Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν ένα πολύ πολύ μικρό σπουργιτάκι.
Το σπουργιτάκι αυτό θαύμαζε πάρα πολύ τα χελιδόνια και το όνειρό του ήταν να τα ακολουθήσει κάποτε στα αποδημητικά τους ταξίδια. Έναν χειμώνα λοιπόν, μόλις ξεκίνησαν τα χελιδόνια για
Όπου τέλος πάντων πηγαίνουν τα χελιδόνια τον χειμώνα, τα πήρε από πίσω. Ήταν όμως πολύ αδύναμο το καϋμένο, μικρούλικο, δεν μπορούσε να τα προφτάσει, και τελικά από το κρύο και
Τις κακουχίες του ταξιδιού, έπεσε κοκαλωμένο στο έδαφος.
Έτυχε όμως να περνάει από εκεί μια αγελάδα και έτυχε (πάλι) να χέσει επάνω του.(Μια από τις παρενέργειες του να είσαι μικρούλης και αδύναμος είναι μια σειρά από χαριτωμένες αν και ανεξήγητες συμπτώσεις). Η ζέστη από τα κόπρανα της αγελάδας συνέφερε το σπουργιτάκι, που από τη χαρά του που ήταν ακόμη ζωντανό άρχισε να κελαηδάει. Μια περαστική γάτα,
Άκουσε το κελάηδημά του, όρμισε επάνω του και αφού το καθάρισε από το σκατά, το έφαγε.
Τα ηθικά διδάγματα της ιστορίας:
1.-Αυτός που σε ρίχνει στα σκατά, δεν είναι απαραίτητα και εχθρός σου.
2.-Αυτός που σε βγάζει από τα σκατά, δεν είναι απαραίτητα και φίλος σου.
3.-Και όταν είσαι τρομερά ευτυχισμένος, κράτα το γαμημένο το στόμα σου κλειστό...