Ο κος Παπαδόπουλος μετά από μια κουραστική μέρα φθάνει στο ξενοδοχείο για να ξεκουραστεί.
Ζητάει απ τον ξενοδόχο πολύ ευγενικά να του ετοιμάσει ένα γεύμα και κάθεται στην τραπεζαρία. Την ώρα που τελειώνει το γεύμα του τον πιάνει η κοιλιά του... όμως για κακή του τύχη εκείνη την ώρα γίνεται διακοπή ρεύματος και δυστυχώς δεν βρίσκει τον δρόμο για την τουαλέτα οπότε αναγκάζεται να βγει στον κήπο για την ανάγκη του . Κατεβάζει τα ρούχα του χ**** και την ώρα που έχει ανεβάσει το παντελόνι του έρχεται πάλι το ρεύμα ! Κοιτάει γύρω του να δει πως θα καλύψει αυτά που έκανε αλλά μένει έκπληκτος όταν δεν βρίσκει τίποτα ! Μπαίνει λοιπόν ήσυχος πλέον μέσα για να συνεχίσει το γεύμα του όταν διαπιστώνει πως του έχουν κλέψει το πορτοφόλι του . Φωνάζει τον διευθυντή του ξενοδοχείου και του αναλύει το γεγονός .
Ο ξενοδόχος καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να βρεθεί το πορτοφόλι του κου Παπαδόπουλου ... οπότε αγανακτισμένος λέει :
Ω τι μέρα κι αυτή ο κος Παπαδόπουλος έχασε το πορτοφόλι του , έγινε διακοπή ρεύματος και μέσα σε όλα μια χελώνα πέρασε χεσμένη μπροστά από την ρεσεψιόν... !
Μόλις τα κατάφεραν να ξεφύγουν από το γλέντι του γάμου οι νεόνυμφοι, μπαίνουν μέσα στο αυτοκίνητο, που θα τους μετέφερε στο ξενοδοχείο τους;
Αλλά, νέοι και βιαστικοί, έπιασαν... δουλειά μέσα στο αυτοκίνητο κι άσε τον οδηγό να... οδηγεί, πράγμα βεβαίως τελείως επικίνδυνο, γιατί πώς να οδηγήσει ο άνθρωπος, με το μάτι καρφωμένο στο εσωτερικό
Καθρέφτη;
Κάποια στιγμή ο οδηγός, που, όπως αποδείχτηκε, κοίταζε και λίγο έξω, (όχι μόνο τον καθρέφτη), επεσήμανε οδικές εργασίες μπροστά τους και ένα φορητό φανάρι, που ήταν κόκκινο.
- Φίλε, δεν μπορώ να κάνω τίποτ άλλο, από του να περιμένω τη σειρά μου, λέει ο οδηγός στο γαμπρό, που, όπως είπαμε, είχε πέσει στο βάζο με το γλυκό!
- Να βρεις δικιά σου, λέει ο γαμπρός. Αυτή εδώ είναι όλη δική μου!
(Μοναχοφάγος ο γαμπρός και δεν ακολουθούσε τις προσταγές του Πλάτωνα, που είπε ότι τα πάντα πρέπει να ναι κοινά, ακόμη κι οι... γυναίκες!)

Ένας παππούς κερδίζει σε ένα διαγωνισμό δύο εβδομάδες δωρεάν διαμονή σε ένα εξωτικό μέρος σε ξενοδοχείο πέντε αστέρων όλα πληρωμένα. Αφού τακτοποιήθηκε αποφάσισε να πάει να απολαύσει τον ήλιο και τη θάλασσα. Έτσι λοιπόν πηγαίνει σε μια παραλία γυμνιστών και αφού απλώνει την πετσετούλα του γδύνεται εντελώς μια και κανείς δεν τον γνώριζε σε εκείνα τα μέρη. Κάθεται ανάσκελα την πρώτη μέρα για να μαυρίσει από μπροστά. Ξάφνου βλέπει μια γυμνή θεογκόμενα να τον κοιτάζει με νόημα στο επίμαχο σημείο. Τι να κάνει κι ο παππούς του σηκώθηκε.
Η γκόμενα τον πλησιάζει και του λέει με φωνή γεμάτη πάθος και υπονοούμενα:
" με φώναξες παππού?"
"Όχι" της απαντά εκείνος σαστισμένος και ντροπιασμένος με την κατάσταση του.
"¨Εσύ μπορεί όχι αλλά με κάλεσε η "φύση" σου. Και μια και δύο καβαλάει τον παππού και του πετάει τα μάτια έξω.
Την επόμενη μέρα κατεβαίνει ξανά στην παραλία ο παππούς , γδύνεται τελείως και ξαπλώνει μπρούμυτα για να μαυρίσει από την πίσω μεριά και που ξέρεις...
