Ήταν μια φορά  ένα σχολείο με πλουσιόπαιδα και κάνανε σκέψεις για το μέλλον. Λέει λοιπόν η Αννι: – Ξύπνησα το πρωί πήρα πρωινό και πήρα τηλέφωνο τη μάνα μου στο γραφείο μας στον Καναδά και έλειπε. Την πήρα στην Ελβετία και έλειπε. Μάλλον ήταν στο Σικάγο. Μπράβο, λέει η κυρία. Για πες μας εσύ Νικ. Εγώ κυρία πήγα στο γκαράζ και είδα ότι η Lotus έλειπε. Έλειπε και η Ferrari. Μάλλον οι γονείς μου έφυγαν με την Porsche. Μπράβο Νικ λέει η κυρία. Είπαν όλοι, λέει η Κυρία και στον Βαγγέλη, για πες μας και εσύ. Tι να πω εγώ κυρία εγώ φτωχός είμαι! – όχι πες μας – Εντάξει, λέει ο Βαγγέλης, θα σας πώ: – Εγώ κυρία πήγα στο κοτέτσι και η γιαγιά έλειπε, πήγα στο χωράφι και η γιαγιά έλειπε. Πήγα στη στάνη και ξαφνικά βλέπω τη γιαγιά να κατεβαίνει από το βουνό με μια εφημερίδα στη μασχάλη της αλλά η γιαγιά μου δεν ξέρει γράμματα μάλλον είχε πάει για χέσιμο!

Δυο φίλοι περιμένουν στο λιμάνι για το πλοίο, να παν διακοπές. Ξαφνικά ρωτάει ο μεγάλος τον μικρό:
- Προφυλακτικά πήραμε; -Όχι, ούτε δραμαμίνες πήραμε. -Τι κάθεσαι τότε; Τρέχα να πάρεις όσο προλαβαίνουμε. Πάει ο δεύτερος στο περίπτερο και γυρίζει μ  ένα προφυλακτικό και μια δραμαμίνη. -Με δουλεύεις, ρε; του λέει ο άλλος. Τι θα μας κάνει μια δραμαμίνη κι ένα προφυλακτικό; Τράβα πάρε πιο πολλά. Ξαναπάει ο άλλος, επιστρέφει με ένα προφυλακτικό και μια δραμαμίνη ακόμα. Τσατίζεται ο φίλος του. -Καλά μαλάκας είσαι; Τράβα πάρε προφυλακτικά ρε, ένα ένα τα παίρνεις; -Ασε να περάσει λίγη ώρα και θα πάω πιο ύστερα. -Γιατί; -Ο περιπτεράς με κοιτάζει παράξενα. Σε λίγη ώρα αποφασισμένος πάει πάλι στο περίπτερο. -Δυο κουτιά προφυλακτικά κι ένα κουτί δραμαμίνης, λέει. Κι ο περιπτεράς:
- Αφού σε ζαλίζει, γιατί επιμένεις
Μια φορά ήταν ένας άνθρωπος που είχε 2 αγάπες στη ζωή του. Τις γυναίκες και τα γρήγορα αμάξια. Όταν πέθανε λοιπόν, ο Αγιος Πέτρος αποφάσισε να τον πάρει στον παράδεισο. Οπότε, λέει στον Αγιο Πέτρο: – «Εγώ Αγιε Πέτρο μου, είχα 2 αγάπες στη ζωή μου. Τα αμάξια, και τις γυναίκες.» Και του λέει ο Αγιος Πέτρος: – «Για τις γυναίκες, δεν μπορώ να κάνω τίποτα. Όσο για τα αμάξια…» Και τσουπ, εμφανίζεται ένα αμαξάκι μπροστά στον άνθρωπο. – «Πάρε αυτό το αμάξι, για να βολτάρεις, αλλά δε θα πηγαίνεις με πάνω από 40 χλμ. την ώρα», είπε ο Αγιος Πέτρος. – «Μα 40 χιλιόμετρα Αγιε Πέτρο μου, δεν είναι τίποτα.» – «Δεν χωράει