Ήταν ένας Γερμανός, ένας Γάλλος κι ένας Έλληνας και μετά από ένα ατύχημα που είχαν πέθαναν και οι τρεις. Εμφανίζεται ξαφνικά μπροστά τους ο άγιος Πέτρος και τους λέει:
- Θα σας δώσω από μια ευκαιρία να δούμε αν θα πάτε στον παράδεισο ή στην κόλαση. Θα πετάξετε και οι τρεις από ένα αντικείμενο μέσα στη θάλασσα κι εγώ θα βούτηξω να το βρω. Αν το βρω θα πάτε στην κόλαση, αν όμως δεν το βρω θα πάτε στον παράδεισο.
Συμφώνησαν και οι τρεις με την πρόταση του αγίου και άρχισαν να σκέφτονται τι να πετάξουν.
Πρώτος ήταν ο Γερμανός που πέταξε στη θάλασσα ένα κουμπί. Βουτάει ο άγιος Πέτρος και μετά από μισή ώρα βγαίνει με το κουμπί στο χέρι.
- Δυστυχώς για σένα το βρήκα κι έτσι θα πας στην κόλαση, του λέει.
Μετά ήρθέ η σειρά του Γάλλου ο οποίος αφού είδε πως ο άγιος βρήκε κάτι τόσο μικρό όσο ένα κουμπί, αποφάσισε να πετάξει μια τρίχα. Βουτάει ο άγιος, περνάει μια ώρα, περνάνε δυο ώρες και στο τέλος βγαίνει πάλι με την τρίχα στο χέρι.
- Κι εσύ δεν τα κατάφερες, άρα κι εσύ θα πας στην κόλαση, είπε και στον Γάλλο.
Τέλος ήρθε η σειρά του Έλληνα ο οποίος πέταξε κάτι μέσα στη θάλασσα. Βουτάει ο άγιος, περνάνε γύρω στις πέντε ώρες και στο τέλος βγαίνει χωρίς να κρατάει τίποτε στα χέρια του.
- Δεν μπόρεσα να βρω αυτό που πέταξες και θα πας στον παράδεισο, όμως μπορείς σε παρακαλώ να μου λύσεις την απορία και να μου πεις τι ήταν; τον ρωτάει.
Και η απάντηση του Έλληνα:
- Depon αναβράζον!
Είναι ένας Αμερικάνος, ένας Ιάπωνας κι ένας Έλληνας σ ένα τραίνο. Ξαφνικά ακούγεται ένα "ντριιιιιιιιιιιιιν" κι ο Αμερικάνος παριστάνοντας με το χέρι πως μιλάει στο τηλέφωνο αρχίζει:
"Hello!?!... Yes... Yes ... O. K!"
Ο Έλληνας κι ο Ιάπωνας τον κοίταζαν περίεργοι. Τελικά ο Έλληνας πήρε το θάρρος και είπε "με συγχωρείτε αλλά ξέρετε είμαι περίεργος...", "Οhhh" τον διακόπτει ο Αμερικάνος "αυτό τελευταία tecnology στο America... Μάικροφον στο μικρό δάκτυλο, ακουστικό στον αντίχειρα, χωρίς παρεμβολές και χωρίς κίνδυνο από electomagnetic waves... It s very very good".
Το ταξίδι συνεχίζεται και μετά από λίγα λεπτά "biiiiiiiiiip biiiiiiiiiiiip".
Ο Ιάπωνας πιάνει το δόντι του κι αρχίζει να μιλάει "Οχάιο, φουκουγιάμα, σουζούκι, χόντα καβασάκι... Σαγιονάρα".
Οι άλλοι δύο κοιτούν έκθαμβοι. "Χααααα, αυτό τελευταία τεχνολογία στο Japan. Ακουστικό στο αφτί, μικρόφωνο στο δόντι χωρίς ραδιενέργεια. It s fantastic".
Το ταξίδι συνεχίζεται ήρεμα κι ωραία μέχρι που ο Έλληνας αμολάει μια πολύ ηχηρή πορδή "πρρρρρρρρρρρρρρρρρρρρρρρρρρρρρρρττττττττττττττττ"
"Ε, χμ, με συγχωρείτε, μόλις έλαβα ένα φαξ".
