Ένα μεσημεράκι, την ώρα που τα πιτσιρίκια σχολάνε από την ημερήσια ταλαιπωρία τους (βλέπε σχολείο), μία μητέρα περιμένει το παιδάκι της στο προαύλιο του σχολείου. Αφού χτυπάει το κουδούνι, ο πιτσιρίκος τρέχει στην μητέρα του, και βγαίνουν στον κεντρικό δρόμο για να πάρουν Ταξί.
Αν και η ώρα είναι δύσκολη, βρίσκουν σχετικά εύκολα Ταξί. Καθώς έχουν μπει στο πίσω κάθισμα, ο μπόμπιρας είναι εξαιρετικά υπερκινητικός και περιεργάζεται τα πάντα. Ο Ταξιτζής, παρόλο που εκνευρίζεται που ο μικρός πειράζει τα τασάκια, πατάει τα κουμπιά από τα παράθυρα, κλωτσάει το κάθισμα και ούτω καθ΄ εξής, προσπαθεί να συγκρατήσει τα νεύρα του.
Σε κάποια στιγμή ο πιτσιρίκος γυρνάει στην μητέρα του και την ρωτάει με ενοχλητική φωνή...
- Μαμάαα.. αν εσύ ήσουν αρκούδα και ο μπαμπάς ήταν αρκούδος, εγώ θα ήμουν αρκουδάκι;
- Ναι παιδί μου, απαντάει αδιάφορα η μητέρα του.
Ο Ταξιτζής εν τω μεταξύ έχει αρχίσει να φορτώνει... Μετά από λίγο, ο πιτσιρίκος επανέρχεται με καινούρια ερώτηση...
- Μαμάαα... αν εσύ ήσουν γάτα και ο μπαμπάς ήταν γάτος, εγώ θα ήμουν γατάκι;
- Ναι παιδί μου, απαντάει η μητέρα του, χαζεύοντας από το παράθυρο.
Ο Ταξιτζής μονολογεί χωρίς να ακούγεται ιδιαίτερα...
"Τι μαλα*** λέει το μούλικο γα** το στανιό μου...". Δεν περνάνε 2 λεπτά, και ο μικρός ξαναρωτάει...
- Μαμάαα... αν εσύ ήσουν σκύλα και ο μπαμπάς σκύλος, εγώ θα ήμουν κουταβάκι;
- Ναι παιδί μου, ξανααπαντάει η μητέρα με φανερή αδιαφορία...
Εκείνη τη στιγμή ο Ταξιτζής που έχει βγει από τα ρούχα γυρνάει απότομα και λέει στο μικρό...
- Aκου να δεις μπόμπιρα, θα σου βάλω εγώ τώρα ένα δύσκολο... αν η μάνα σου ήταν πουτ***, και ο πατέρας σου πού****, εσύ τι θα ήσουν;
Και ο μικρός...
- Ταξιτζής ...
5 τύποι, ένας μηχανικός, ένας λ ογιστής, ένας χημικός, ένας κομπιουτεράς και ένας δημόσιος υπάλληλος καυχιόντουσαν για το πόσο έξυπνα σκυλιά έχουν.
Για να τους δείξει ο μηχανικός, φωνάζει τον σκύλο του. " Σχεδιαστή κάνε το κόλπο σου!" του λέει! Ο Σχεδιαστής ανεβαίνει πάνω σε ένα γραφείο, βγάζει χαρτί και μολύβι και ζωγραφίζει έναν κύκλο, ένα τετράγωνο και ένα τρίγωνο. Όλοι είπαν ότι είναι απίστευτο. Ο δικός μου είναι καλύτερος" λέει ο λογιστής. "Spreadsheet κάνε παιχνίδι" του λέει, ο σκύλος πάει μέσα στην κουζίνα και επιστρέφει με μια ντουζίνα κουλουράκια, τα οποία διαιρεί σε 4 ίσα μέρη με τρία το καθένα μέρος. Όλοι συμφώνησαν ότι ήταν καλό. Αλλά ο χημικός λέει ότι ο δικός του είναι καλύτερος! "Μεζούρα" του λέει, "κάνε το κόλπο σου". Ο Μεζούρας σηκώνεται, πάει μέχρι το ψυγείο, το ανοίγει, βγάζει μισό λίτρο γάλα "ΑΓΝΟ" και ένα ποτήρι και το γεμίζει μέχρι πάνω χωρίς να του φύγει ούτε σταγόνα. Όλοι είπαν ότι είναι κάτι παραπάνω από εντυπωσιακό. Ο κομπιουτεράς λέει "ο δικός μου δεν παίζεται!".
