Είναι ένας Αμερικάνος, ένας Ιάπωνας κι ένας Έλληνας σ ένα τραίνο. Ξαφνικά ακούγεται ένα "ντριιιιιιιιιιιιιν" κι ο Αμερικάνος παριστάνοντας με το χέρι πως μιλάει στο τηλέφωνο αρχίζει:
"Hello!?!... Yes... Yes ... O. K!"
Ο Έλληνας κι ο Ιάπωνας τον κοίταζαν περίεργοι. Τελικά ο Έλληνας πήρε το θάρρος και είπε "με συγχωρείτε αλλά ξέρετε είμαι περίεργος...", "Οhhh" τον διακόπτει ο Αμερικάνος "αυτό τελευταία tecnology στο America... Μάικροφον στο μικρό δάκτυλο, ακουστικό στον αντίχειρα, χωρίς παρεμβολές και χωρίς κίνδυνο από electomagnetic waves... It s very very good".
Το ταξίδι συνεχίζεται και μετά από λίγα λεπτά "biiiiiiiiiip biiiiiiiiiiiip".
Ο Ιάπωνας πιάνει το δόντι του κι αρχίζει να μιλάει "Οχάιο, φουκουγιάμα, σουζούκι, χόντα καβασάκι... Σαγιονάρα".
Οι άλλοι δύο κοιτούν έκθαμβοι. "Χααααα, αυτό τελευταία τεχνολογία στο Japan. Ακουστικό στο αφτί, μικρόφωνο στο δόντι χωρίς ραδιενέργεια. It s fantastic".
Το ταξίδι συνεχίζεται ήρεμα κι ωραία μέχρι που ο Έλληνας αμολάει μια πολύ ηχηρή πορδή "πρρρρρρρρρρρρρρρρρρρρρρρρρρρρρρρττττττττττττττττ"
"Ε, χμ, με συγχωρείτε, μόλις έλαβα ένα φαξ".

Κάποτε ήταν ένας Λαρισαίος που ήθελε πολύ να πάει στο Παρίσι. Μετά από πολύ σκέψη πήγε σε ένα πρακτορείο ταξιδιών , έκλεισε θέση σ ένα γκρουπ και πήγε...
Στο Παρίσι πλέον ο Λαρισαίος ακολουθεί κατά πόδας τον ξεναγό μια και δεν ήξερε λέξη γαλλικά.
Ο ξεναγός τους γύρισε σ όλο το Παρίσι, "εδώ είναι η αψίδα του θριάμβου, αυτός είναι ο πύργος του Αιφελ, εδώ είναι η Παναγία των Παρισίων, Λούβρο... Μονμάρτη..."
Ο Λαρισαίος δεν σταματούσε να βγάζει φωτογραφίες. Χιλιόμετρα φιλμ είχε ξοδέψει.
Φτάνοντας στον περιφερειακό του Παρισιού στις υπόγειες διαβάσεις ο ξεναγός γυρνάει και λέει στους τουρίστες "εδώ είναι που σκοτώθηκε η Νταϊάνα της Αγγλίας θλιβερό γεγονός. Το πως έγινε ένα θα σας πω ΠΑΠΑΡΑΤΣΙ"
Τελείωσε το ταξίδι γυρνάει ο φίλος μας στη Λάρισα, εμφανίζει τα φιλμ και φωνάζει συγγενείς και φίλους για να τους δείξει το Παρίσι:
"Ιδώ είναι ου πύργους του Αιφελ, ευτούνους είνι ου Σηκουάνας σαν το δκόνε μας τουν Πηνειό ένα πράμα. Ιδώ σκουτώθκι η Νταϊάνα τσ Αγγλίας κι έμαθα και του πως μάλιστα."
Οι φίλοι, οι συγγενείς με ένα στόμα ρωτούν "πως;" και απαντά ο φίλος μας "ένα θα σας πω Παραπάτ σει!"
Βρέθηκαν μια μέρα στη κόλαση ένας Έλληνας , ένας Αμερικάνος κι ένας Ινδός. Τους συναντάει ο διάβολος και τους λέει:
- Σε όσους έρχονται εδώ δίνω μία ευκαιρία να μεταφερθούν στον παράδεισο.
Και βγάζει ένα τεράστιο μαστίγιο λέγοντας:
- Όποιος θα αντέξει τρία χτυπήματα χωρίς να φωνάξει, θα πάει στον παράδεισο. Μπορείτε να χρησιμοποιήσετε για ασπίδα ό,τι θέλετε.
Πρώτος πηγαίνει ο Αμερικανός.
- Τί θα έχεις για ασπίδα;, ρωτάει ο διάβολος.
Ο Αμερικάνος σηκώνει μια τεράστια πέτρα και λέει:
- Θα χρησιμοποιήσω αυτή την πέτρα! Είμαι έτοιμος!
Σηκώνει ο διάβολος το μαστίγιο, χτυπάει μια και φεύγει η πέτρα. Χτυπάει δεύτερη και ουρλιάζει σαν τρελός ο Αμερικάνος, οπότε χάνει την ευκαιρία να πάει στον παράδεισο.
