Κοιμότανε που λέτε η καημένη η Χιονάτη πολύ καιρό, μέχρι που τη φίλησε το πριγκιπόπουλο και ζωντάνεψε. Και όπως ήτανε και παίδαρος η μικρή την είδε ο νεαρός και κάτι σκίρτησε επάνω του και αποφάσισε να την παντρευτεί για να της εξηγήσει αυτός...
Παντρευτήκανε λοιπόν με πολιτικό γάμο για να μην καθυστερούνε και επειδή ο γαμπρός τσίμπαγε προς λιγούρη μπήκανε αμέσως στη κρεβατοκάμαρα που είχανε ετοιμάσει οι 7 νάνοι και πιάσανε δουλειά.
Από την πρώτη στιγμή οι 7 νάνοι είχανε μια ανησυχία:
"Μήπως το πονέσει το κορίτσι μας ο χλιμίτζουρας και είναι και αμάθητο", είπε ο Γκρινιάρης,
"Μήπως μας το στεναχωρήσει ο τράγος", είπε ο Συναχωμένος και λέγε-λέγε αποφάσισαν να παρακολουθήσουν και αν τον δουν να της φέρεται άσχημα να επέμβουν".
Η πόρτα όμως ήτανε μασίφ καρυδιά και πολύ ψηλή και μόνο πάνω πάνω είχε ένα φεγγίτη. Ανεβήκανε λοιπόν ο ένας στους ώμους του άλλου και έτσι ο έβδομος, ο Σοφός, έφτανε να βλέπει από το φεγγίτη και να λέει στους υπόλοιπους τι βλέπει.
- Τη φιλάει τώρα στο λαιμό, έχει το χέρι του μέσα από τη μπλούζα της και της χαϊδεύει το στήθος; λέει ο Σοφός στον από κάτω του.
Η πληροφορία διαδίδεται σαν ηχώ προς τα κάτω από τον ένα στον άλλον:
"Της χαϊδεύει το στήθος", "... Χαδεύει το στήθος", "... Ει το στήθος", "... Στήθος", "... Ήθος"
- Της βγάζει το σουτιέν!, λέει μετά ο Σοφός και η πληροφορία διαδίδεται:
"Της βγάζει το σουτιέν", "Βγήκε το σουτιέν", "Πάει και το σουτιέν"..., ..., ".. Σουτιέν"
- Τώρα το δαντελένιο μικρό βρακάκι της, η επόμενη πληροφορία και η ηχώ:
"Τώρα το βρακάκι", "Βγήκε το βρακάκι", ..., ..., ..., "... Βρακάκι"
- Της τον έβαλε και τη πηδάει με πάθος, λέει με βαθιά φωνή ο Σοφός και φυσικά διαδίδεται αμέσως:
"Της τον έβαλε", "Την πηδ***", "Τον έχωσε", ..., ..., "... πηδ***"
- ΧΥΝΕΙ! γρυλίζει ο Σοφός και η ηχώ:
"Κι εγώ", "Κι εγώ", "Κι εγω"...