Μια κρύα νύχτα του φθινοπώρου, ο γάτος αποφασίζει ότι ο γιος του έχει φτάσει πλέον σε μια ηλικία όπου θα πρέπει να μάθει τι παίζεται με τις γυναίκες. Έτσι φωνάζει το γατάκι και του λέει:
- Γιε μου, σήμερα είναι η μεγάλη μέρα. Σήμερα θα σου μάθω πώς να κάνεις έρωτα!
Χαρά το γατάκι, το οποίο δεν πολυκατάλαβε, αλλά μοιράστηκε τον ενθουσιασμό του γάτου-πατέρα του. Το πιάνει λοιπόν και βγαίνουν έξω στα κεραμίδια.
- Τώρα πρόσεχε καλά, λέει ο πατέρας, θα κάνεις ό,τι κάνω, εντάξει;
- Εντάξει, πατέρα, λέει το γατάκι.
Αρχίζει λοιπόν ο γάτος να νιαουρίζει μεστά και πονεμένα, φωνάζοντας όποια γάτα τύχαινε να βρίσκεται στην περιοχή. Αμέσως μετά το γατάκι, με την ψιλή φωνή προσπαθεί να μιμηθεί τον πατέρα του.
Του κάκου όμως, το κρύο είναι τσουχτερό και καμία γάτα με σώας τας φρένας δεν έχει ξεμυτίσει. Έτσι λοιπόν ο γάτος ξαναδοκιμάζει την τύχη του, νιαουρίζει και πάλι, ακόμα πιο δακρύβρεχτα, από πίσω το γατάκι προσπαθεί να μιμηθεί και πάλι τον πατέρα του. Για μια ακόμα φορά όμως καμία γάτα δεν εμφανίζεται. Ο πατέρας πεισμώνει και αρχίζει να νιαουρίζει συνεχώς, ενώ το γατάκι με δυσκολία προσπαθεί να μιμηθεί τη χροιά του νιαουρίσματος του πατέρα του.
Αφού έχει περάσει κάνα τέταρτο συνεχούς νιαουρίσματος, το γατάκι σκουντάει τον πατέρα του στην πλάτη και του λέει:
- Ρε πατέρα, αρκετά γαμήσαμε. Δεν πάμε τώρα μέσα γιατί έχω ξεπαγιάσει;
Ένα μεσημεράκι, την ώρα που τα πιτσιρίκια σχολάνε από την ημερήσια ταλαιπωρία τους (βλέπε σχολείο), μία μητέρα περιμένει το παιδάκι της στο προαύλιο του σχολείου. Αφού χτυπάει το κουδούνι, ο πιτσιρίκος τρέχει στην μητέρα του, και βγαίνουν στον κεντρικό δρόμο για να πάρουν Ταξί.
Αν και η ώρα είναι δύσκολη, βρίσκουν σχετικά εύκολα Ταξί. Καθώς έχουν μπει στο πίσω κάθισμα, ο μπόμπιρας είναι εξαιρετικά υπερκινητικός και περιεργάζεται τα πάντα. Ο Ταξιτζής, παρόλο που εκνευρίζεται που ο μικρός πειράζει τα τασάκια, πατάει τα κουμπιά από τα παράθυρα, κλωτσάει το κάθισμα και ούτω καθ΄ εξής, προσπαθεί να συγκρατήσει τα νεύρα του.
Σε κάποια στιγμή ο πιτσιρίκος γυρνάει στην μητέρα του και την ρωτάει με ενοχλητική φωνή...
- Μαμάαα.. αν εσύ ήσουν αρκούδα και ο μπαμπάς ήταν αρκούδος, εγώ θα ήμουν αρκουδάκι;
- Ναι παιδί μου, απαντάει αδιάφορα η μητέρα του.
Ο Ταξιτζής εν τω μεταξύ έχει αρχίσει να φορτώνει... Μετά από λίγο, ο πιτσιρίκος επανέρχεται με καινούρια ερώτηση...
- Μαμάαα... αν εσύ ήσουν γάτα και ο μπαμπάς ήταν γάτος, εγώ θα ήμουν γατάκι;
- Ναι παιδί μου, απαντάει η μητέρα του, χαζεύοντας από το παράθυρο.
Ο Ταξιτζής μονολογεί χωρίς να ακούγεται ιδιαίτερα...
"Τι μαλα*** λέει το μούλικο γα** το στανιό μου...". Δεν περνάνε 2 λεπτά, και ο μικρός ξαναρωτάει...
- Μαμάαα... αν εσύ ήσουν σκύλα και ο μπαμπάς σκύλος, εγώ θα ήμουν κουταβάκι;
- Ναι παιδί μου, ξανααπαντάει η μητέρα με φανερή αδιαφορία...
Εκείνη τη στιγμή ο Ταξιτζής που έχει βγει από τα ρούχα γυρνάει απότομα και λέει στο μικρό...
- Aκου να δεις μπόμπιρα, θα σου βάλω εγώ τώρα ένα δύσκολο... αν η μάνα σου ήταν πουτ***, και ο πατέρας σου πού****, εσύ τι θα ήσουν;
Και ο μικρός...
