Μια καλόγρια είχε πάει για δουλειές στην πόλη. Στον γυρισμό, επειδή δεν είχε λεφτά, έκανε ωτοστόπ.
Κάποια στιγμή, σταματάει μπροστά της μια Ferrari τελευταίο μοντέλο, που την οδηγούσε μια νεαρή όμορφη κοπέλα.
- Να σας πάω πουθενά;
- Ναι, να σαι καλά, κόρη μου. Πάνε με στο τάδε μοναστήρι, αν δεν σε βγάζει από τον δρόμο σου.
- Κανένα πρόβλημα, ανεβείτε.
Ανεβαίνει στο αμάξι η καλόγρια και ξεκινά το ταξίδι. Κάποια στιγμή, η καλόγρια ρωτάει:
- Δεν θέλω να γίνω αδιάκριτη, αλλά τα ρούχα σου είναι πολύ κομψά. Μοιάζουν και ακριβά. Πόσο τα αγόρασες;
- Να σου πω, δεν ξέρω. Μου τα έκανε δώρο ένας επιχειρηματίας, με τον όρο να του πάρω μια π**α.
- Α, μάλιστα ... και αυτό το χρυσό ρόλεξ; Ο ίδιος σου το χάρισε;
- Μπα όχι, αυτό μου το έκανε δώρο ένας νεόπλουτος , με τον όρο να του πάρω μια π**α.
- Α, μάλιστα... και... και αυτό το αμάξι; Πως το αγόρασες;
- Μου το χάρισε ένας σεΐχης, επειδή του πήρα μια π**α.
- Τι μου λες... πολύ καλά τα πας στην ζωή σoυ. Εδώ είναι η μονή μου. Σε ευχαριστώ πολύ, κόρη μου.
- Τίποτα.
Η καλόγρια πηγαίνει σκεφτική στο κελί της μετά από όσα έμαθε από την κοπέλα που συνάντησε στον δρόμο. Εκείνη την στιγμή ανοίγει διστακτικά την
Πόρτα του δωματίου της ο ηγούμενος της μονής.
- Πελάγια; Ήρθες;
Και του απαντάει αυτή:
- Να πας να γαμ**είς εσύ και το σάμαλί σου...