Γυρνάει ο ήρωας μας 7.00 το πρωί σπίτι του περπατώντας στα νύχια και προσπαθώντας να μην κάνει τον παραμικρό θόρυβο, μονο και μόνο για να βρεί τη σύζυγο του να τον περιμένει πίσω απο την πόρτα.
- Που ήσουνα Σουπερμαν; 7 η ώρα το πρωί πήγε!
- Μα αγάπη μου δεν σου είχα πει οτι είχαμε συνέδριο με εκείνους τους πολύ σημαντικούς πελάτες απο την Ιαπωνία;
- Καλά ρε Σούπερμαν μέχρι τί ώρα είχατε συνέδριο; 8.00; 9.00; Είναι 7 η ώρα το πρωί!
- Ε, κουκλίτσα μου δεν θα πηγαίναμε τους πελάτες κάπου για ένα ποτό να συζητήσουμε τους όρους της συμφωνίας καλύτερα;
- Εντάξει Σούπερμαν, τους πήγατε για ποτό μέχρι τις 10.00, αντε 10.30. Μετά πού ήσουνα; Είναι 7 η ώρα το πρωί, ρε γαμώτο!
- Ρε αγαπούλα μου, για να γιορτάσουμε την συμφωνία μας πήγαμε σε μια ταβέρνα να φάμε.
- Και μέχρι πότε Σούπερμαν είσασταν στην ταβέρνα; 12.00; 1.00; Έχει πάει 7 το πρωί πια!
- Μα είσαι σοβαρή; Ήρθανε οι άνθρωποι τόσο δρόμο απο την Ιαπωνία και δεv θα τους πηγαίναμε στα μπουζούκια να γλεντήσουν;
- Αντε οτι κάτσατε στα μπουζούκια μεχρι τις 3.00,άντε 4.00. Μέχρι τώρα πού ήσουν ρε Σούπερμαν;
- Ε ύστερα απο τόσα ξίδια, καρδούλα μου, πήγαμε να φάμε ενα πατσά να στρώσει το στομάχακι μας.
- Έστω οτι τρώγατε πατσά μέχρι τις 5.00-5.30 Σούπερμαν, έχει πάει 7.00 το πρωί πλέον.
- Μα, ύστερα, φώς μου, πηγαμε για κουλούρι στην Ομόνοια και με την κίνηση μέχρι να φτάσω εδώ πήγε 7.00. Πές μου όμως, γιατί με λές Σούπερμαν συνέχεια;
- Γιατί μονο ο Σούπερμαν και εσύ φοράτε το σώβρακο έξω απο το παντελόνι!

Είναι ο Σούπερμαν και ψάχνει απελπισμένα να ρίξει ένα καλό πήδημα. Εκεί λοιπόν που πετάει βλέπει τον Batman πάει προς αυτόν και του λέει:
- Εεεε φίλε μου Batman, πρέπει οπωσδήποτε να βρω να πηδήξω, έχω τρελαθεί σου λέω.
- Γιατί δε δοκιμάζεις με την Wonder Woman; Κάνει τα καλύτερα πηδήματα εδώ στην χώρα των κόμικς.
- Μμμ, η Wonder Woman είναι καλή μου φίλη, δεν θα μπορούσα να κάνω κάτι τέτοιο, και φεύγει.
- Παρακάτω, βρίσκει τον Spiderman, και του λέει κι αυτού το δράμα του και τον ρωτάει αν έχει καμιά καλή πρόταση.
- Θα σου πρότεινα την Wonder Woman. Είναι σίγουρα η καλύτερη.
- "Η Wonder Woman είναι φίλη μου. Μπα, δεν μπορώ να κάνω κάτι τέτοιο", λέει και φεύγει πάλι.
- Τι διάολο σκέφτεται καθώς πετάει, όλους τους έχει πάρει;
Τότε ξαφνικά βλέπει την Wonder Woman στο χωράφι από κάτω, με ανοιχτά τα πόδια σε κατάσταση έκστασης.