Εκεί που απολάμβανε τον ήλιο του ξεφεύγει μια πορδή.
Ξάφνου τον πλησιάζει ένας αράπης και του λέει
"Με φώναξες παππού?"
"Όχι παιδί μου", του λέει ο παππούς.
"Εσύ όχι αλλά με φώναξε η "φύση" σου.
Και τότε γυρίζει ο παππούς και του λέει.
"Κοίταξε να δεις παιδί μου εμένα μου σηκώνεται μια φορά το χρόνο αλλά κλάνω τουλάχιστον δέκα φορές τη μέρα"
Πάει ένα ζευγάρι σε ένα ξενοδοχείο πολυτελείας για το Σαββατοκύριακο.
- Πόσο έχει το δωμάτιο;
- Ογδόντα ευρώ το βράδυ.
Συμφωνούν και μένουν όλο το σαββατοκύριακο. Δευτέρα πρωί πρέπει να φύγουν και πάνε στην ρεσεψιόν να πληρώσουν.
- 450 ευρώ.
- Μα καλά, εσείς δεν μας είπατε 80 ευρώ; 80x2= 160. Τα υπόλοιπα 290 τι είναι;
- Τα 90 είναι για την χρήση της πισίνας.
- Μα εμείς δεν κάναμε χρήση της πισίνας. Στην θάλασσα κάναμε μπάνιο.
- Εδώ ήταν, μπορούσατε να την χρησιμοποιήσετε!
- Τα άλλα 200 τι είναι;
- Τα 120 είναι για την ιππασία.
- Μα δεν κάναμε ιππασία!
- Τα άλογα ήταν εδώ, ας κάνατε ιππασία!
- Και τα υπόλοιπα 80;
- Είναι χρήση της σάουνας και του γυμναστηρίου!
- Μα δεν έκανα χρήση.
- Εδώ ήταν, ας κάνατε κύριε.
- Ωραία λοιπον, λέει ο δικός μας, τότε θα πρέπει να μου δώσετε και εσείς 810!
- Και γιατί να σας τα δώσω; φρικάρει ο ξενοδοχος.
- Είναι 1.100 ευρώ γιατί πηδήξατε την γυναίκα μου!
- Εγώ; Την κυρία; Δεν την πήδηξα!
- Εδώ ήταν, ας την πηδούσατε!
Ήταν ένας Γερμανός, ένας Τούρκος και ένας Έλληνας και πήγαν σε ένα ξενοδοχείο. Αλλά ήταν άφραγκοι και είπαν να πάρουν ένα μονόκλινο δωμάτιο και να κοιμούνται με βάρδιες.
- Το μοναδικό μονόκλινο δωμάτιο που έχω, λέει ο ρεσεψιονίστας, έχει ένα φάντασμα. Το διάσημο Φάντασμα Με Τα Δώδεκα Σώβρακα!
- Εντάξει, δεν μας πειράζει, λέει ο Έλληνας.
Πηγαίνει πρώτα ο Τούρκος για ύπνο.
Ξαφνικά ξυπνάει και ακούει:
- Είμαι το φάντασμα με τα 12 σώβρακα! Είμαι το φάντασμα με τα 12 σώβρακα!
Τρομάζει, πηδάει από το παράθυρο και πεθαίνει!
Μετά πάει ο Γερμανός για ύπνο:
- Είμαι το φάντασμα με τα 12 σώβρακα! Είμαι το φάντασμα με τα 12 σώβρακα!
Τρομάζει, πηδάει από το παράθυρο και πεθαίνει κι αυτός!
Ήρθε η σειρά του Έλληνα. Ξυπνάει μέσα στον ύπνο του και ακούει:
- Είμαι το φάντασμα με τα 12 σώβρακα! Είμαι το φάντασμα με τα 12 σώβρακα!
Γυρνάει πλευρό ο Έλληνας και ξανακοιμάται.
Μετά από λίγο:
- Είμαι το φάντασμα με τα 12 σώβρακα! Είμαι το φάντασμα με τα 12 σώβρακα!
Λέει ο Έλληνας αγανακτισμένος:
- Μου δίνεις το ένα γιατί χέστηκα;
Ήταν μια φορά ο Kωστίκας στο χωριό και αποφάσισε να πάει στην Aθήνα για μια βόλτα οπότε ετοιμάζει τα πράγματα του και ξεκινάει.
Φτάνει λοιπόν στην Aθήνα και βρίσκει ένα καλό ξενοδοχείο για να μένει εκεί όπως κοιμόταν ωραία και καλά σκάει μύτη μια θεογκόμενα μισόγυμνη και το βάζει κάτω και του πετάει τα ματιά έξω. Tην επόμενη μέρα ευχαριστημένος ο Κωστικας πάει στη ρεσεψιόν να πληρώσει για να φύγει.