Γύρω από το κρεβάτι τού πόνου είναι συγκεντρωμένη όλη η οικογένεια τού ετοιμοθάνατου Εβραίου πατέρα. Το κλίμα είναι βαρύ και πένθιμο. Ένα μόνο μικρό καντηλάκι, δίπλα στον άρρωστο, φωτίζει αμυδρά το στενό δωμάτιο.
Ο πατέρας, με κλειστά τα μάτια και πολύ κόπο, ψιθυρίζει:
Πατέρας: Γυναίκα μου Σάρα είσαι εδώ;
Σάρα (κλαίγοντας): Ναι, άντρα μου… Πατέρας: Γιε μου Ιακώβ είσαι εδώ;
Ιακώβ (φανερά συγκινημένος): Ναι, πατέρα… Πατέρας: Μικρή μου θυγατέρα Ιουδίθ, είσαι εδώ;
Ιουδίθ: (απαρηγόρητη): Ναι, πατέρα, είμαι κοντά σου… Πατέρας: Και εσύ στερνοπούλι μου Ααρών, είσαι εδώ;
Ααρών (με αναφιλητά): Ναι, πατέρα… Πατέρας: ΚΑΙ ΠΟΙΟΣ ΣΤΟ ΔΙΑΟΛΟ ΕΙΝΑΙ ΣΤΟ ΜΑΓΑΖΙ;
Η οικογένεια συνειδητοποιεί αμέσως την εγκληματική αμέλεια και όλοι αποχωρούν σιγά-σιγά από το δωμάτιο. Τελευταίος φεύγει ο μικρός Ααρών που, κλείνοντας την πόρτα τού δωματίου, λέει:
- «Και πού ‘σαι πατέρα… Όταν αφήνεις την τελευταία σου πνοή, άφησε την προς το καντήλι, για να σβήσει. Είναι κρίμα να καίει άδικα…».
Την άλλη μέρα τού θανάτου του πατέρα, ο Ιακώβ πηγαίνει στην τοπική εφημερίδα για να βάλει την αναγγελία τού θανάτου.
Ιακώβ: Παρακαλώ, ποια είναι η μικρότερη χρέωση για μία αναγγελία θανάτου;
Υπάλληλος: 2 δολάρια, κύριε.
Ιακώβ: Εντάξει, γράψε λοιπόν:
- «Αβραάμ Κοέν πέθανε».
Υπάλληλος: Κύριε, πρέπει να έχετε υπόψιν σας πως με τα 2 δολάρια μπορείτε να γράψετε μέχρι 10 λέξεις.
Ο Ιακώβ σκέφτεται μερικά δευτερόλεπτα και λέει στον υπάλληλο: Ωραία, τότε γράψε:
- «Αβραάμ Κοέν πέθανε. Πωλείται DATSUN σε τιμή ευκαιρίας».
Ένας Έλληνας οδηγεί στην Κωνσταντινούπολη και περνά με κόκκινο. Ο τούρκος μπάτσος λοιπόν τον σταματά.
- Περάσατε με κόκκινο κύριε.
- Ε και! Λέγε πόσο είναι το πρόστιμο να τελειώνουμε.
- Δεν υπάρχει πρόστιμο κύριε. Θα πρέπει να γίνει δίκη.
- Τι δίκη ρε φίλε. Κόψε την κλήση να τελειώνουμε.
Από τα πολλά ο μπάτσος τον πηγαίνει στο δικαστήριο που είναι όπως στις ταινίες. Στεγάζεται στο κτήριο των φυλακών, είναι άθλιο, και τρομακτικό. Μπόλικος κόσμος που περιμένει να δικαστεί, στην σειρά και ο Έλληνας φίλος μας.
Ο τούρκος πρόεδρος του δικαστηρίου αρχίζει:
- Τι έκανες, ρωτά τον Έλληνα.
- Πέρασα με κόκκινο, κύριε δικαστά. Κόψτε μου μια κλήση να πληρώσω.
- Δεν έχει πρόστιμο εδώ. Χασάν πάρε τον και πήδα τον.
- Μα τι λέτε κύριε πρόεδρε! κάνει ο Έλληνας τρομαγμένος. Πόσο κάνει να πληρώσω!
- Χασάν. Πάρε τον και πήδα τον. Ο επόμενος! Τί έκανες;
- Έκλεψα, κύριε δικαστά.
- Χασάν, πάρε τον και κόψε του τα χέρια. Ο επόμενος! Τί έκανες εσύ;
- Σκότωσα, κύριε δικαστά.
- Χασάν, πάρε τον και κόψε του το κεφάλι.
Ο Χασάν, τούρκος 180 κιλά, 2φυλλή ντουλάπα, καραφλός, με γυαλισμένο κεφάλι και ο ιδρώτας κάνουλα. Βουτά και τους 3 μαζί από τον λαιμό και αρχίζει να τους πηγαίνει έξω από το δικαστήριο προς την φυλακή.
Οπότε ο Έλληνας γυρνά και του λέει:
- Και πού σαι Χασάν, ... Κοίτα μην μπερδευτούμε. Εγώ είμαι για γαμήσι.
Ένας Αμερικανός βρίσκεται για δουλειές στη Σαουδική Αραβία και νοικιάζει ένα αυτοκίνητο. Εκεί που τρέχει με 150 στη μέση της ερήμου τον σταματάει ένα περιπολικό.
"Κύριε, του λέει ο αστυνομικός, τρέχατε με 150 ενώ το όριο εδώ είναι 70".
"Ε, καλά, λέει άνετα ο Αμερικάνος, πείτε μου πόσο είναι το πρόστιμο να τελειώνουμε γιατι βιάζομαι".
Εδώ ισχύει ο Οθωμανικός νόμος, λέει αυστηρά ο αστυνομικός. Δεν έχει πρόστιμα. Θα σε πάμε στην πόλη και εκεί θα έρθει ο Αμπτούλ και θα σε γ..."
Τον Αμερικάνο τον λούζει κρύος ιδρώτας. "Τι είναι αυτά που λέτε, εγώ είμαι Αμερικανός πολίτης, θέλω να δώ τον πρέσβη". Ο αστυνομικός δεν καταλαβαίνει τίποτα. Τον βάζει στο περιπολικό και τον πηγαίνει κατευθείαν στο δικαστή.
Ο Αμερικάνος φωνάζει, διαμαρτύρεται αλλά χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Μη μπορώντας να κάνει τίποτα άλλο περιμένει τη σειρά του.
Φέρνουν τον πρώτο κατηγορούμενο που κατηγορούνταν για ληστεία. "Να του κόψετε το δεξί χέρι" αποφασίζει ο δικαστής. Φέρνουν το δεύτερο που κατηγορούνταν για βιασμό και αποφασίζει να του κόψουν τα δύο χέρια και να τον ευνουχίσουν. Φέρνουν τον τρίτο που κατηγορούνταν για φόνο και αποφασίζει να του κόψουν το κεφάλι.
Γεμάτος αγωνία τότε ο Αμερικάνος γυρίζει στον Αμπτούλ που στεκόταν δίπλα του και του λέει:
"Εμείς Αμπτούλ ένα γαμισάκι και τελειώσαμε, έτσι ;..."
Ένας Άγγλος, ένας Γάλλος και ένας Έλληνας συλλαμβάνονται από ανθρωποφάγους στην Αφρική.
Ο αρχηγός προ σφέρεται να ελευθερώσει όποιον τα καταφέρει σε τρεις δοκιμασίες: να πιεί ένα τόνο κρασί, να βγάλει ένα αγκάθι από το πόδι του ιερού λιονταριού και να κάνει σεξ στην εκατοντάχρονη γιαγιά του.
Οδηγούν τον Άγγλο στην καλύβα με το κρασί, αρχίζει να πίνει δεν φτάνει ούτε στη μέση. Οι ιθαγενείς τον τρώνε.
Aκολουθεί ο Γάλλος. Πίνει, πίνει... σταματάει λίγο πριν το τέλος. Τον τρώνε κι αυτόν.
Eρχεται η σειρά του Έλληνα. Μπαίνει στην καλύβα και μετά από πέντε ώρες βγαίνει τρεκλίζοντας αφού έχει πιεί όλο το κρασί. Τον πηγαίνουν στη δεύτερη καλύβα με το λιοντάρι, μετά από λίγο ακούγονται βρυχηθμοί, κραυγές, ουρλιαχτά και μετά από τρεις ώρες βγαίνει ο Ελληνάρας με σχισμένα ρούχα, γρατζουνισμένος, φέσι ακόμα από το μεθύσι, και λέει στον αρχηγό:
- Πηγαινέ με τώρα στη γιαγιά σου να της βγάλω το αγκάθι από το πόδι.