συζήτηση! Τι το περάσαμε εδώ πέρα;», είπε θυμωμένος ο Αγιος Πέτρος. Έτσι λοιπόν, παίρνει το αμαξάκι του και οδηγούσε σταθερά κάτω από 40 χιλιόμετρα, ώσπου μια μέρα άκουσε ένα δυνατό θόρυβο. Βλέπει μια τεράστια αμαξάρα, να τρέχει με τρομερή ταχύτητα. Τα έπαιξε ο άνθρωπος. Διαβάζει την πίσω πινακίδα του αυτοκίνητου που μόλις τον είχε περάσει και έγραφε «Ναζ». – «Για δες πως τρέχουν οι ναζί στον παράδεισο», σκέφτηκε αμέσως. Την επόμενη μέρα, έγινε πάλι το ίδιο, με το ίδιο αυτοκίνητο. – «Ε την επόμενη φορά, θα του κάνω κόντρα», είπε ο άνθρωπος. Την επόμενη μέρα, άκουσε πάλι τον ίδιο θόρυβο, βλέπει το αυτοκίνητο με την πινακίδα «Ναζ» και πατάει γέρα το γκάζι του. – «Τώρα θα δεις παλιοναζί», είπε. Όμως, όταν ο δείκτης πέρασε τα 40 χιλιόμετρα, εξαφανίστηκε το αυτοκίνητό του. Τότε, εμφανίστηκε ο Αγιος Πέτρος, λέγοντας του: – «Τί έκανες εκεί βρε; Δε σου είπα να μην ξεπεράσεις τα 40 χιλιόμετρα;» είπε νευριασμένος ο Αγιος Πέτρος. – «Ασε μας και συ τώρα! Εδώ έχεις τους κωλοναζί να τρέχουν σαν δαιμονισμένους στους δρόμους και εμένα που υπήρχα καλός άνθρωπος σε όλη μου τη ζωή, με έχεις μόνο στα 40 χλμ.», λέει ο άνθρωπος. Τα παίζει ο Αγιος Πέτρος. – «Ποιους ναζί ρε;» τον ρωτάει. – «Εδώ είναι ένας βρωμοναζί με μια αμαξάρα και τρέχει με 200 χιλιόμετρα και γράφει πίσω η πινακίδα του «Ναζ» !», λέει ο άνθρωπος. Τρελαίνεται ο Αγιος Πέτρος. «Ποιος ναζί ρε; «Ναζ» σημαίνει «Ο Ναζωραίος»! Είναι ο γιος του αφεντικού και κάνει ότι θέλει εδώ πέρα!»

Ο φίλοι κάνουν ένα ταξίδι με αερόστατο. Κάποια στιγμή αρχίζει να βρέχει. Σε πολύ λίγο η βροχή γίνεται καταιγίδα και το αερόστατο κομμάτια. Πυξίδες και χάρτες χάνονται. Οι δύο φίλοι κρατιούνται από κάτι σκοινιά και καταφέρνουν να προσγειωθούν σώοι και αβλαβείς σε ένα λιβάδι. Η καταιγίδα έχει πια σταματήσει και περίπου στο κέντρο του λιβαδιού μπορούν να διακρίνουν έναν άντρα να διαβάζει. Πάνε λοιπόν προς το μέρος του και τον ρωτάνε: – «Συγνώμη, μήπως ξέρετε που βρισκόμαστε;» Ο άντρας κοιτάει για λίγο γύρω του, σκέφτεται και λέει:
– «Βρίσκεστε στη μέση ενός λιβαδιού.» Οι φίλοι τον ευχαριστούν και φεύγουν. Όταν απομακρύνονται κάπως λέει ο ένας στον άλλο:
– «Αυτός ήταν μαθηματικός!».
– «Πού το κατάλαβες;» ρωτάει ο άλλος.
– «Πρώτον σκέφτηκε πριν απαντήσει και δεύτερον έδωσε μια σωστή απάντηση με ακίβεια, που όμως δε μας χρησιμεύει σε τίποτa!