(Κωστικας) Παρακαλώ τι χρωστάω. (Λέει στον ταμία)
(Tαμίας) Tίποτα, εμείς σας χρωστάμε του λέει αυτός. Και του σκάει 200 ευρώ.
Ξαφνιασμένος ο Κωστικας φεύγει και γυρνάει πίσω στο χωριό του να πει στους υπόλοιπους τι του έτυχε. Φτάνει λοιπόν στο χωριό και τα λέει όλα στους συχωριανούς του όπως ακριβώς έγιναν. Aλλά όπως ήταν φυσικό κανένας δεν τον πίστεψε. Όμως ο φίλος του ο Γιωρίκας του είπε ότι για να του απόδειξη ότι έλεγε ψέματα θα πήγαινε ο ίδιος στο συγκεκριμένο ξενοδοχείο, και έτσι έγινε.
Όπως λοιπόν έφτασε ο Γιωρίκας στην αθήνα πήγε στο ίδιο μέρος και έγιναν ακριβώς τα ίδια. Σκάει μύτη πάλι η γκομενάρα έγινε ότι έγινε και αντί να πληρώσει την επόμενη μέρα του έδωσαν και σʼαυτον 200 ευρώ.
Oπότε γυρνάει ο Γιωρίκας στο χωριό και λέει στους υπόλοιπους ότι ο Κωστικας έλεγε την αλήθεια.
Aλλά Όπως ήταν και πάλι φυσικό κανένας δεν τον πίστεψε και τα έλεγε αυτά για να καλύψει το φίλο του. Στην παρέα όμως έτυχε να είναι και ο παπάς του χωριού και τους είπε
(παπάς) Tέκνα μου μη λέτε ψέματα είναι μεγάλη αμαρτία
(Γιωρίκας) Μα παπά μου αλήθεια λέμε άμα θες πήγαινε να δεις και μόνος σου
(παπάς) Θα πάω για να σας αποδείξω ότι λέτε ψέματα
Και έτσι ξεκίνησε και ο παπάς με προορισμό το περιβόητο ξενοδοχείο. Φτάνει λοιπόν και ξαπλώνει το βράδι για να κοιμηθεί ξαφνικά έρχεται πάλι μια γκομενάρα, βάζει κάτω τον παπά και αλλάζει και σʼαυτον τα φώτα. Πάει την επόμενη μέρα ο παπάς στη ρεσεψιόν να πληρώσει:
- Τη χρωστάω;
- Eσείς χρωστάτε; εμείς σας χρωστάμε και του σκάνε και 400 ευρώ.
- Μα στους άλλους γιατί δώσατε 200 ευρώ?
- Ε τσόντα με παπά πρώτη φορά γυρίζουμε.

Πηγαίνουν ένας Τούρκος, ένας Έλληνας και ένα Γερμανός σε ένα ξενοδοχείο και ρωτάνε τον ξενοδόχο αν έχει τρία δωμάτια.
- Όχι, λέει ο ξενοδόχος, αυτή την στιγμή έχουμε μόνο ένα δωμάτιο άδειο... Και μάλιστα αυτό το δωμάτιο είναι άδειο επειδή έχει ένα φάντασμα και τρομάζει τους επισκέπτες!
- Α, εμείς δεν μασάμε, λένε ο Τούρκος, ο Γερμανός και ο Έλληνας. Θα το νοικιάσουμε.
Πηγαίνει πρώτος ο Τούρκος στο δωμάτιο.
Ακούει θορύβους, ήχους περίεργους...
Ξαφνικά εμφανίζεται ένα φάντασμα.
- Ουυυυ... Είμαι το φάντασμα με το μαύρο μάτι.
Τρομάζει ο Τούρκος, πηδάει από το παράθυρο.
Πηγαίνει μετά ο Γερμανός στο δωμάτιο.
Ακούει θορύβους, ήχους περίεργους...
Μετά εμφανίζεται και το φάντασμα.
- Ουυυυ... Είμαι το φάντασμα με το μαύρο μάτι.
Τρομάζει και ο Γερμανός, πηδάει και αυτός από το παράθυρο.
Πηγαίνει ο Έλληνας στο δωμάτιο.
Ακούει θορύβους, ήχους περίεργους...
Εμφανίζεται πάλι το φάντασμα:
- Ουυυυ... Είμαι το φάντασμα με το μαύρο μάτι.
- Σκάσε, του λέει ο Έλληνας, μην σου μαυρίσω και το άλλο μάτι!
Είναι ένας παππούς και πάει στη Μύκονο. Βρίσκει ένα ξενοδοχείο κοντά σε πλαζ γυμνιστών, παίρνει μια ξαπλώστρα και αράζει.
