Ανέκδοτα για παππούδες και γιαγιάδες
Ο δημόσιος κατήγορος στο δικαστήριο μιας μικρής επαρχιακής πόλης καλεί την πρώτη του μάρτυρα, μια γιαγιά γύρω στα 80 και την ρωτάει με τελείως επαγγελματικό ύφος:
- Με γνωρίζετε εμένα κυρία Θεοδώρου;
- Και βέβαια σας γνωρίζω κύριε Αλεξίου. Σας ξέρω από μικρό παιδάκι και πρέπει να ομολογήσω ότι με έχετε απογοητεύσει. Λέτε ψέματα, απατάτε συνέχεια τη γυναίκα σας, κουτσομπολεύετε τους πελάτες σας. Βεβαίως σας γνωρίζω!
Αποσβολωμένος τελείως ο δικηγόρος από την απρόσμενη απάντηση της γριάς και μη ξέροντας τι άλλο να πει, δείχνει με το δάχτυλό του στην άλλη μεριά της αίθουσας και λέει:
- Τον δικηγόρο της υπεράσπισης τον γνωρίζετε;
- Ω ναι και τον κύριο Σοφόπουλο τον γνωρίζω, και μπορώ να πω ότι κι αυτός με έχει απογοητεύσει. Είναι μέθυσος και χαρτοπαίκτης, δεν μπορεί να κάνει σχέση με κανένα και είναι από τους χειρότερους δικηγόρους της πόλης μας!
Στο σημείο αυτό, ο πρόεδρος κτυπά το σφυράκι του στην έδρα, διακόπτει τη διαδικασία και καλεί και τους δύο δικηγόρους να πλησιάσουν την έδρα. Όταν πλησιάζουν, σκύβει μπροστά και τους λέει με σιγανή φωνή:
- Όποιος άτιμος από τους δυο σας τη ρωτήσει αν με ξέρει, την έβαψε!
Βάζει η δασκάλα εργασία στα παιδιά να γράψουν μία παράγραφο που να έχει την φράση:
"Βγάζω λοιπόν το συμπέρασμα".
Λέει ο Γιαννάκης:
- Ξυπνάω το πρωί, τρώω με την οικογένειά μου και έρχεται η λιμουζίνα και πάει εμένα στο σχολείο, την μαμά μου στο Κολωνάκι και τον πατέρα μου στο γραφείο του. Το μεσημέρι έρχεται η λιμουζίνα και μας παίρνει, πάμε σπίτι και τρώμε όλοι μαζί, ενώ ο μπαμπάς μου διαβάζει τους Νew York Times. Βγάζω λοιπόν το συμπέρασμα ότι είμαστε μια πλούσια οικογένεια.
Λέει ο Κωστάκης:
- Ξυπνάω το πρωί, τρώω με την οικογένειά μου, έρχεται η τζάγκουαρ και με πηγαίνει στο σχολείο, πηγαίνει τον μπαμπά μου στην δουλειά του, και την μαμά μου στο Κολωνάκι. Το μεσημέρι πάλι η τζάγκουαρ έρχεται και μας πάει σπίτι. Στο τραπέζι ο μπαμπάς μου διαβάζει την Ναυτεμπορική, και τον Επενδυτή. Βγάζω λοιπόν το συμπέρασμα ότι είμαστε μια πλούσια οικογένεια.
Λέει ο Τοτός:
- Εγώ ξυπνάω το πρωί, ντύνομαι, παίρνω το λεωφορείο, στριμόχνομαι με άλλους και πηγαίνω σχολείο.
Το σαββατοκύριακο πηγαίνω με την οικογένεια μου στο χωριό και στο αυτοκίνητο στριμόχνομαι με τα αδέρφια μου. Όταν φτάνουμε βλέπω την γιαγιά μου να κατεβαίνει τον λόφο κρατώντας στο ένα χέρι μια πολιτική εφημερίδα και στο άλλο το Μαντάμ Φίγκαρο. Βγάζω λοιπόν το συμπέρασμα ότι η γιαγιά μου είχε πάει για χέσιμο...