Κάποιος δικάζεται γιατί σκότωσε το γείτονα του. Πρόεδρος: Γιατί τον σκότωσες κατηγορούμενε; Κατηγορούμενος: Κοιτάξτε κύριε δικαστά. Μπαίνω στο σπίτι μου, και τον βλέπω να κρατάει αγκαλιά τη γυναίκα μου. Παίρνω το μαχαίρι να το σφάκσω, αλλά είχα τύψεις γιατί κι εγώ πιο πριν ήμουν αγκαλιά με τη δικιά του γυναίκα. Π- Λοιπόν; Γιατί το σκότωσες; Κ- Μετά κύριε πρόεδρε, αρχίζει να γδύνει τη γυναίκα μου. Έτοιμος και πάλι να τον σφάξω. Αλλά και πάλι είχα τύψεις καθώς κι εγώ πριν από κάποιες ώρες είχα γδύσει τη δικιά του γυναίκα. Π: Λοιπόν; Για συνέχισε. Κ: Έπειτα κύριε πρόεδρε άρχισε να πηδάει τη γυναίκα μου με πάθος. Π: Και το σκότωσες, έτσι; Κ: Όχι, βέβαια, είχα τύψεις γιατί κι εγώ είχα πηδήξει με μανία τη γυναίκα του. Π: Και λοιπόν γιατί τον σκότωσες; Κ: Εεεε, κύριε πρόεδρε. Εγώ δε σκουπιζόμουν στις κουρτίνες του!
0
0