"Σκληρέ Δίσκε" του λέει "κάνε τα κόλπα σου". Ο σκληρός δίσκος μπαίνει στο δωμάτιο με το κομπιούτερ, το ανοίγει, ψάχνει για ιούς, κάνει αναβάθμιση στο λειτουργικό σύστημα, στέλνει e-mail, κάνει εγκατάσταση το tomb raider 5 και αρχίζει και παίζει! Όλοι είπαν ότι αυτός θα είναι μάλλον ο κορυφαίος σκύλος. Μα ο δημόσιος υπάλληλος είχε άλλη άποψη. " Αραχτέ , κάνε τα κόλπα σου". Ο Αραχτός σηκώνεται στα πόδια του, λερώνει τα σχέδια, τρώει όλα τα κουλουράκια, πίνει το γάλα, σβήνει όλα τα αρχεία στο κομπιούτερ, παραπονιέται ότι πονάv τα μάτια του από τον υπολογιστή, συμπληρώνει αναφορά για επικίνδυνες συνθήκες εργασίας, την καταθέτει για αποζημίωση και πάει σπίτι για 6 μήνες με αναρρωτική άδεια μετ αποδοχών λόγω υπερκόπωσης !
Είμαστε λοιπόν λίγο πριν τον εορτασμό του ερχομού της νέας χιλιετίας στη Γαλλία, κάτω από τον πύργο του Αιφελ, μαζί με τον Δήμαρχο του Παρισιού. Ο πύργος του Αιφελ είναι όμορφα στολισμένος με αμέτρητα λαμπάκια.
Ξαφνικά, εμφανίζεται ένας ουρακουτάγκος κοντά στον πύργο του Αιφελ, ο οποίος περιφερόταν πότε από εδώ και πότε από εκεί. Ο Δήμαρχος μόλις είδε τον ουρακουτάγκο, πανικοβλήθηκε. Ο ουρακουτάγκος, μπορούσε να σκαρφαλώσει στον Πύργο του Αιφελ και να καταστρέψει τα λαμπάκια!
Έντρομος ο Δήμαρχος, τηλεφώνησε στο επιτελείο του, για να φωνάξουν κάποιο που να πιάνει ουρακοτάγκους.
Μετά από πολλές προσπάθειες, βρήκαν μια ομάδα ουρακουταγκοπιαστών. Την ομάδα αποτελούσαν ένας μικρόσωμος τυπάκος, ένας μποντιμπιλντεράς ο οποίος κρατούσε ένα δίκανο και ένας σκύλος, κατάλληλα εκπαιδευμένος για να πιάνει τους ουρακουτάγκους. υΟ Δήμαρχος, ζήτησε από την ομάδα αυτή, να του εξηγήσουν με ποιο τρόπο, πιάνουν έναν ουρακουτάγκο. Ο μικρόσωμος άνδρας του είπε:
- "Η μέθοδος μας είναι απλή. Εγώ εντοπίζω τον ουρακοτάγκο και αν αυτός για παράδειγμα είναι σ` ένα δέντρο, τότε πλησιάζω εγώ σιγά-σιγά το δέντρο, στη συνέχεια αρχίζω να σκαρφαλώνω στο δέντρο και προσπαθώ να τον περιορίσω έτσι ώστε να μην έχει που αλλού να πάει. Τότε ο μποντιμπιλντεράς πάει ακριβώς κάτω από το δέντρο και το κουνάει με πολλή δύναμη, για να πέσει ο ουρακουτάγκος. Όταν πέσει, ο σκύλος πιάνει τον ουρακουτάγκο από τα αχαμνά και έτσι πιάνουμε τον ουρακουτάγκο."
