Δημοφιλή ανέκδοτα

Στην εποχή της μεγάλης μετανάστευσης φτάνουν στην Νέα Υόρκη ένα Κινέζος, ένας Νέγρος και ένας Πόντιος και συναντιούνται σε ένα φτηνό ξενοδοχείο.
Καθώς δεν έχουν αρκετά λεφτά αποφασίζουν να νοικιάσουν μαζί ένα δωμάτιο και από την επομένη να ψάξουν για δουλειά.
Πράγματι την επόμενη μέρα φεύγουν και οι τρεις για να βρουν δουλειά και επιστρέφουν αργά το απόγευμα στο δωμάτιο του ξενοδοχείου.
- Τι έγινε Κινέζε, βρήκες δουλειά, τον ρωτάνε οι δύο άλλοι.
- Οι άτιμοι όπου και να πήγα με διώχνανε και μου λέγανε: έξω από δω παλιοσχιστομάτη. Τζίφος βρε παιδιά.
- Εσύ Νέγρο;
- Τα ίδια και χειρότερα, δεν φτάνει που με βρίζανε με διώξανε στην κυριολεξία και με τις κλωτσιές, οι άτιμοι.
- Εγώ παιδιά τα κατάφερα λέει ο Πόντιος και αύριο πιάνω δουλειά σε ένα εστιατόριο. Μόνο βρε Κινέζε είδα ότι έχεις ρολόι. Σε παρακαλώ μπορείς να με ξυπνήσεις στις 4 το πρωί για να ετοιμαστώ;
- Φυσικά του λέει ο Κινέζος.
Πάει για ύπνο ο Πόντιος αλλά οι δύο άλλοι ζοχαδιασμένοι που δεν βρήκαν δουλειά σκεφτόντουσαν τι να του κάνουν.
- Το βρήκα λέει ο Νέγρος και ανοίγει τη σόμπα παίρνει τις στάχτες και αρχίζει να πασαλείβει τον Πόντιο στο πρόσωπο και τα χέρια. Κατράμι ο Πόντιος.
Κατά τις 4 ο Κινέζος ξυπνά τον Πόντιο και του λέει "άντε σήκω ώρα για δουλειά".
Ευχαριστώ λέει ο Πόντιος, σηκώνετε και πάει για κατούρημα.
Καθώς ξαλάφρωνε κοιτά στον καθρέφτη, γουρλώνει τα μάτια και λέει όλο θυμό :
"Ρε τον π**στη τον Κινέζο τον μα**κα τον Νέγρο ξύπνησε!"
Ο πατέρας ετοιμαζόταν για πάρτυ μεταμφιεσμένων όταν του ήλθε η καταπληκτική ιδέα να ντυθεί πρωτόπλαστος. Το μόνο που θα χρειαζόταν θα ήταν ένα φύλο συκής και επειδή τα φύλα αυτά αφ ενός δεν πωλούνται στα καταστήματα, αφ εταίρου έχουν ανδρεία επιφάνεια και θα του το γρατζουνούσε, αποφάσισε να το αντικαταστήσει με ένα αμπελόφυλλο. Έστειλε λοιπόν το γιό του στο τοπικό παντοπωλείο με τις κατάλληλες οδηγίες για διαστάσεις κτλ.
- "Ο μπαμπάς μου θέλει ένα μεγάλο αμπελόφυλλο", είπε ο μικρός στον παντοπώλη.
- "Ένα μόνο;" ρώτησε απορημένος ο παντοπώλης και επειδή ο πελάτης έχει πάντα δίκιο ακόμα κι όταν έχει τη φαεινή ιδέα να ντυθεί Αδάμ, διάλεξε ένα μεγαλούτσικο και το έδωσε στον μικρό.
- "Τι είναι αυτό; Να το πας πίσω και να του πεις να σου δώσει ένα πιο μεγάλο", είπε προσβεβλημένος ο πατέρας βλέποντας τα οικογενειακά του κοσμήματα να περισσεύουν πίσω από το φύλο.
