Είναι 4 νεαροί μουσικοί που νοίκιασαν ένα διαμέρισμα.
Αρχίζουν λοιπόν το πρώτο βράδυ να παίζουν μουσική, στο διπλανό διαμέρισμά
Μένει ένας παππούς, εκνευρισμένος με τη φασαρία που γίνετε τρέχει και κουδουνάει στην πόρτα τους, τους ρωτάει τι συμβαίνει.
Αυτοί του λένε ότι αύριο έχουν να δώσουν μια συναυλία και πως είναι η τελευταία τους πρόβα έτσι και τα καταφέρουν θα σκίσουν.
Το ίδιο σκηνικό γίνετε για πολλά βράδια, αλλά δυστυχώς ο παππούς στο ερώτημα του κάθε φορά έπαιρνε πάντα την ίδια απάντηση.
Κάποτε ο παππούς σταμάτησε να τους χτυπά την πόρτα και να ρωτά τα ίδια και τα ίδια.
Οι νεαροί όμως που συνήθισαν την παρουσία του τόσες μέρες ανησύχησαν οπότε πάνε στο διαμέρισμά του να δουν μήπως και έπαθε κάτι.
Βρίσκουν την πόρτα ανοιχτή και περνούν μέσα, τα φώτα όλα κλειστά, αριστερά, δεξιά ψάχνουν κανένας, στο βάθος βλέπουν το φως από το μπάνιο
Αναμμένο, ανοίγουν την πόρτα και έκπληκτοι βλέπουν το γέρο αραχτό με τα δυο του χέρια να την παίζει.
Ο ένας από αυτούς τον ρωτά: Παππού τι κανείς εδώ;
Νααα μια τελευταία πρόβα, έτσι και μου σηκωθεί έρχομαι να σας γαμ... Ω όλους!
Εσείς, τι κάνετε στα φανάρια;
Eχετε προσέξει, τι κάνουν οι οδηγοί στα φανάρια περιμένοντας να ανάψει το πράσινο; Λοιπόν, διαβάστε τι έχω προσέξει εγώ και κάπου μπορεί να αναγνωρίσετε τον εαυτόν σας...
Κουνιόνται στο ρυθμό της μουσικής που ακούνε από το ραδιόφωνό τους.
Βρίζουν ή και αυτοφασκελώνονται ακούγοντας ειδήσεις.
Ψάχνουν για άλλο ραδιοφωνικό σταθμό.
Μιλάνε στο κινητό τους.
Μιλάνε στον συνεπιβάτη τους.
Μιλάνε μόνοι τους.
Διώχνουν τον μετανάστη που θέλει να τους καθαρίσει το παρμπρίζ.
Δέρνουν το πιτσιρίκι τους γιατί δεν κάθεται φρόνιμα στο πίσω κάθισμα.
Βάζουν χέρι στον/στην συνεπιβάτη τους.
Ανάβουν τσιγάρο.
Αγοράζουν κάτι από τον πωλητή του φαναριού.
Παρκάρουν πρόχειρα και ψωνίζουν από το περίπτερο.
Πίνουν μια γουλιά νερό, αναψυκτικό, καφέ κλπ.
Ανοίγουν λίγο την πόρτα τους και αδειάζουν το σταχτοδοχείο.
Κοιτάζονται στον εσωτερικό ή και στον αριστερό καθρέπτη.
Καθαρίζουν τα δόντια τους.
Χτενίζονται.
Καθαρίζουν την μύτη τους.
Γκαζώνουν, κοιτάζοντας το φανάρι, έτοιμοι για εκκίνηση formula 1.
Κάνουν καμάκι στην οδηγό του διπλανού αυτοκινήτου.
Παίζουν κομπολόι.
Ξεχασα τιποτα;

Ένας βιολιστής πετούσε με το ιδιωτικό του τζετ όταν ξαφνικά παρουσιάστηκε βλάβη κι αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το σκάφος με αλεξίπτωτο, προλαβαίνοντας μόνο να πάρει μαζί του πέφτοντας το βιολί του.