- Δήμαρχος:
"Α! Τρομέρη η μέθοδός σας. Μόνο που δεν κατάλαβα ένα πράγμα. Ο μποντιμπιλντεράς τί το θέλει το δίκανο;"
- "Κοιτάξτε, υπάρχει και η περίπτωση εκείνη, κατά την οποία όταν κουνάει ο μποντιμπιλνταράς το δέντρο, να πέσω εγώ αντί για τον ουρακουτάγκο."
- Δήμαρχος:
"Ε και λοιπόν;"
- "Ε, σ` αυτήν την περίπτωση, ο μποντιμπιλντεράς σκοτώνει το σκύλο!"
Ήταν ένας έξυπνος και ένας βλάκας. Όπως προχωρούσαν στο δρόμο:
- "Δεν παίζουμε ένα παιχνίδι να περάσει η ώρα όπως περπατάμε;", λέει ο έξυπνος στον βλάκα.
- "Παίζουμε", λέει ο βλάκας.
- "Ωραία", απαντά ο έξυπνος και συνεχίζει. "Θα σου κάνω ερωτήσεις και όσες δεν ξέρεις να απαντάς θα μου δίνεις ένα δεκάρικο για να σου λέω την απάντηση. Μετά θα μου κάνεις εσύ ερωτήσεις και αν δεν ξέρω την απάντηση θα σου δίνω ένα χιλιάρικο, εντάξει;"
- "Εντάξει", απαντά ο βλάκας.
- "Τι είναι αυτό που κάνει νιάου νιάου στα κεραμίδια", ρωτά ο έξυπνος.
- "Δεν ξέρω, πάρε ένα δεκάρικο. Τι είναι;"
- "Η γάτα."
- "Αααα", λέει ο βλάκας.
- "Τι είναι αυτό που κάνει γαβ γαβ έξω στο δρόμο;" ρωτά πάλι ο έξυπνος.
- "Δεν ξέρω, πάρε ένα δεκάρικο. Τι είναι;"
- "Ο σκύλος, απαντά ο έξυπνος. Αντε τώρα κάνε μου εσύ ερωτήσεις."
- "Τι είναι αυτό που κάνει τσιου τσιου μπάμ;" ρωτά ο βλάκας.
Ο έξυπνος τα βρήκε σκούρα. Προχωρούσαν προχωρούσαν, σκεφτόταν ξανασκεφτόταν, ίδρωσε στο τέλος, τι να κάνει βγάζει ένα χιλιάρικο και το δίνει στον βλάκα.
- "Τι είναι ρε αυτό και δεν το ξέρω;"
- "Ούτε εγώ ξέρω πάρε ένα δεκάρικο!"
Ο Κωστίκας κι ο Γιωρίκας πάνε στη ζούγκλα να πιάσουν μαϊμούδες. Ακολουθούν την εξής ανορθόδοξη μέθοδο: Ο Κωστίκας απ το έδαφος πετάει πέτρες στις μαϊμούδες, για να πέσουν κάτω κι ο Γιωρίκας ανεβαίνει στο δέντρο και κουνάει τα κλαδιά, μπας και πέσει κάτω καμιά μαϊμού.
Μόλις τα καταφέρουν και πέσει η μαϊμού στο έδαφος, τρέχει ο σκύλος που χουν μαζί τους, τη μαγκώνει, τη γαμάει (δεν έχω καταλάβει γιατί) και την πετάει σ ένα κλουβί, ο Κωστίκας κλείνει την πόρτα του κλουβιού και ξαναρχίζουν την ίδια διαδικασία.
Όταν είχαν μαζευτεί καμιά τριανταριά, αποφάσισαν να πάνε για το σπίτι. Στο δρόμο όμως βλέπουν πάνω σ ένα δέντρο μια πολύ σπάνια μαϊμού. Αποφασίζουν να την πιάσουν. Ο Κωστίκας αρχίζει να πετάει πέτρες. Ο Γιωρίκας ανεβαίνει στο δέντρο και αρχίζει να κουνάει τα κλαδιά. Η μαϊμού δεν πέφτει όμως. Ο Γιωρίκας ανεβαίνει πιο ψηλά, σε πιο λεπτά κλαδιά και η κατάσταση γίνεται επικίνδυνη. Σε μια στιγμή βάζει τις φωνές.