- Ταξιτζής ...
Μια φήμη κυκλοφορεί στο δάσος ότι μια αγριεμένη αρκούδα έχει κάνει μια λίστα στην οποία έχει βάλει όλα τα ζώα τα οποία πρόκειται να κατασπαράξει.
Έντρομα τα ζώα αρχίζουν και πανικοβάλλουν το ένα το άλλο. Οι μέρες περνάνε, οι επιθέσεις ακόμα δεν έχουν ξεκινήσει και τα νεύρα όλων των ζώων έχουν σπάσει. Κάποια από αυτά δεν θέλουν να ζουν πλέον με την αβεβαιότητα και παίρνουν την απόφαση να πάνε στην αρκούδα. Πάει πρώτα η αλεπού.
- Αρκούδα, έμαθα ότι έχεις μια λίστα με τα ζώα που θα κατασπαράξεις. Είναι αλήθεια;.
- Ναι, έτσι είναι, απαντάει η αρκούδα.
- Δεν μου λες κάτι; Κάνε μου μια χάρη. Δεν μπορώ να ζω άλλο με την αβεβαιότητα. Είσαι πιο δυνατή, το ξέρω, αλλά τουλάχιστον θα μου πεις αν είμαι κι εγώ στη λίστα;.
- Για κάτσε να τσεκάρω... Αλφα, αλεπού, ναι, μέσα είσαι.
- Αμάν, γαμώτο, τι ατυχία είναι να τελειώσω έτσι. Ας το κάνεις γρήγορα.
Χραπ, της τρώει το κεφάλι, πάει η αλεπού.
Πάει μετά ο σκύλος και λέει στην αρκούδα:
- Πες μου αν έχεις και μένα στη λίστα. Κοιτάει η αρκούδα...
- Π, ρ, σ, σκύλος, μέσα είσαι, φίλε.
- Οχι, ρε γαμώτο, εγώ που έχω τρομάξει τόσες γάτες να πεθάνω από μια αρκούδα;
Δεν θέλω να ταπεινωθώ μπροστά στους άλλους. Ο,τι είναι να κάνεις κάν το τώρα. Παπ, με μια δαγκωνιά πάει και ο σκύλος.
Μπαίνει μετά ο λαγός...
- Αρκούδα, κυκλοφορεί η φήμη και το ξέρουμε όλοι. Ας τελειώνει εδώ η ιστορία. Είμαι κι εγώ στη λίστα;.
- Ι, κ, λ, ναι, είσαι.
- Να σου πω κάτι, μπορείς να με σβήσεις;
- Ναι, αμέ, και τον σβήνει.
Ο ιδιοκτήτης ενός τσίρκο βάζει μια αγγελία για να βρει κάποιον που να μπορεί να "δουλεύει" με λιοντάρια. Εμφανίζεται ένας όμορφος νεαρός γύρω στα 25 και μια κουκλάρα ξανθιά, περίπου στην ίδια ηλικία.
Ο του τσίρκο τους λέει:
"Δεν θα χρυσώσω το χάπι. Έχω ένα πολύ άγριο λιοντάρι. Έφαγε τον προηγούμενο που το είχε εξημερώσει και γι αυτό φροντίστε να την ξέρετε καλά τη δουλειά. Λοιπόν, θα χρειαστείτε, αυτό το όπλο, το μαστίγιο και το σκαμνί. Ποιος θέλει να ξεκινήσει πρώτος;"
"Εγώ", λέει η κούκλα, δεν αγγίζει καν το μαστίγιο, το όπλο και το σκαμνί, ανοίγει την πόρτα του κλουβιού και μπαίνει μέσα.
Το λιοντάρι την κοιτάζει, γλείφεται και ετοιμάζεται να ορμήσει. Στα μισά της απόστασης, εκείνη ξεκουμπώνει τη φόρμα της και αποκαλύπτει ένα καταπληκτικό γυμνό κορμί.
Το λιοντάρι "παγώνει" στη θέση του για μια στιγμή και μετά αρχίζει να την πλησιάζει σιγά σιγά, γλυκά γλυκά σαν ερωτευμένο γατάκι γουργουρίζοντας... Πλησιάζει και αρχίζει να της γλύφει τα πόδια και, με μουρμουρητά, συνεχίζει... Της γλύφει τις γάμπες και ανεβαίνει... στους γλουτούς... και συνεχίζει ... για να ακουμπήσει κάποια στιγμή το κεφάλι του, σαν νυσταγμένο μωράκι στην αγκαλιά της.
Ο ιδιοκτήτης του τσίρκο έχει ανοίξει ένα στόμα δέκα πιθαμές...
"Ποτέ στη ζωή μου δεν ξανάδα κάτι τέτοιο λέει," και, γυρνώντας στον νεαρό "εσύ μπορείς να το κάνεις αυτό;"
"Φυσικά," λέει εκείνος. "Αν πάρεις το λιοντάρι απ τη μέση..."