Κάποια στιγμή περνάει μια κοπέλα τσίτσιδη από μπροστά του, τη βλέπει και... "νταααν" του σηκώνεται. Μετά από λίγα δευτερόλεπτα φτάνει δίπλα του μία άλλη κοπέλα ολόγυμνη και τον ρωτάει:
- Με καλέσατε;
Τα χάνει ο παππούς:
- Όχι κοπέλα μου, της λέει, δε σε κάλεσα.
- Μα πώς, λέει η κοπέλα και ανεβαίνει επάνω του και...
Τελειώνει η κοπελιά, φεύγει, συνέρχεται και ο παππούς από το σοκ. Μετά από λίγο, ο παππούς κλάνει και τσουπ σκάει δίπλα του ένας μαύρος.
- Με καλέσατε;
Τα χάνει ο παππούς.
- Όχι, παλικάρι μου, δε σε κάλεσα, του απαντάει.
- Μα πώς, λέει ο μαύρος, τον γυρίζει μπρούμυτα και...
Τελειώνει ο μαύρος, φεύγει, συνέρχεται και ο παππούς τα μαζεύει και πάει στη ρεσεψιόν όπου ζητάει λογαριασμό για να φύγει.
- Μα γιατί θέλετε να φύγετε, ρωτάει η ρεσεψιονίστ, δεν περνάτε καλά;
- Όχι κοπέλα μου, της απαντάει ο παππούς, δεν είδες τι έγινε;
- Μα και βέβαια είδα, δε σας άρεσε;
- Τι να μου αρέσει, κοπέλα μου; Μου σηκώνεται 1 φορά το μήνα και κλάνω 50 φορές την ημέρα...!
Ο Κωστίκας και ο Γιωρίκας αποφάσισαν να πάνε το σαββατοκύριακο στην θάλασσα. Μαζεύουν τα απαραίτητα και φτάνουν στο ξενοδοχείο. Αφού ξεκουράστηκαν, κατά τις 8 το βράδυ, λέει ο Κωστίκας:
- Γιωρίκα δεν πάμε για καμιά βουτιά στην θάλασσα;
Συμφωνεί ο Γιωρίκας και πηγαίνουν στην παραλία. Ο Κωστίκας πάει να κάνει την βουτιά του και ο Γιωρίκας πήγε σε μία κοντινή καφετέρια να πιεί καφέ. Κάθεται σε ένα τραπεζάκι και έρχεται ένας πούστης σερβιτόρος να πάρει παραγγελία:
- Τι θα πάρεις, γλυκέ μου; τον ρωτάει.
Ο Γιωρίκας ξαφνιασμένος του παραγγέλνει, μετά από 5 λεπτά του φέρνει τον καφέ ένας άλλος σερβιτόρος επίσης πούστης.
- Ορίστε αγάπη μου, του προσφέρει τον καφέ.
Γεμάτος περιέργεια ο Γιωρίκας φωνάζει έναν σερβιτόρο, πάλι πούστη και τον ρωτάει:
- Συγγνώμη εδώ πέρα μόνο πούστηδες δουλεύουνε;
- Αχ, γλυκέ μου, εδώ άμα κάνεις μπάνιο στην θάλασσα μετά τις 6 το απόγευμα γίνεσαι πούστης, του λέει.
Πανικοβλημένος ο Γιωρίκας τρέχει στην θάλασσα να σώσει τον φίλο του:
- Κωστίκα βγές γρήγορα από την θάλασσα, αλλιώς θα γίνεις πούστης!
Και ο Κωστίκας:
- Αργά είναι πια αγάπη μου!
Ένας άντρας, εξαιρετικά ερωτευμένος με τη σύζυγό του, για να ενισχύσει το δεσμό τους αποφάσισε να κάνει στο πέος του ένα tatoo με το όνομά της.
Τη γυναίκα του την έλεγαν Wendy. Κάνει το tatoo, και μετά αποφασίζει να την πάει ταξίδι στη Τζαμάικα. Φτάνοντας στη Τζαμάικα, ζεσταμένος, πάει να κάνει μια βουτιά στην πισίνα του ξενοδοχείου που έμεναν. Στα αποδυτήρια της πισίνας, όταν του ήταν πεσμένη, στο tatoo φαίνονταν μόνο το "W" και το "Y", το πρώτο και το τελευταίο γράμμα. Δίπλα του, ένας Τζαμαικανός που του ήταν κι αυτουνού πεσμένο το πέος, είχε τα γράμματα "W" και "Υ". Οπότε τον ρωτάει ο ήρωάς μας:
- You have tatoo "Wendy" too?
- No! It is "Welcome to Jamaica and have a nice day"!