Ήταν μία φορά ένας έξυπνος, ένας πολύ δυνατός και ένας βλάκας σε ένα αεροπλάνο.
Το αεροπλάνο τους πέφτει στην Αφρική πάνω από ένα χωριό των Ζουλού, και οι Μάο-Μάο αρχίζουν να τους κυνηγάνε.
Βλέπει ο έξυπνος μία σκάλα, την αρπάζει και αρχίζει να τρέχει.
Βλέπει ο δυνατός μία τεράστια σιδερένια χύτρα, την αρπάζει και αρχίζει να τρέχει.
Βλέπει ο βλάκας μία πέτρα, την αρπάζει και αρχίζει να τρέχει.
Όπως τρέχει ο έξυπνος, συναντά έναν γέρο:
- Γιατί τρέχεις, παιδί μου; τον ρωτά ο γέρος.
- Γιατί με κυνηγάνε οι Μάο-Μάο!
- Και την σκάλα γιατί την κουβαλάς;
- Γιατί αν δώ και με φτάνουνε, βάζω την σκάλα, ανεβαίνω σε ένα δέντρο, τραβάω την σκάλα, και δεν μπορούνε να με πιάσουνε!
- Ε, άμα είσαι έξυπνος! λέει ο γέρος με θαυμασμό.
Μετά φτάνει ο δυνατός στον γέρο:
- Γιατί τρέχεις, παιδί μου; τον ρωτά ο γέρος.
- Μα δεν σου είπε ο μπροστινός; Γιατί με κυνηγάνε οι Μάο-Μάο!
- Και την σιδερένια χύτρα γιατί την κουβαλάς;
- Γιατί αν δώ και με φτάνουνε, βάζω την χύτρα από πάνω μου, και δεν μπορούνε να με πιάσουνε!
- Ε, άμα είσαι δυνατός! λέει ο γέρος με θαυμασμό.
Μετά φτάνει ο βλάκας στον γέρο:
- Γιατί τρέχεις, παιδί μου; τον ρωτά ο γέρος.
- Μα δεν σου είπαν οι δύο προηγούμενοι; Γιατί με κυνηγάνε οι Μάο-Μάο!
- Και την πέτρα γιατί την κουβαλάς;
- Γιατί αν δώ και με φτάνουνε, πετάω την πέτρα, και τρέχω πολύ πιο γρήγορα!