Ήταν κάποτε δύο αχώριστοι φίλοι, ο Σούτσος και ο Μούτσος. Οι δυο τους συνήθιζαν να κάνουν πλάκες μεταξύ τους πειράζοντας ο ένας τον άλλο. Ποτέ όμως δεν κάθονταν στο ίδιο καφενείο, αλλά σε δύο αντικριστά (το ένα απέναντι από το άλλο). Ένα απόγευμα πιάνει ο Μούτσος ένα πιτσιρίκι και του λέει:
- "Πήγαινε στο απέναντι καφενείο και ρώτα εκείνον τον τύπο (δείχνοντάς του τον Σούτσο) τι ώρα είναι. Μόλις σου πει την ώρα πέστου:
"Έλα στις έξι η ώρα σπίτι μου να σε γαμήσω. Μετά πέρνα τρέχοντας από εδώ. Πάρε και ένα κατοστάρικο για τον κόπο σου."
- Πάει ο πιτσιρικάς στο Σούτσο τον ρωτάει την ώρα και του λέει ο Σούτσος έξη παρά τέταρτο. Ε, του λέει κι ο πιτσιρικάς:
- "Έλα στις έξη η ώρα σπίτι μου να σε γαμήσω."
- Τα παίρνει τότε ο Σούτσος κι αρχίζει να τον κυνηγάει περνώντας μπροστά από το καφενείο του Μούτσου.
- "Έ Σούτσε, πού πας έτσι βιαστικά;" του φωνάζει ο Μούτσος.
- "Να", λέει ο Σούτσος. "Αυτό το κωλόπαιδο, μου ρώτησε την ώρα, του είπα έξι παρά τέταρτο και μου λέει έλα στις έξι να σε γαμήσω!"
- "Ε, καλά" του λέει ο Μούτσος, "Και τι βιάζεσαι; Έχεις ακόμα ένα τέταρτο!"