Γύρω από το κρεβάτι τού πόνου είναι συγκεντρωμένη όλη η οικογένεια τού ετοιμοθάνατου Εβραίου πατέρα. Το κλίμα είναι βαρύ και πένθιμο. Ένα μόνο μικρό καντηλάκι, δίπλα στον άρρωστο, φωτίζει αμυδρά το στενό δωμάτιο.
Ο πατέρας, με κλειστά τα μάτια και πολύ κόπο, ψιθυρίζει:
Πατέρας: Γυναίκα μου Σάρα είσαι εδώ;
Σάρα (κλαίγοντας): Ναι, άντρα μου… Πατέρας: Γιε μου Ιακώβ είσαι εδώ;
Ιακώβ (φανερά συγκινημένος): Ναι, πατέρα… Πατέρας: Μικρή μου θυγατέρα Ιουδίθ, είσαι εδώ;
Ιουδίθ: (απαρηγόρητη): Ναι, πατέρα, είμαι κοντά σου… Πατέρας: Και εσύ στερνοπούλι μου Ααρών, είσαι εδώ;
Ααρών (με αναφιλητά): Ναι, πατέρα… Πατέρας: ΚΑΙ ΠΟΙΟΣ ΣΤΟ ΔΙΑΟΛΟ ΕΙΝΑΙ ΣΤΟ ΜΑΓΑΖΙ;
Η οικογένεια συνειδητοποιεί αμέσως την εγκληματική αμέλεια και όλοι αποχωρούν σιγά-σιγά από το δωμάτιο. Τελευταίος φεύγει ο μικρός Ααρών που, κλείνοντας την πόρτα τού δωματίου, λέει:
- «Και πού ‘σαι πατέρα… Όταν αφήνεις την τελευταία σου πνοή, άφησε την προς το καντήλι, για να σβήσει. Είναι κρίμα να καίει άδικα…».
Την άλλη μέρα τού θανάτου του πατέρα, ο Ιακώβ πηγαίνει στην τοπική εφημερίδα για να βάλει την αναγγελία τού θανάτου.
Ιακώβ: Παρακαλώ, ποια είναι η μικρότερη χρέωση για μία αναγγελία θανάτου;
Υπάλληλος: 2 δολάρια, κύριε.
Ιακώβ: Εντάξει, γράψε λοιπόν:
- «Αβραάμ Κοέν πέθανε».
Υπάλληλος: Κύριε, πρέπει να έχετε υπόψιν σας πως με τα 2 δολάρια μπορείτε να γράψετε μέχρι 10 λέξεις.
Ο Ιακώβ σκέφτεται μερικά δευτερόλεπτα και λέει στον υπάλληλο: Ωραία, τότε γράψε:
- «Αβραάμ Κοέν πέθανε. Πωλείται DATSUN σε τιμή ευκαιρίας».