Ξαναπάει ο μικρός στο παντοπωλείο για να αλλάξει το αμπελόφυλλο.
Εκνευρισμένος ο παντοπώλης ψάχνει και βρίσκει το πιο μεγάλο και το δίνει στον πιτσιρικά.
- "Τι να το κάνω αυτό; Αυτό δεν φτάνει ούτε για να κρύψω τον αφαλό μου!" είπε θυμωμένος ο πατέρας.
Αντε πάλι πίσω ο μικρός.
- "Ξέρω, ξέρω", του είπε ο παντοπώλης. "Περίμενε εδώ κι έρχομαι". Φεύγει και πάει δίπλα στον χορτάρια. Ύστερα από λίγο γυρίζει με ένα αμπελόφυλλο σε μέγεθος εφημερίδας.
Ο μικρός επιστρέφει στον πατέρα του ο οποίος, αφού το πρόβαρε, αποφάσισε ότι τον στένευε και το έστειλε πίσω για αλλαγή.
- "... και μου είπε να σας πω να σταματήσετε τα αστεία και να του στείλετε ένα πραγματικά μεγάλο γιατί αυτά του πέφτουν μικρά", είπε ο πιτσιρικάς.
- "Ακουσε παιδί μου", του λέει ο παντοπώλης, "να πας να πεις στο μπαμπά σου ότι αν την έχει τόσο μεγάλη, αντί να ντυθεί Αδάμ, να τη βάλει στο στόμα του, να κρεμάσει και τα αρχίδια του στους ώμους και να κάνει το
Βατραχάνθρωπο..."

Ο τύπος αυτός πάντα όταν μεθούσε δημιουργούσε μικροεπεισόδια... Μια μέρα λοιπόν οδηγήθηκε στο αυτόφωρο γιατί μεθυσμένος αποκάλεσε ένα όργανο της τάξης "πούστη" και μάλιστα δημοσίως...
Ο δικαστής επιδεικνύοντας κάθε επιείκεια, του επέβαλε 2 λίρες πρόστιμο
"Για να μάθει να συμμορφώνεται με τους νόμους".
Ο Γιώρκος της Κάκας διαμαρτυρήθηκε έντονα..
- Μα κύριε δικαστά, εγώ φτωχός άνθρωπος πού να βρω 2 λίρες... Ασε που δε το ήθελα... Στα νεύρα μου απάνω το είπα...
Ο δικαστής ήταν ανένδοτος.
- Τίποτα κύριε Γιώρκο. Δε γίνονται τέτοια πράματα. Πού ξανακούστηκε να λες τέτοια λόγια σε αστυνομικό; Να πληρώσεις 2 λίρες για να μάθεις άλλη φορά να σέβεσαι...
- Μα κύριε δικ...
- Σιωπή! τον διέταξε ο δικαστής. Θα πληρώσεις αλλιώς θα σε βάλω στη φυλακή...
- Αφού είναι έτσι κύριε δικαστά, είσαι και συ πούστης... Έλα ένα πεντόλιρο και δώσε μου μια λίρα ρέστα...
Μια άλλη φορά ο ίδιος οδηγήθηκε πάλι στο αυτόφωρο, μεθυσμένος. Τώρα όμως γιατί είχε αποκαλέσει μια κυρία της αριστοκρατίας "γκαμήλα" και πάλι δημοσίως... Καταδικάστηκε σε πρόστιμο 5 λίρες, Αυτή τη φορά πλήρωσε χωρίς διαμαρτυρία αλλά αμέσως μετά ρώτησε το δικαστή:
- Κύριε δικαστά, αν αποκαλούσα μια γκαμήλα "κυρία" θα μου έβαζες πρόστιμο;
- Ασφαλώς όχι... Απάντησε ο δικαστής.
Τότε ο Γιώρκος γυρνώντας προς τη παραπονούμενη της είπε τονίζοντας τη λέξη:
- Χαίρεται ΚΥΡΙΑ.