να τον γαμήσουν. Για να μην ακούγονται όμως οι φωνές του θα πατούσαν την σειρήνα του πλοίου.
Ένας κακόμοιρος χωρικός έβγαινε από ένα καραβάκι και τότε οι ναύτες τον έπιασαν, τον έβαλαν μέσα στο πλοίο και το γαμήσι άρχισε. Τον πήραν όλοι από πίσω, από τα αυτιά και από οπουδήποτε αλλού μπορούσαν. Συγχρόνως, οι σειρήνες του πλοίου ηχούσαν. Μετά από αυτή την τραγική εμπειρία κατατρομαγμένος ο χωρικός μπήκε στο πλοίο και έφυγε κατευθείαν για το χωριό.
Μετά από 20 χρόνια αναγκάστηκε να ξαναπάει στην πρωτεύουσα για δουλειές. Καθώς λοιπόν κατέβαινε από το καράβι άκουσε τις σειρήνες ενός πλοίου και τρέχοντας έντρομος πάνω-κάτω στο λιμάνι φώναζε:
- "Ναύτες γαμάνε χωρικοοοό, ναύτες γαμάνε χωρικοοοό..."