Είναι σε ένα μπαρ και τα πίνουν δύο πειρατές, ο Μαύρος Πειρατής και ο Κόκκινος Πειρατής.
Ο Μαύρος Πειρατής είναι πιο μεγάλος στην ηλικία και έχει ξύλινο πόδι, γάντζο στο χέρι, και του λείπει και το ένα μάτι.
- Τί συνέβη; ρωτάει ο Κόκκινος Πειρατής εκεί που πίνουνε στην ταβέρνα. Πες μου πώς απέκτησες το ξύλινο πόδι...
- Α, αυτό συνέβη παλιά. Μία μέρα γλίστρησα από το καράβι και έπεσα στην θάλασσα. Οι άλλοι πειρατές με τράβηξαν πάνω, αλλά ένας καρχαρίας προτίμησε για δείπνο το πόδι μου, και έτσι, καταλαβαίνεις, έβαλα το ξύλινο πόδι.
- Α, φοβερό, λέει ο Κόκκινος Πειρατής. Και ο γάντζος στο χέρι;
- Σε μια μάχη, εκεί που παλεύαμε μου κόβει ο αντίπαλος το χέρι με το σπαθί και έτσι κατέληξα να φοράω γάντζο.
- Ωχ... Και το μάτι σου; Γιατί φοράς το μαύρο πανί;
- Αστο καλύτερα, απαντά ο Μαύρος Πειρατής.
- Έλα, πες μου! Έχω αγωνία!
- Καλά, απαντά ο Μαύρος Πειρατής. Ήμουν στην θαλασσα και μπήκε λίγη άμμος στο μάτι μου...
- Τι;! Και έχασες όλο το μάτι από λίγη άμμο; Είναι δυνατόν;!
- Ε, όχι, αλλά ήταν η πρώτη μέρα που έβαλα τον γάντζο...