Ήταν ένας δημοσιογράφος που έκανε ρεπορτάζ για τη ζωή των μοναχών στο ¶γιο Όρος. Αφού τακτοποιήθηκε στο κελί του ξεκίνησε από τα βασικά. Τι τρώνε οι μοναχοί τι ώρες κοιμούνται κτλ. Οι μέρες κυλούσαν ήσυχα ώσπου ένα βράδυ μέσα στα άγρια μεσάνυχτα του έρχεται να κατουρήσει. Σηκώνεται λοιπόν ο δημοσιογράφος και πηγαίνει στις τουαλέτες που ήταν κοινόχρηστες. Βγαίνοντας στον διάδρομο πηγαίνοντας προς τις τουαλέτες βλέπει από μια μισάνοιχτη πόρτα όλους τους καλόγερους μαζεμένους γύρω από ένα τραπέζι να έχουν βγάλει έξω τις που***ς τους να τις έχουν ακουμπήσει στο τραπέζι και ένα ποντίκι να γυρίζει γύρω- γύρω.
Μένοντας άφωνος από το περιστατικό και χωρίς να θέλει να γίνει αδιάκριτος συνεχίζει το δρόμο του. Στο διπλανό δωμάτιο όμως κοντοστέκεται αφού ακούει βογκητά ευχαρίστησης. Από την μισάνοιχτη πόρτα βλέπει έναν καλόγερο να πηδάει μια φοβερή γκόμενα. Μένοντας άφωνος από το περιστατικό και χωρίς να θέλει να γίνει αδιάκριτος συνεχίζει το δρόμο του. Στο επόμενο δωμάτιο όμως ακούει βογκητά πόνου και από την μισάνοιχτη πόρτα βλέπει ένα καλόγερο γυμνό και άλλους δύο να τον μαστιγώνουν. Αποφασίζει να μην μπουκάρει μέσα αλλά το πρωί μια- και δυο πάει και βρίσκει τον ηγούμενο της μονής.
- «Μα καλά τι πράγματα είναι αυτά?» αναφωνεί έξαλλος. «Έρχομαι στον οίκο του Θεού και βλέπω όργια! Όλοι οι μοναχοί καθισμένοι με τα πουλιά τους ακουμπισμένα σ’ ένα τραπέζι, ένας καλόγερος να πηδάει μια γκομενάρα, κι ένας άλλος δύστυχος να μαστιγώνεται!» «Μην βιάζεστε να βγάλετε συμπεράσματα αγαπητέ μου», του λέει ο ηγούμενος.
- «Εμείς εδώ στο μοναστήρι για να μην πλήττουμε από την καθημερινότητα έχουμε φτιάξει ένα παιχνίδι».
- «Λοιπόν σας ακούω».
- «Να , μαζευόμαστε γύρω από ένα τραπέζι βγάζουμε τα πουλιά μας έξω, πάνω στο τραπέζι τρέχει ένα ποντίκι σε όποιου την πούτσα κάτσει το ποντίκι μπαίνει στο διπλανό δωμάτιο και πηδάει την γκόμενα» «Και στο άλλο δωμάτιο τι γίνεται?» τον ρωτάει απορημένος ο δημοσιογράφος «Στο άλλο δωμάτιο πάει εκείνος που έκανε την πουστιά να βάλει τυρί στην πο***α του»
Ήταν μια φορά ένας βασιλιάς και ήθελε να παντρέψει την κόρη του βγάζει λοιπόν ανακοίνωση σε όλη τη χώρα ότι αυτός που θα φέρει τα καλύτερα μπαλάκια του πινγκ-πονγκ θα παντρευτεί την κόρη του Η προθεσμία θα έληγε σε μια βδομάδα στις 12 η ώρα. έρχεται η επόμενη εβδομάδα άρχισαν να πηγαίνουν οι βασιλιάδες των διπλανών χωρών ο ένας έφερε Χρύσα μπαλάκια του πινγκ-πονγκ ο άλλος πλατινένια μπαλάκια του πινγκ-πονγκ ο άλλος διαμαντένια μπαλάκια του πινγκ-πονγκ Ο κωστίκας που αγαπούσε την πριγκίπισσα αργούσε να πάει έφτασε 11 η ώρα πήγε 11,30 τίποτα ο Κωστίκας Λέει ο βασιλιάς θα αποφασίσω σε ποιον θα δώσω την κόρη μου ΟΧΙ ακόμα φωνάζει η πριγκίπισσα να πάει 12 μήπως έρθει και ο κωστίκας. Πάει 12 παρά πέντε και ξαφνικά ανοίγει η πόρτα και μπαίνει μέσα ο Κωστικας γεμάτος αίματα και χτυπήματα και φωνάζει ποιος μαλάκας ζήτησε τα αρχίδια του Κινκ-Κονγκ.