- Το θέαμα είναι άκρως προκλητικό. Δε βαριέσαι σκέφτεται, φίλοι φίλοι, αλλά και η ανάγκη μεγάλη, θα χρησιμοποιήσω τις υπερδυνάμεις μου, θα κάνω τη δουλειά γρήγορα γρήγορα, πριν το καταλάβει θα έχω φύγει.
- Πράγματι, πέφτει σαν σφαίρα πάνω στην Wonder Woman, τελειώνει την δουλειά και πριν πεις κύμινο έχει εξαφανιστεί.
- Τι στο καλό ήταν αυτό, λέει η Wonder Woman κοιτώντας με θολό βλέμμα προς τον ουρανό.
- Δεν ξέρω, λέει ο Invisible Man, αλλά ο κώλος μου με πεθαίνει.
Κάθονται τρια γεροντάκια και λένε τα παλιά ... Και από δω από κει φτάνει η κουβέντα στο ποιος ήταν ο πιο απαίσιος ήχος που άκουσε ο καθένας στη ζωή του ... Αρχίζει ο πρώτος :
- Κάποτε βρέθηκα στην Αφρική και ΑΚΟΥΣΑ ένα κοπάδι εξαγριωμένους ελέφαντες να έρχονται προς το μέρος μου και χώρο να καλυφτώ δεν είχα ... τέλος πάντων , τέλος καλό , όλα καλά .
Συνεχίζει ο δεύτερος :
- Εγώ έκανα πιλότος και κάποτε που πετούσα πάνω απ` τον τρικυμισμένο ωκεανό άρχισε ο κινητήρας να κάνει έναν ΘΟΡΥΒΟ σαν να σταματούσε ... τέλος πάντων , τέλος καλό , όλα καλά .
Και ο τρίτος :
- Εγώ μια φορά ήμουνα με μια γυναίκα και γυρίζει ο άντρας της και μας κάνει τσακωτούς στο κρεβάτι . Τρέχω στο παράθυρο και πηδάω έξω ...
Οι άλλοι :
- Και ο ήχος ; ο ήχος ;
Ο τρίτος :
- Κάντε υπομονή , γιατί μου πέφτει δύσκολο . Το θυμάμαι και ανατριχιάζω .
Μετά από λίγο ...
- Πηδάω λοιπόν απ` το παράθυρο και ο άντρας της προλαβαίνει και με γραπώνει απ` τ` αρ***ια . Να κρέμομαι λοιπόν απ` τ` αρ***ια ... και τοτε ακούω τον ΠΙΟ ΑΠΑΙΣΙΟ ήχο της ζωής μου ! Τον ήχο που κάνει κάποιος που προσπαθεί να ανοίξει έναν σουγιά με τα δόντια !
Kαλό κορίτσι η Μαρία, αλλά πολύ αθώα. Η μητέρα της ανησυχούσε συνεχώς για το τι θα απογίνει.
Όταν έμαθε ότι η κόρη θα έβγαινε ραντεβού και με έναν άγνωστο κόντεψε να πάθει έμφραγμα με τη σκέψη του τι μπορεί να συνέβαινε.
Την έπιασε λοιπόν, λίγο πριν φύγει, και την συμβούλεψε τα παρακάτω:
- Πρόσεξε κόρη μου. Τώρα που θα πας στο ραντεβού, αν, λέω αν, τυχόν ο > συνοδός σου προσπαθήσει να σου πιάσει τα βυζιά, θα του πεις, μη, έχει αγκάθι και τρυπάει. Εντάξει;
Και αν, αν λέω, προσπαθήσει να σε πιάσει χαμηλά, ξέρεις, ανάμεσα στα πόδια, θα τον σταματήσεις λέγοντας του:
Μη, είναι φούρνος και καίει. Να θυμάσαι.
Χαρούμενη, και σίγουρη με τις συμβουλές τις μάνας της, φεύγει η Μαρία.
Περνούν οι προκαθορισμένες ώρες, περνά και άλλη μία, περνούν δύο τρεις, η μητέρα της έβγαλε σπυράκια από την ανησυχία της.
Τι κάνει τόσες ώρες, τι να έπαθε, δεν τα συνηθίζει αυτά, και άλλα τέτοια.
