Κάποτε σ` ένα σαλούν στην άγρια δύση, μπαίνει ένας τύπος με μία άγρια φάτσα, ζωσμένος κουμπούρια γύρω γύρω και γεμάτος σκόνη. Πάει στο μπαρ και λέει στο μπάρμαν που τον κοιτούσε έντρομος:
- "Βάλε ρε ουίσκι να πιω να ξεδιψάσει το λαρύγγι μου."
Του βάζει ουίσκι, το κατεβάζει μονορούφι και του ξαναλέει:
- "Αύριο που θα έρθω, θα μου βάλεις το πιο δυνατό που έχεις. Το κατάλαβες;"
- "Μμμάλιστα κύριε, ότι πείτε", απαντάει έντρομος ο μπάρμαν.
Πάει την επόμενη μέρα και του βάζει ο μπάρμαν το πιο δυνατό ουίσκι που υπήρχε σ` όλη την άγρια δύση. Παίρνει το μπουκάλι και το πίνει και αυτό μονορούφι!
- "Αυτό που μου έβαλες, δεν είναι ούτε για πρωινό. Θα τα πούμε αύριο πάλι, με πιο δυνατό πράμα. Το κατάλαβες;"
- Απαντάει καταφατικά ο μπάρμαν, και μην έχοντας κάτι καλύτερο και δυνατότερο, αγοράζει ασβέστη για να τον αραιώσει με το ουίσκι!
Την επόμενη μέρα, ξανά ο κάου-μπόυ, πίνει αυτό που του έφτιαξε ο μπάρμαν μονορούφι και φεύγει.
Αμα ξαναπατήσει εδώ αυτός, εμένα να με κρεμάσουν από το δέντρο, σκεφτόταν ο μπάρμαν και γέλασε. Την επόμενη μέρα όμως, ξανά πάλι ο κάου-μπόυ, δεν πίστευε στα μάτια του ο μπάρμαν, του ζητάει κάτι πιό δυνατό από το χθεσινό. Φανερά εκνευρισμένος ο μπάρμαν, του δίνει ναι πιεί υδροχλωρικό οξύ.
Παίρνει το μπουκάλι, το πίνει μονορούφι και φεύγει.
- "Σίγουρα δε θα ζήσει για πολύ", σκέφτηκε ο μπάρμαν.
Την επόμενη μέρα, όταν ήρθε πάλι ο κάου-μπόυ, ο μπάρμαν μόλις και μετά βίας δεν λιποθύμησε.
- "Βάλε μου το χθεσινό, ήταν πολύ καλό. Τα τελευταία που μου έβαλες τι ήταν;"
- "Ασβέστης και υδροχλωρικό οξύ", του απαντάει ο μπάρμαν.
- "Α, για αυτό χέζω αγαλματάκια και τρυπάω το σώβρακό μου κλάνοντας!"
Ένα γκρουπ με Αμερικανούς τουρίστες επισκέπτεται μια περιοχή με πυραμίδες. Κάποια στιγμή ένας απομονωμένος από το γκρουπ πλησιάζει έναν καμηλιέρη που περιποιείται την καμήλα του και τον ρωτά:
- "Τι ώρα είναι;"
Ο καμηλιέρης σκύβει κάτω από την καμήλα, πιάνει τα αρχίδια της και του απαντά:
- "Είναι 12:00."
- "Μα πως το βρήκες;" ρωτά τον καμηλιέρη.
Ο καμηλιέρης μένει σιωπηλός και συνεχίζει να περιποιείται την καμήλα του, ο Αμερικανός ξαναρωτά αλλά απάντηση δεν παίρνει.
Ο Αμερικανός συνεχίζει το δρόμο του βιαστικά για να συναντήσει το υπόλοιπο γκρουπ. Μετά από 45 λεπτά επιστρέφει με τους υπόλοιπους. Ξαναπηγαίνει στον καμηλιέρη και ξαναρωτά:
- "Τι ώρα είναι;"
Ο καμηλιέρης σκύβει πάλι κάτω από την καμήλα, πιάνει τα αρχίδια της και απαντά:
- "Είναι 12: 45."
- "Μα πως καταλαβαίνεις την ώρα από τα αρχίδια της καμήλας; σε παρακαλώ εξήγησε μου!"
Ο καμηλιέρης συνεχίζει σιωπηλός τη φροντίδα της καμήλας. Ο Αμερικανός επιμένει.
- "Σε παρακαλώ εξήγησε μου και θα σου δώσω 10 δολάρια."
Ο καμηλιέρης παραμένει σιωπηλός.
- "Σε παρακαλώ σου δίνω 20 δολάρια, πες μου."
Ο καμηλιέρης συνεχίζει αδιάφορος.
- "Θα σου δώσω 200 δολάρια αν μου πεις, κοντεύω να σκάσω σε παρακαλώ!"
- "Λοιπόν, του λέει ο καμηλιέρης αφού παίρνει τα χρήματα, έλα να δεις. Σκύβουμε κάτω από την καμήλα, σπρώχνουμε τα αρχίδια της δεξιά, οπότε έτσι βλέπουμε το ρολόι του δημαρχείου απέναντι που μας δείχνει την ώρα !"

Ήταν δύο που συναγωνιζόντουσαν, ποιος έχει καλύτερο αυτοκίνητο. Ο ένας είχε ένα μικρό Σκόντα, και ο άλλος μια καινούρια Μερσεντές. Κάποια στιγμή λέει αυτός με το Σκόντα:
- "Εγώ έχω καλύτερο αυτοκίνητο, γιατί έχω κι ανεμιστήρα."
- "Ναι, και εγώ έχω ενσωματωμένο κλιμαριστικό. Αρα εγώ έχω το καλύτερο αυτοκίνητο."
Την άλλη μέρα ξαναλέει αυτός με το Σκόντα:
- "Εγώ έχω το καλύτερο αυτοκίνητο, γιατί έχω και καφετιέρα!"
- "Τι; Καφετιέρα μες στο αυτοκίνητο;", λέει ο άλλος.
Τέλος πάντων, πάει και αγοράζει καφετιέρα και λέει:
- "Τώρα εγώ έχω το καλύτερο αυτοκίνητο."
Την άλλη μέρα καθώς αυτός με τη Μερσεντές σταματάει σε ένα φανάρι βλέπει δίπλα του τον άλλον με κλειστά τα παράθυρα. Όταν ανάβει πράσινο, όλοι ξεκινούν εκτός από αυτόν με το Σκόντα. Ο άλλος του κορνάρει. Τότε ανοίγει το παράθυρο αυτός με το Σκόντα και φωνάζει:
- "Τι κορνάρεις ρε, και με έβγαλες απ` το τζακούζι;!"