Ήταν ένας μουσουλμάνος, ένας χριστιανός και ένας εβραίος και διαφωνούσαν πιανού η θρησκεία κάνει τα μεγαλύτερα θαύματα.
- Εγώ παιδιά, λέει ο μουσουλμάνος, ήμουν μία φορά στην έρημο με την καμήλα μου και ξαφνικά πιάνει αμμοθύελλα, η άμμος μου τρυπούσε το δέρμα και νόμιζα ότι θα πεθάνω. Έκανα την προσευχή μου λοιπόν, και έγινε το θαύμα.. Γύρω-γύρω χαλασμός και εκεί που στεκόμουν εγώ με την καμήλα, ησυχία...
- Εγώ παιδιά, λέει ο χριστιανός, ήμουν μία φορά στην θάλασσα με την βάρκα μου και ξαφνικά πιάνει μια τρικυμία φοβερή,
Και νόμιζα ότι θα πεθάνω. Έκανα την προσευχή μου λοιπόν, και έγινε το θαύμα.. Γύρω-γύρω χαλασμός, κύματα, κεραυνοί και εκεί που ήταν η βάρκα μου, νηνεμία...
- Εγώ παιδιά, λέει ο εβραίος, ήμουν μία φορά στην στάση του λεωφορείου το Σάββατο και έρχεται μία θεογκόμενα και αρχίζει να μου την πέφτει. Εγώ δεν μπορούσα να κάνω τίποτε, γιατί δεν επιτρέπεται από την θρησκεία μου σαββατιάτικα. Προσεύχομαι λοιπόν, και γίνεται το θαύμα... Γύρω-γύρω Σάββατο, και εκεί που στεκόμουνα εγώ με την γκόμενα, Κυριακή!