Ο Παναθηναϊκός χάνει άλλο ένα ματς και ο κόσμος αγανακτεί. Εισβάλλουν λοιπόν στα αποδυτήρια και γίνεται πανικός.
Τότε έρχεται μια ιδέα του Σαλπιγγιδη:
"Θα φέρω μια στολή αστυνομικού στα αποδυτήρια, ώστε όταν ξαναγίνουν επεισόδια, θα την φοράω και θα φεύγω άνετα!"
Όντως, την επόμενη φορά (όπως πάντα) ξαναγίνονται επεισόδια. Φοράει γρήγορα ο Σαλπιγγίδης τη στολή του μπάτσου, κανένας δεν τον αναγνωρίζει και φεύγει ανενόχλητος.
Στο δρόμο, του φωνάζει μια γριούλα:
- Σαλπιγγιδη, παιδάκι μου, μπορείς να με περάσεις απέναντι;
Τρελλαίνεται ο Σαλπιγγιδης. Καθώς την περνάει απέναντι, σκέφτεται:
- Καλά, εδώ ξέφυγα από τόσους οπαδούς που με βλέπουν συνέχεια και με γνωρίζουν, η γριά πώς με αναγνώρισε;
Την επόμενη αγωνιστική, ξανά χάνει ο βάζελος, ξανά επεισόδια, ξαναβάζει τη στολή του μπάτσου, φεύγει ανενόχλητος... Ξανά η γριά στο δρόμο:
- Σαλπιγγιδη, με περνάς σε παρακαλώ απέναντι;
Κόκκαλο ο Σαλπιγγιδης!
Την περνάει ξανά απέναντι, και φεύγοντας σκέφτεται:
"Την επόμενη φορά, θα την ρωτήσω πώς με αναγνωρίζει"
Έρχεται η επόμενη φορά, ξανά ήττα, ξανά επεισόδια, ξανά στολή, ξανά η γριά να την περάσει απέναντι.
Σαλπιγγιδης:
- Θα σε περάσω γιαγιά, αλλά πες μου σε παρακαλώ, εδώ δεν με αναγνωρίζουν οι οπαδοί, εσύ πώς με αναγνωρίζεις;
Κι η γριά:
- Σκάσε ρε βλάκα! Ο Γκούμας είμαι!