Στη συνέχεια ήταν σειρά του Ινδού.
- Τί θα έχεις για ασπίδα;, τον ρωτάει ο διάβολος.
- Τίποτα, λέει ο Ινδός. Έκανα πενήντα χρόνια γιόγκα και δε νιώθω καθόλου πόνο!
Στο πρώτο χτύπημα ο Ινδός ήταν ατάραχος. Στο δεύτερο έκανε κάποιους μορφασμούς και στο τρίτο χτύπημα λίγο περισσότερους. Αλλά δεν έβγαλε κουβέντα από το στόμα του!
- Να πάρει, λέει ο διάβολος, πρώτη φορά αντέχει κάποιος τρία χτυπήματα. Λοιπόν, είσαι ελεύθερος
Να πας στον παράδεισο. Το αξίζεις.
- Όχι, λέει ο Ινδός. Θέλω να μείνω και να δω. Σε όλα τα ανέκδοτα ο Έλληνας τη βγάζει καθαρή. Θέλω να δω τώρα πώς θα ξεμπερδέψει!
- Εντάξει, μείνε να βλέπεις, του λέει ο διάβολος.
Έρχεται λοιπόν η σειρά του Έλληνα και τον ρωτάει:
- Εσύ τί θα χρησιμοποιήσεις για ασπίδα;
Και απαντάει ο Έλληνας:
- Τον Ινδό!
Είμαστε σε ένα παγκόσμιο συνέδριο και μιλάει ο Αμερικάνος - Εμείς στο Αμέρικα φτιάξαμε ένα στάδιο του μπάσκετ που χωράει 280,000 άτομα!
΄ (γέλια από κάτω, ψίθυροι "ψέμα", "μαλακίες") Μετά παίρνει το λόγο ο Γερμανός - Εμείς στο Γερμανία φτιάξαμε ένα στάδιο του ποδοσφαίρου που χωράει 450,000 άτομα! (γέλια από κάτω, ψίθυροι "ψέμα", "μαλακίες") Λέει και ο Έλληνας - Εμείς στην Ελλάδα έχουμε ένα παλικάρι που είναι από την Πάρο και τον έχει τρία μέτρα (Οοοοοο!, "ψέμα", "μαλακία". . ) Παίρνει ξανά το λόγο ο Αμερικάνος - Κοιτάξτε το γήπεδο μπάσκετ που φτιάξαμε χωράει 80.000 άτομα στην πραγματικότητα αλλά και πάλι μεγάλο δεν είναι; Πετάγεται και ο Γερμανός - Κοιτάξτε το γήπεδο ποδοσφαίρου που φτιάξαμε χωράει 150.000 άτομα στην πραγματικότητα αλλά και πάλι μεγάλο δεν είναι; Και λέει και ο Έλληνας - Συγγνώμη κι εγώ μαλακία σας είπα το παλικάρι που τον έχει τρία μέτρα δεν είναι από την Πάρο αλλά από τη Νάξο.

Ήταν ένας λευκός και μόλις είχε μετακομίσει σε μια συνοικία μαύρων. Λοιπόν αποφάσισε να πάει στον κινηματ ογράφο για να δει καμιά ταινία.
Έτσι πήγε στην στάση του λεωφορείου, όμως υπήρχε μια μεγάλη ουρά από μαύρους που περίμενε να ανέβει στο λεωφορείο. Τι να κάνει, κάθισε και περίμενε. Σε μια στιγμή τον βλέπει ο μαύρος που περίμενε μπροστά του και του λέει -"Συγγνώμη κύριε, καινούριος είσαι εδώ πέρα;" .
- "Ναι", του λέει, "που το κατάλαβες;" .
- "Ααααα", λέει ο μαύρος, "εδώ πέρα οι λευκοί δεν περιμένουν στην ουρά, πάνε αμέσως μπροστά μπροστά, είναι ανώτεροι!"
- "Μα όχι δεν πειράζει, θα περιμένω στην σειρά όπως όλοι", λέει ο λευκός.
- "Όχι", του λέει ο μαύρος, "θα πας μπροστά απ όλους τους μαύρους".
- "Καλά εντάξει θα πάω", λέει ο λευκός και ανεβαίνει στο λεωφορείο περνώντας όλους τους μαύρους που περίμεναν. Όταν φτάνουν στο κινηματογράφο κατεβαίνει και βλέπει μια ουρά από μαύρους 300 μέτρα που περίμεναν για να αγοράσουν εισιτήριο! -"Πω πω", λέει, "τι είναι όλοι αυτοί;". Τι να κάνει λοιπόν, κάθισε και περίμενε στην ουρά. Σε μία στιγμή τον βλέπει ο μαύρος που ήταν μπροστά του και του λέει:
- "Συγγνώμη κύριε, καινούριος είστε εδώ πέρα;" -"Ναι", του λέει ο λευκός, "Που το καταλάβατε;" -"Αααααα", του λέει, "εδώ οι λευκοί δεν περιμένουν στην σειρά, πηγαίνουν κατευθείαν μπροστά".