Τελικά έπεσε στο ξέφωτο μιας ζούγκλας κι εκεί που στεκόταν και σκεφτόταν τι να κάνει βλέπει στην άκρη του ξέφωτου ένα λιοντάρι. Το λιοντάρι τον βλέπει κι αυτό και βρυχώμενο αρχίζει να ορμά προς το μέρος του. Ο βιολιστής, συναισθανόμενος το τέλος του, βγάζει το βιολί του κι αρχίζει να παίζει μια λυπητερή μελωδία. Το λιοντάρι συνεχίζει να ουρλιάζει και να επιτίθεται κι ο βιολιστής παίζει. Τον πλησιάζει στα τριάντα μέτρα, στα είκοσι, στα δέκα, στα πέντε και ξαφνικά σταματάει μπροστά του, μαγεμένο απ τη μουσική, κι ακούει. Μετά από λίγο ένα δεύτερο λιοντάρι εμφανίζεται στην άκρη του ξέφωτου. Βρυχάται κι αρχίζει σαν αστραπή να ορμά. Πλησιάζει στα τριάντα μέτρα, στα είκοσι, στα δέκα, στα πέντε και σταματάει κι αυτό, μαγεμένο, κι ακούει το βιολιστή. Μετά από λίγο ένα τρίτο λιοντάρι κάνει την εμφάνισή του και βρυχάται κι επιτίθεται κι αυτό. Φτάνει στα τριάντα μέτρα, στα είκοσι, στα δέκα, στα πέντε και τελικά πέφτει πάνω στο βιολιστή και τον κατασπαράζει. Τότε γυρνάει το πρώτο λιοντάρι και λέει στο δεύτερο:
- Πάλι την έκανε τη μαλακία του ο κουφός!
Ο Τζο ο Καουμπόυ για να πάει στο Φορτ-Γουόρθ έπρεπε να περάσει την έρημο της Νεβάδα.
Πήρε νέο άλογο, πολλές προμήθειες, έκανε τον σταυρό του και ξεκίνησε. Στον δρόμο όμως του την πέφτουν ληστές και του παίρνουν τα πάντα. Μετά από μέρες μισοπεθαμένοι, αυτός και το άλογό του, έσερναν τα βήματά τους στην άμμο, όταν κάτι γυάλισε στα 2 μέτρα. Πλησιάζει, το πιάνει... Ένα μισοσκουριασμένο σπαθί από τον εμφύλιο.
Το μαζεύει καθώς δεν είχε άλλο όπλο, και άρχισε να το χρησιμοποιεί σαν μπαστουνι. Στο άλογο του δεν ανέβαινε, γιατί και αυτό τα χάλια του είχε.
Την άλλη μέρα η τύχη του χαμογέλασε. Κάτι κινήθηκε μπροστά του. Ένα φίδι!
Τραβάει το σπαθι και μένει κόκκαλο.
- Μην με σκοτώσεις, λέει το φίδι. Είμαι μάγος και αν με αφήσεις να ζήσω θα σου πραγματοποιήσω 3 ευχές.
- Ωραία. Πρώτον, θέλω εγώ και το άλογό μου να είμαστε οι πιο ωραίοι, χορτάτοι και δυνατοί στην γη.
Την ίδια στιγμή, παφ, καπνός και ο Τζο έγινε 2 μέτρα ψηλός, ξανθός, γαλανομάτης, και το άλογο του τεράστιο και πανέμορφο.
- Δεύτερον θέλω πλούτη, πολλά πλούτη.
Πάφ, καπνός και εμφανίζεται ένα κάρο φορτωμένο με χρυσάφι και διαμάντια.
- Και τρίτον, θέλω να αποκτήσω το πράγμα του αλόγου μου.
- Είσαι σίγουρος, ρωτάει ο μάγος.
- Ναι ρε, έχεις αντίρρηση; λέει ο Τζο κουνώντας με νόημα το σπαθί του.
