Κάποιος, που ανέκαθεν ήταν καλός χριστιανός, βρίσκεται στο Νοσοκομείο, είναι στα τελευταία του, και οι συγγενείς του καλούν ένα παπά να τον μεταλάβει.
Έρχεται ο παπάς τον μεταλαμβάνει, λέει και διάφορες προσευχές. Την ώρα που ο παπάς ψάλλει, ο άρρωστος δείχνει κάποια αχνά σημεία κινητικότητας, προσπαθεί να ψελλίσει κάτι, δεν μπορεί και με τις τελευταίες εναπομείνασες δυνάμεις του κάνει νόημα στο παπά να του δώσει ένα μολύβι και χαρτί να γράψει κάτι. Ο ιερέας του δίνει χαρτί και μολύβι, γράφει ο ασθενής κάτι και ο παπάς παίρνει το χαρτί και το βάζει στη τσέπη του για να το διαβάσει αργότερα. Δευτερόλεπτα μετά ο άρρωστος βγάζει την τελευταία του πνοή και πεθαίνει.
Ο παπάς ξεχνάει το χαρτί στη τσέπη και την επόμενη ημέρα γίνεται η κηδεία του εκλιπόντος και ο ίδιος παπάς είναι αυτός που κάνει και την σχετική επιμνημόσυνη δέηση στην εκκλησία. Μετά το τέλος της δέησης, ο παπάς θυμάται το σημείωμα που του έγραψε ο εκλιπών, θέλει να βγάλει κι ένα μικρό κήρυγμα και βγάζει το χαρτί από την τσέπη απευθυνόμενος στους συγγενείς και φίλους του εκλιπόντος:
- Αγαπητοί, λέει ο ιερεύς, ο εκλιπών ήταν ένα υπόδειγμα πιστού χριστιανού, καλού πατέρα, φίλου και ανθρώπου. Πριν αποδημήσει εις Κύριον μου έγραψε αυτό το σημείωμα που είμαι βέβαιος ότι θα έχει τα καλύτερα λόγια για εμάς τους φίλους του. Σας το διαβάζω λοιπόν:
"Ρε κόπανε πήγαινε πιο πέρα! Πατάς τον σωλήνα που μου δίνει οξυγόνο!"
Πάει ο τύπος σ ένα ιερέα για να εξομολογηθεί. Του λέει ο ιερέας:
"Πες
Μου, τέκνον μου, τι αμαρτία πιστεύεις ότι έχεις κάνει;". Ο
Τύπος αρχίζει να μιλά:
"Πήγα μια μέρα στο σπίτι της αρραβωνιαστικιάς
Μου, για να πάμε βόλτα. Αυτή όμως έλειπε. Ήταν εκεί η
Μεγάλη της αδελφή. Ε, τώρα, μόνη αυτή στο σπίτι, μόνος εγώ, έγινε το
Κακό".
"Μα παιδάκι μου, με τη μεγάλη αδελφή της
Αρραβωνιαστικιάς σου πήγες να το κάνεις;".
"Δεν ήταν μόνο αυτό",
Συνεχίζει ο μεταμελημένος τύπος, που συνεχίζει ακάθεκτος,
"Την άλλη μέρα που πήγα ήταν εκεί η μικρή της αδελφή. Ε, τώρα, μόνη
Αυτή, μόνος εγώ, δεν άργησε να γίνει το... κακό". Ο
Πάτερ άκουγε και δεν πίστευε στ αυτιά του. "Τέκνον μου, είναι βαριά τα
Κρίματά σου, αμφιβάλλω αν συγχωρεθούν". Ο τύπος
Όμως δεν είχε τελειώσει:
"Ξέρετε, πάτερ, κι άλλη μια φορά πήγα σπίτι και
Βρήκα μόνη τη μητέρα της. Τι να σας πω. Μόνος εγώ,
Μόνη αυτή, έγινε το κακό...". Σε κάποια στιγμή ο τύπος σηκώνει το κεφάλι
Του, αλλά ο παπάς έχει γίνει "άφαντος". Τον αναζητεί
Και τον βλέπει πίσω από κάτι κουρτίνες. "Γιατί, πάτερ, κρυφτήκατε εκεί
Πίσω;", αναρωτιέται ο τύπος. Κι ο παπάς έντρομος:
"Δεν
Καταλαβαίνεις; Μόνος εγώ, μόνος εσύ, άσε να μη γίνει τίποτα!".
Κάποτε συναντήθηκαν 3 ιερείς, ένας χριστιανός ορθόδοξος, ένας μουσουλμάνος και ένας καθολικός, όπου συζητούσαν για τον τρόπο που μοιράζουν τα λεφτά της εκκλησίας.
Αρχίζει πρώτος ο καθολικός και λέει:
- Εμείς οι καθολικοί, απλώνουμε ένα κόκκινο μακρί χαλί, τραβάμε μια γραμμή κάπου σε αυτό, και σκορπίζουμε το κουτί με τα λεφτά της εκκλησίας πάνω του.
Όσα λεφτα περάσουν την γραμμή είναι του Θεού τα υπόλοιπα δικά μας! Μετά λέει και ο μουσουλμάνος τι κάνουν με τα λεφτά:
- Εμείς πηγαίνουμε σε ένα χωράφι, ανοίγουμε μια τρύπα χάμω και ρίχνουμε τα λεφτά απο το κουτί στο χώρο γύρο απο την τρύπα, όσα μπούνε στην τρύπα είναι του Θεού, τα υπόλοιπα δικά μας!
Μετά έρχεται και και η σειρά του χριστιανού ιερέα:
- Εμείς πηγαίνουμε σε ένα ανοιχτό μέρος, παίρνουμε το κουτί με τα λεφτά και τα ρίχνουμε ψηλά στον αέρα. Όσα προλάβει να πιάσει ο Θεός είναι δικά του, τα υπόλοιπα δικά μας!