- "Μα όχι", λέει ο λευκός, "θα περιμένω στην ουρά".
- "Όχι, θα πας κατευθείαν να πάρεις εισιτήριο, δεν θα περιμένεις στην ουρά με τους μαύρους".
- "Καλά, αφού επιμένετε θα πάω" λέει ο λευκός και προσπερνάει όλους τους μαύρους. Λέει λοιπόν σε αυτόν που πουλούσε εισιτήρια:
" -"Θέλω ένα εισιτήριο".
- "Πλατεία ή εξώστη;" τον ρωτάει ο πωλητής.
- "Πλατεία", λέει ο λευκός.
- "Αα όχι, αυτό είναι υποτιμητικό για σας, εκεί πάνε όλοι οι μαύροι. Εσείς θα πάτε στον εξώστη".
- "Μαααα...".
- "Δεν ακούω κουβέντα", του λέει ο πωλητής, "θα πάτε στον εξώστη".
- "Καλά, αφού επιμένετε θα πάω", λέει ο λευκός. Λοιπόν ανεβαίνει στον εξώστη, αρχίζει η ταινία, όμως κάπου στην μέση της ταινίας ήθελε να πάει να κατουρήσει. Βλέπει μια μικρή πορτίτσα και σκέφτεται:
- "Μάλλον αυτή είναι η τουαλέτα". Πάει να μπει στην τουαλέτα, τον προλαβαίνει όμως ένας μαύρος και του λέει:
- "Εεεε, που πας;" -"Θέλω να κατουρήσω", του λέει ο λευκός.
- "Πρέπει να είσαι καινούριος εδώ πέρα, εδώ κατουράνε μόνο οι μαύροι", λέει ο μαύρος.
- "Και εγώ που θα κατουρήσω;", ρωτάει ο λευκός.
- "Οι λευκοί την βγάζουν έξω και κατουράνε κάτω από τον εξώστη", του λέει ο μαύρος.
- "Μα από κάτω κάθονται οι μαύροι", λέει ο λευκός.
- "Ααα, έτσι γίνεται εδώ". Τι να κάνει λοιπόν, την βγάζει και αρχίζει να κατουράει κάτω από τον εξώστη, στην πλατεία. Οπότε ακούγεται μια δυνατή φωνή από κάτω:
- "Ρε φίλεεε, καινούριος είσαι εδώ πέρα;".
- "Ναι", λέει ο λευκός, "που το κατάλαβες;".
- "Εε κάντην λίγο πέρα δώθε"!
Στην εποχή της μεγάλης μετανάστευσης φτάνουν στην Νέα Υόρκη ένα Κινέζος, ένας Νέγρος και ένας Πόντιος και συναντιούνται σε ένα φτηνό ξενοδοχείο.
Καθώς δεν έχουν αρκετά λεφτά αποφασίζουν να νοικιάσουν μαζί ένα δωμάτιο και από την επομένη να ψάξουν για δουλειά.
Πράγματι την επόμενη μέρα φεύγουν και οι τρεις για να βρουν δουλειά και επιστρέφουν αργά το απόγευμα στο δωμάτιο του ξενοδοχείου.
- Τι έγινε Κινέζε, βρήκες δουλειά, τον ρωτάνε οι δύο άλλοι.
- Οι άτιμοι όπου και να πήγα με διώχνανε και μου λέγανε: έξω από δω παλιοσχιστομάτη. Τζίφος βρε παιδιά.
- Εσύ Νέγρο;
- Τα ίδια και χειρότερα, δεν φτάνει που με βρίζανε με διώξανε στην κυριολεξία και με τις κλωτσιές, οι άτιμοι.
- Εγώ παιδιά τα κατάφερα λέει ο Πόντιος και αύριο πιάνω δουλειά σε ένα εστιατόριο. Μόνο βρε Κινέζε είδα ότι έχεις ρολόι. Σε παρακαλώ μπορείς να με ξυπνήσεις στις 4 το πρωί για να ετοιμαστώ;
- Φυσικά του λέει ο Κινέζος.
Πάει για ύπνο ο Πόντιος αλλά οι δύο άλλοι ζοχαδιασμένοι που δεν βρήκαν δουλειά σκεφτόντουσαν τι να του κάνουν.
- Το βρήκα λέει ο Νέγρος και ανοίγει τη σόμπα παίρνει τις στάχτες και αρχίζει να πασαλείβει τον Πόντιο στο πρόσωπο και τα χέρια. Κατράμι ο Πόντιος.
Κατά τις 4 ο Κινέζος ξυπνά τον Πόντιο και του λέει "άντε σήκω ώρα για δουλειά".
Ευχαριστώ λέει ο Πόντιος, σηκώνετε και πάει για κατούρημα.
Καθώς ξαλάφρωνε κοιτά στον καθρέφτη, γουρλώνει τα μάτια και λέει όλο θυμό :
"Ρε τον π**στη τον Κινέζο τον μα**κα τον Νέγρο ξύπνησε!"