- Ότι πεις. Εσύ είσαι το αφεντικό, λέει το φίδι, το κάνει και εξαφανίζεται.
Δένει ο Τζο το κάρο στο άλογο, ανεβαίνει και αυτός και ξεκινάνε για την πόλη.
Φτάνοντας στην πόλη, μπαίνει στο πρώτο σαλούν και σταματούν τα πάντα. Μουσική, κουβέντες ακόμα και ανάσες!
Πιάνει τον μπάρμαν από τον γιακά και του λέει:
- Κέρνα τους όλους, και στείλε στο καλύτερο δωμάτιο 6 γκόμενες, και μια κάσα σαμπάνιες.
Ανεβαίνει πάνω, ανοίγει τις πόρτες με κλωτσιές, διαλέγει το καλύτερο δωμάτιο.
Έρχονται οι γκόμενες, και ο Τζο χαμογελάει.
Αρχίζει να ξεκουμπώνει το πουκάμισο, αποκαλύπτοντας θώρακα και κοιλιακούς. Αναστενάζουν οι γκόμενες.
Βγάζει παντελόνι και φανελάκι, κοντεύουν να λιποθυμήσουν οι γκόμενες από την έξαψη.
Βγάζει το μποξεράκι... Τρελά γέλια από το βάθος του δωματίου.
"Ρε γαμώτο, τί έγινε τώρα; Οι γκόμενες κοντεύαν να λιποθυμήσουν, τί συνέβη;"
Κοιτά κάτω.
- ΌΧΙ, ρε γαμώτο! Ξέχασα ο μαλάκας ότι το άλογο μου ήταν φοράδα!
Ζωνιανα.
Ε: Σε ένα αμάξι είναι ένας από τα Ζωνιανά, ένας από τα Ανώγεια και ένας από τα Λιβάδια Μυλοποτάμου. Ποιός οδηγεί; Α: Η ασφάλεια. Ε: Πώς φαίνεται ότι έχει εξαπλωθεί η παγκοσμιοποίηση; Α: Μπαίνουν τα ΕΚΑΜ στα Ζωνιανά και παραλύει η οικονομία της Ολλανδίας. Ε: Πώς λέγονται τα Ζωνιανά στα Ισπανικά; Α: Villabafo. Ε: Γιατί στα Ζωνιανά έχουν την καλύτερη ομάδα πόλο; Α: Γιατί παίζουν όλοι φουνταριστοί. Ε: Πώς λέγονται οι λύκοι που ζουν στα βουνά των Ζωνιανών; Α: Τσιγαριλύκοι. Ε: Πώς λέγεται το γήπεδο μπάσκετ των Ζωνιανών; Α: Στάδιο Ειρήνης Και Φυτείας Ε: Γιατί στα Ζωνιανά είναι όλοι φίλαθλοι του Παναθηναϊκού; Α: Γιατί έχουν ως έμβλημα το τρίφυλλο. Ε: Γιατί το γήπεδο των Ζωνιανών είναι ακατάλληλο για αγώνες; Α: Γιατί κάπνισαν όλο το χόρτο και ρούφηξαν τις γραμμές. Ε: Τι στολίζουν στα Ζωνιανά τα Χριστούγεννα; Α: Χασισόδεντρο. Ε: Ποιό είναι το αγαπημένο τραγούδι στα Ζωνιανά; Α: Πίνω μπάφους και παίζω Προ. Ε: Τι κοινό έχουν τα Ζωνιανά και μια εκκλησία; Α: Και στα δύο όταν μπαίνεις κάνεις τον σταυρό σου. Ε: Ποιό είναι το αγαπημένο άθλημα των Ζωνιανών; Α: Το μπάφκετ. Ε: Γιατί στα Ζωνιανά έχουν τα πιο γρήγορα γαϊδούρια; Α: Γιατί με το χόρτο που βόσκουν γίνονται καθαρόαιμα κούρσας

Πότε θα εφευρεθούν ;
01. ABS για ποδήλατα.
02. Αερόσακοι για αεροπλάνα.
