Μία μέρα στην ζούγκλα ο πίθηκος κάπνιζε ένα "πεντάφυλλο"! Τον βλέπει η σαύρα και τον ρωτά:
- Τι κάνεις εκεί, ρε πίθηκε;
- Να, της λέει ο πίθηκος, καπνίζω ένα τσιγάρο. Αμα θέλεις, έλα να δοκιμάσεις.
Απονήρευτη η σαύρα ανεβαίνει πάνω στο κλαδί και παίρνει το τσιγαριλίκι που της έδωσε ο πίθηκος. Τραβά δύο-τρεις τζούρες και ΜΠΑΜ πέφτει ξερή κάτω από το κλαδί.
- Ωχχχ, λέει ο πίθηκος, τι έπαθες σαύρα μου;
- Να, του λέει η σαύρα, δεν είμαι και πολύ συνηθισμένη και έγινα χάλια. Πάω να πιω λίγο νερό να φτιαχτώ.
Και ξεκινά προς το ποτάμι. Με το που φτάνει στο ποτάμι και σκύβει να πιει νερό πετιέται ο κροκόδειλος,
- Καλά τι έπαθες σαύρα μου και είσαι έτσι ; την ρωτά.
- Ασε, του λέει, μου έδωσε ένα τσιγάρο ο πίθηκος και τρελάθηκα...
- Που; Που; ρωτά το αλάνι ο κροκόδειλος.
- Να εκεί πιο πέρα στο δάσος, του λέει η σαύρα.
Ξεκινά ο κροκόδειλος και λίγο πιο κάτω βρίσκει τρία τσιγαριλίκια καπνισμένα μέχρι την άκρη. Κοιτά ψηλά στο δέντρο και βλέπει τον πίθηκο ντίρλα.
Ο πίθηκος μες την ζάλη του κοιτά, ξανακοιτά, ξανακοιτά με γουρλωμένα μάτια τον κροκόδειλο και του λέει:
- Καλά μωρή χαμούρα, πόσο νερό ήπιες;