Τελικά, λίγο πριν η μητέρα της ειδοποιήσει το στρατό να πάει να τη βρει, κατά τις τέσσερις το πρωί, εμφανίζεται στο κεφαλόσκαλο η Μαρία.
Η μάνα της, σίγουρη ότι είναι καλά, αρχίζει το κλασσικό μοτίβο:
- Που ήσουν παλιοκόριτσο, λωρίδες θα βγεις από τα χέρια μου, λέγε γρήγορα τι σου συνέβη και καλύτερα να είναι πιστευτό.
- Ήμουν με το Γιώργο μαμά. Με πήγε για φαγητό.
- Τόσες ώρες για φαγητό, ε; λέγε που πήγατε.
- Ε, να, μετά το φαγητό, πήγαμε μια βόλτα στην παραλία.
- Τι, βόλτα στην παραλία η δική μου κόρη! παλιοκόριτσο, θα σε ταράξω.
Και μετά τι έγινε;
- Ε, καθίσαμε στα βραχάκια.
- ΑΑΡΡΓΓΚΚ, βραχάκια. άκου βραχάκια. Και τι διάολο κάνατε στα βραχάκια;
- Ε, μιλούσαμε, και, να, κάποια στιγμή πήγε να μου πιάσει τα βυζιά.
(στο σημείο αυτό, πρέπει να σημειώσουμε ότι η μαμά έχει πάρει μια απόχρωση ροζ-προς το σάπιο μήλο και κάνει μια μεγάλη παύση πριν μπορέσει να αρθρώσει την επόμενη κουβέντα) - Και εσύ πως αντέδρασες;
- Ε, φυσικά του είπα, σταμάτα, έχει αγκάθι και τρυπάει.
(ξεφύσημα ανακούφισης από τη μεριά της μαμάς) - Α, πάλι καλά. Και τότε σε έφερε πίσω, ε; Ε; (προσδοκία).
- Εεεεε, όχι τότε ήταν που προσπάθησε να με πιάσει κάτω χαμηλά, ανάμεσα στα πόδια.
Μια έντονη έκφραση πανικού στο πρόσωπο της μητέρας. Το χρώμα γίνεται ωχρό λαχανί, και η παύση μεγαλύτερη) - Και εσύ τι έκανες; τι έκανες, ε;
- Ε, μα ότι με συμβούλεψες. Του είπα, μη, σταμάτα, είναι φούρνος και θα σε κάψει. (ξανά ανακούφιση) - Μπράβο κόρη μου. Τότε ήταν που σε παράτησε και γύρισες με τα πόδια, ε;
- Εεε, όχι ακριβώς, τότε είπε:
- Να βάλω ένα σουβλάκι στον φούρνο να το ψήσω;
(... Ησυχία...) - Και τι έγινε;
- Ε, ρε μάνα, δυόμισι ώρες το έψηνε, και όταν το έβαλα στο στόμα μου, ακόμη ωμό ήταν.
Τρείς μεθυσμένοι, ανεβασμένοι στην κορυφή ενός ουρανοξύστη, κοιτάνε το έδαφος 600 μέτρα κάτω και ξαφνικά λέει ο ένας:
- Ρε παιδιά, αισθάνομαι τόσο καλά που νομίζω ότι θα πετάξω.
Δίνει λοιπόν μια βουτιά και αρχίζει να πέφτει. Κι εκεί που πήγε να τσακιστεί 10 μέτρα από το έδαφος, δίνει μια και ξανανεβαίνει πάνω, εκεί που ήταν οι άλλοι δύο. Μόλις το βλέπει αυτό ο δεύτερος λέει:
- Μάγκες, σειρά μου να πετάξω, και βαράει βουτιά στο κενό.
Σε αντίθεση με τον πρώτο όμως, αυτός τσακίζεται και γίνεται αλοιφή στο πεζοδρόμιο… Γυρνάει τότε ο τρίτος και λέει στον πρώτο:
- Ρε Σούπερμαν, όταν μεθάς γίνεσαι πολύ μακάκας…