03. Imobilizer για αναπτήρες.
04. Τσίχλα με γεύση ασπιρίνης.
05. Φορτιστής για μπαταρίες με μπαταρίες.
06. Ηλεκτρικός νυχοκόπτης.
07. Καλαμάκια με μπαταρίες.
08. Κοντέρ ταχύτητος για όπισθεν.
09. Κλειδαριά ενεργοποιούμενη με παλαμάκια.
10. Τηλεφωνικός κερματοδέκτης χωρίς καλώδιο.
11. Ασύρματο καλώδιο.
12. Κρασί διαίτης.
13. Στεγνές λεκάνες τουαλέτας.
14. Ανακυκλώσιμα προφυλακτικά.
15, Πυρίμαχα σπίρτα.
16. Αποσμητικό χώρου με άρωμα βενζίνας.
17. Ακουστικά βαρηκοίας που να δουλεύουν με βενζίνα.
18. Κολώνια φωσφορίζουσα.
19. Υποβρύχιο σεσουάρ.
20. Χειροκίνητο αλυσοπρίονο.
21. Ψυγείο θέρμανσης.
22. Αλεξίπτωτο ενεργοποιούμενο με την πρόσκρουση.
23. Σοκολάτα με άρωμα λεμονιού.
24. Air condition για μοτοσυκλέτες.
25. Σταχτοδοχεία για μοτοσυκλέτες.
26. Ζώνες ασφαλείας για μοτοσυκλέτες.
27. Πυρηνικός ανιχνευτής ραδιενέργειας.
28. Οινόπνευμα χωρίς αλκοόλ.
29. Τηλεχειριστήριο για τηλεχειριστήριο.
30. Μεταχειρισμένα βεγγαλικά.
31. Φορητοί δρόμοι.
32. Ηλιακός φακός.
33. Ηχομονωμένα ηχεία.
34. Βοηθητικές ρόδες για αυτοκίνητα.
35. Aρωμα χωρίς μυρωδιά.
36. Αδιάβροχα σφουγγάρια.
37. Αδιάβροχο χαρτί υγείας.
38. Το μεγαλύτερο μικροτσίπ του κόσμου.
39. Aθραυστα παγάκια.
40. Καθαριστήρες για τηλεόραση.
Ήτανε ένας άνδρας με μία κιθάρα μέσα στο τρένο, και τραγούδαγε συνέχεια:
- "Θέλω να πεθάνω, θέλω να πεθάνω..."
Είχε σπάσει τα νεύρα όλων. Κάνανε παράπονα. Ήρθε ο ελεκτής και του λέει:
- Αν δεν σταματήσεις αμέσως θα πετάξω έξω την βαλίτσα σου!
Ο άντρας όμως με την κιθάρα συνέχιζε να τραγουδάει...
- "Θέλω να πεθάνω, θέλω να πεθάνω..."
Καταλαβαίνει ο ελεκτής ότι ο άνθρωπος δεν του έδινε σημασία, παίρνει την βαλίτσα του και την πετάει από το παράθυρο.
Ο άνδρας συνεχίζει το τραγούδι, απλά αλλάζει τους στίχους:
- "Δεν ήτανε δικιά μου, δεν ήτανε δικιά μου..."
Ο ελεκτής τον προειδοποιεί ότι αν συνεχίσει να τραγουδά, θα τον πετάξει και αυτόν έξω από το τρένο!
Αυτός όμως τον χαβά του, συνεχίζει:
- "Δεν ήτανε δικιά μου, δεν ήτανε δικιά μου..."
Ο ελεκτής δεν μπορεί να κρατήσει άλλο τα νεύρα του, σταματάει το τρένο και τον πετάει έξω!
Και τότε ξανακούει τον άνδρα να τραγουδάει:
- "Εδώ είναι το χωριό μου, εδώ είναι το χωριό μου..."