- Κωστίκα, έχεις το τουφέκι;
- Ναι, ρε, το χω.
- Είναι γεμάτο και οπλισμένο; ξαναρωτάει ο Γιωρίκας.
- Ναι, οπλισμένο είναι αλλά δε θέλουμε να τη σκοτώσουμε! του απαντάει ο Κωστίκας.
- Να είσαι έτοιμος, λέει ο Γιωρίκας. ?μα πέσω εγώ, σκότωσε το ... σκύλο!
Ήτανε που λέτε δύο φίλοι που βρίσκονται μετά από πολλά χρόνια στο δρόμο...
Μετά από τις κλασικές χαιρετούρες κανονίζουν να πάνε να πιούνε ένα κρασάκι
Στο σπίτι του ενός. Πάνε που λέτε στο σπίτι του, μπαίνουν μέσα. Το
Σκηνικό κόλαση! Ο σκύλος να έχει χαλάσει τον κόσμο όλο, τα παιδιά να φωνάζουν
Κλπ κλπ. Λέει λοιπόν στη γυναίκα του ο τύπος να τους ετοιμάσει ένα κρασάκι
Με τα παρελκόμενα. Η απάντηση του στυλ "Τι λες ρε αχαΐρευτε! Εξαφανίζεσαι
Από το πρωί και αφήνεις εμένα στο σπίτι να τα κάνω όλα! Τριγυρνάς με τους
Φίλους σου από εδώ και από εκεί! Δεν μου δίνεις σημασία! Σάλτα κάνε μόνος
Σου ότι θέλεις!" Τι να κάνει ο κακομοίρης, πάει στη κουζίνα, ετοιμάζει δύο
Μεζέδες, και τα πίνουν. Συζητώντας λέει στον φίλο του τον πόνο του, ο οποίος
Του λέει να πάνε σπίτι του την άλλη μέρα, και θα του βρει τη λύση!
Έρχεται η επόμενη μέρα, βρίσκονται πάλι κάπου, ξεκινάνε για το σπίτι του
Άλλου. Με το που μπαίνουν μέσα, πετάγεται ο πιτσιρικάς, "μπαμπά! Να σου
Φέρω τις παντούφλες σου!". Η πεθερά του "γιόκα μου! να σου φέρω ζεστό νερό
Να σου πλύνω τα πόδια!". Η γυναίκα του "καλώς την κολόνα του σπιτιού μου! Τι
Όρεξη έχεις να φας σήμερα?" Τέλος πάντων, τους ετοιμάζει ένα βαρβάτο τραπέζι
Με μεζέδες, και κάθονται να τα πούνε... Έκπληκτος ο φίλος του του λέει "Ρε
Συ! τρομερός! Πώς τα καταφέρνεις?" Του λέει λοιπόν ο δεύτερος
"Κοίταξε... Την δεύτερη μέρα που παντρεύτηκα, μπαίνω μέσα, τι να δω. Ο
Σκύλος πάνω στην πολυθρόνα μου. Του δείχνω λοιπόν μία κίτρινη κάρτα. Την
Επόμενη
Μέρα, βλέπω τον σκύλο να έχει φάει στις παντόφλες μου! Του δείχνω λοιπόν
Άλλη μία κίτρινη κάρτα... Μετά από μία εβδομάδα βλέπω τον σκύλο να έχει
Κάνει όλο λάσπες τον διάδρομο. Του δείχνω μία κόκκινη κάρτα, βγάζω ένα
Περίστροφο, και του την ρίχνω. Τέζα ο σκύλος!"
"Καλά ρε! άλλο σε ρώτησα και
Άλλο μου είπες! Τι σχέση έχει ο σκύλος με όλο αυτό το μεγαλείο?"
"Εμ! Εκεί
Είναι το θέμα! Τους βλέπεις αυτούς όλους? Έχουν από δύο κίτρινες ο καθένας!"