Ήταν κάποτε τρεις νταλικέρηδες και συζητούσαν για τα ταξίδια τους. Ο πρώτος με μώλωπες, ο δεύτερος εντάξει και ο τρίτος με γύψους. Έτσι λέει ο πρώτος για τη συμφορά που έπαθε όταν γύρισε σπίτι.
(1ος) Άστε ρε παιδιά, ακούστε τι έπαθα.
(2ος,3ος) Τι έπαθες ρε Κώστα;
Kώστας: Μόλις γύρισα από το ταξίδι είχα μια όρεξη να..., βλέπω και τη γυναίκα μου γυμνή, τη βάζω κάτω και .
Αφού τελειώσω κάνω τη μαλακία και αφήνω δέκα χιλιάδες στο κομοδίνο από συνήθεια. Τα βλέπει και με πλακώνει στο ξύλο.
(2ος) Σιγά τι έπαθες, εγώ να δεις.
(Κώστας, 3ος) Για λέγε.
(2ος) Γυρνάω και εγώ απ"το ταξίδι βλέπω τη γυναίκα μου, τη βάζω κάτω και . Κάνω όμως εγώ τη μαλακία και αφήνω δεκαπέντε χιλιάδες στο κομοδίνο. Τα βλέπει η γυναίκα μου και τι κάνει;
(1ος,3ος) Τι κάνεί;
(2ος) Μου γυρίζει τέσσερις χιλ. ρέστα.
(3ος) Τι είναι αυτά; Εγώ γυρνώντας από το ταξίδι βάζω τη γυναίκα μου κάτω και ... Αφήνω και "γώ ο μαλάκας 20000 δρχ μα ξαφνικά χτυπάει το κουδούνι, φωνάζει η γυναίκα μου "Ο άντρας μου" και ΕΓΩ Ο ΜΑΛΑΚΑΣ ΠΗΔΑΩ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΟ!