Ήταν ένας υπάλληλος σε ένα super-market, ο οποίος ήταν εξαιρετικά ετοιμόλογος. Μια μέρα, λοιπόν, μπαίνει μια κυρία και ζητάει μισό πεπόνι.
- "Μα κυρία μου, δεν μπορώ να σας δώσω μισό πεπόνι" ,λέει ο υπάλληλος. "Το άλλο μισό τι να το κάνω;"
- "Όχι", λέει αυτή." Θέλω μισό πεπόνι!".
- "Μα δεν γίνεται αυτό", λέει ευγενικά ο υπάλληλος.
- "Γίνεται, πως δεν γίνεται! Να με πας αμέσως στον διευθυντή σου θέλω να του μιλήσω!"
Μπαίνει ο υπάλληλος φουριόζος στο γραφείο του διευθυντή και αρχίζει:
- "Κύριε διευθυντά είναι μια παράξενη εκεί έξω και μου ζητά μισό πεπόνι!". Πριν όμως προλάβει να τελειώσει τη φράση του βλέπει με την άκρη του ματιού του την κυρία ακριβώς από πίσω του, οπότε συνεχίζει:
- "... και είναι και αυτή η εξαιρετική κυρία, η οποία θέλει να αγοράσει το άλλο μισό!". Τέλος πάντων, τη σώζει την κατάσταση ο υπάλληλος, παίρνει η κύρια το μισό πεπόνι της και αμέσως ο διευθυντής καλεί τον υπάλληλο στο γραφείο του.
- "Λοιπόν ,παιδί μου, σε θαύμασα προηγουμένως. Πόσο ετοιμόλογος ήσουν! Μπράβο, μπράβο! Πες μου σε ποιο κατάστημα θέλεις να σε πάω ως υποδιευθυντή; Αποφάσισα να σου δώσω προαγωγή. Απλά πες μου που θες να πας."
- "Δεν ξέρω κύριε διευθυντά. Όπου θέλετε εσείς."
- "Μα πες μου που σου αρέσει".
- "Όπου να ναι δεν έχω πρόβλημα"
- "Καλά λοιπόν θα πας στο Αιγάλεω"
- "Στο Αιγάλεω; Ε, όχι και στο Αιγαλεω!"
- "Μα γιατί; Τι έχει το Αιγάλεω;"
- "Ε, να! Το Αιγάλεω μόνο ποδοσφαιριστές και ιερόδουλες βγάζει!"
- "Μα τι λες παιδί μου; Η γυναίκα μου είναι απο το Αιγάλεω!"
- "Σοβαρά; Σε ποιά ομάδα παίζει;"!
Ο Τζώρτζ Μπους παθαίνει μπαράζ τριών εγκεφαλικών Σε μισή ώρα, και μια καρδιακή προσβολή μετά από λίγο, και πεθαίνει. Πηγαίνει στην κόλαση και βρίσκει το διάβολο, ο οποίος τον περιμένει καπνίζοντας, σκεπτικός και φανερά αγχωμένος.
- Δεν ξέρω τι να κάνω τώρα με σένα, του λέει ο διάβολος. Είσαι ο επόμενος στη λίστα μου αλλά είμαστε κλεισμένοι φουλ, δεν υπάρχει άλλος χώρος στην κόλαση. Πρέπει όμως να μείνεις οπωσδήποτε στην κόλαση, συνεχίζει σκεφτικός. Δεν τίθεται θέμα να σε αφήσουμε... Οπότε να τι θα γίνει. Έχω τρεις τύπους εδώ που ήταν κακοί, αλλά όχι τόσο ελεεινοί όσο εσύ στην επίγεια ζωή σου. Θα αφήσω έναν από αυτούς να φύγει κι εσύ θα πάρεις τη θέση του. Επειδή με βρίσκεις και στις καλές μου, θα αφήσω ΕΣΕΝΑ να αποφασίσεις ποιος φεύγει για να πάρεις τη θέση του!
Η φάση καλοάρεσε στο Μπους, και δέχτηκε αμέσως. Ο διάβολος ανοίγει το πρώτο δωμάτιο. Μέσα ήταν ο Ρίτσαρντ Νίξον σε μια μεγάλη βαθιά πισίνα με νερό. Ο Νίξον βουτούσε, κατέβαινε όσο βαθιά μπορούσε, ξανάβγαινε στην επιφάνεια ίσα-ίσα για να πάρει μια αναπνοή και ξανά βουτούσε από την αρχή. Τέτοια ήταν η μοίρα του στην κόλαση.
- Όχι, όχι! φώναξε ο Μπους. Δε νομίζω διάβολε. Από κολύμπι είμαι άσχετος, και επίσης από φυσική κατάσταση εντελώς άχρηστος οπότε αποκλείεται να το αντέχω αυτό το πράμα όλη μέρα...
Προχωράνε και ο διάβολος ανοίγει το δεύτερο δωμάτιο. Μέσα ήταν ο Τόνι Μπλαιρ, με μια σαραντάκιλη βαριοπούλα ανάμεσα σε μεγάλες ξερές πέτρες.
Καταϊδρωμένος κόκκινος και κατάκοπος κοπανούσε σπάζοντας τις πέτρες, οι οποίες ξαναφύτρωναν ασταμάτητα... Τέτοιο ήταν το χάλι του δήθεν σοσιαλιστή κομματάρχη από την Αγγλία.
- Όχι καλύτερα... Έχω αυτό το πρόβλημα με τον ώμο μου (σκεφτόταν ότι μάλλον δε θα μπορούσε καν να σηκώσει τη βαριοπούλα)... και σίγουρα θα υποφέρω αν σπάω πέτρες ασταμάτητα όλη μέρα! Πάμε για το τρίτο;
Ανοίγει ο διάβολος το τρίτο δωμάτιο. Βλέπει μέσα ο Μπους τον Κλίντον, ξαπλωμένο στο πάτωμα χαλαρό με τα χέρια πίσω από το κεφάλι, να διαβάζει εφημερίδα και να ρουφάει το καφεδάκι του. Είχε τα πόδια του ανοιχτά και από πάνω του σκυμμένη ήταν η Μόνικα Λεβίνσκι, η οποία συνέχισε να τσιμπουκώνει τον Αμερικανό πρώην πρόεδρο εντελώς ατάραχη και αρκετά παθιασμένα. Ο Μπους σάστισε από τη χαρά του για λίγο, το χώνεψε και είπε στο διάβολο ευθύς:
- Να, αυτό μου κάνει. Είμαι σίγουρος ότι θα τα πάω μια χαρά διάβολε!
Ο διάβολος χαμογέλασε, του έκλεισε το μάτι και φώναξε:
- ΟΚ Μόνικα, αρκετά κορίτσι μου... Είσαι ελεύθερη να φύγεις...