Ανέκδοτα για παππούδες και γιαγιάδες
Είναι ένας παππούς και πάει στη Μύκονο. Βρίσκει ένα ξενοδοχείο κοντά σε πλαζ γυμνιστών, παίρνει μια ξαπλώστρα και αράζει.
Κάποια στιγμή περνάει μια κοπέλα τσίτσιδη από μπροστά του, τη βλέπει και... "νταααν" του σηκώνεται. Μετά από λίγα δευτερόλεπτα φτάνει δίπλα του μία άλλη κοπέλα ολόγυμνη και τον ρωτάει:
- Με καλέσατε;
Τα χάνει ο παππούς:
- Όχι κοπέλα μου, της λέει, δε σε κάλεσα.
- Μα πώς, λέει η κοπέλα και ανεβαίνει επάνω του και...
Τελειώνει η κοπελιά, φεύγει, συνέρχεται και ο παππούς από το σοκ. Μετά από λίγο, ο παππούς κλάνει και τσουπ σκάει δίπλα του ένας μαύρος.
- Με καλέσατε;
Τα χάνει ο παππούς.
- Όχι, παλικάρι μου, δε σε κάλεσα, του απαντάει.
- Μα πώς, λέει ο μαύρος, τον γυρίζει μπρούμυτα και...
Τελειώνει ο μαύρος, φεύγει, συνέρχεται και ο παππούς τα μαζεύει και πάει στη ρεσεψιόν όπου ζητάει λογαριασμό για να φύγει.
- Μα γιατί θέλετε να φύγετε, ρωτάει η ρεσεψιονίστ, δεν περνάτε καλά;
- Όχι κοπέλα μου, της απαντάει ο παππούς, δεν είδες τι έγινε;
- Μα και βέβαια είδα, δε σας άρεσε;
- Τι να μου αρέσει, κοπέλα μου; Μου σηκώνεται 1 φορά το μήνα και κλάνω 50 φορές την ημέρα...!
Ένας γεράκος εμφανίζεται σε ένα νοσοκομείο και προτίθεται να γίνει δωρητής σπέρματος. Η νοσοκόμα που τον βλέπει του λέει:
- Δεν νομίζετε καλέ μου κύριε, ότι είστε λίγο μεγάλος γι αυτό;
Με την επιμονή του παππού, η νοσοκόμα πείθεται να τον δεχτεί, και γι αυτό του δίνει το κατάλληλο μπουκαλάκι για να εναποθέσει την συμβολή του στην επιστήμη. Τον πληροφορεί ότι σε δέκα λεπτά θα έρθει να παραλάβει το μπουκαλάκι και να προβούν στα απαραίτητα γραφειοκρατικά για την ταξινόμηση του σπέρματος.
Το δεκάλεπτο περνά, και η νοσοκόμα πηγαίνει να παραλάβει το μπουκαλάκι.
- Σε πέντε λεπτάκια θα είμαι έτοιμος, λέει ο παππούς.
Στο επόμενο πεντάλεπτο, η νοσοκόμα ξαναπάει και ο παππούς ζητά άλλα πέντε λεπτά χρόνο. Μην μπορώντας να κάνει και τίποτα, η νοσοκόμα του δίνει τον χρόνο που χρειάζεται ο παππούς.
Πεντάλεπτο, πεντάλεπτο ο παππούς έχει καταναλώσει κανα μισάωρο από τον πολύτιμο χρόνο της νοσοκόμας, μέχρις ότου εκείνη δεν αντέχει άλλο και εισβάλει στον θάλαμο όπου βρισκόταν ο παππούς.
Με την είσοδό της ρωτάει τον παππού:
- Είσαστε καλά, κύριε; Ανησύχησα τόση ώρα.
- Καλά είμαι, κορίτσι μου. Αλλά, να... προσπάθησα με το δεξί, προσπάθησα με το αριστερό, προσπάθησα και με τα δύο μαζί... Τίποτα. Δεν τα κατάφερα να το ανοίξω το ρημάδι το μπουκάλι!
Ήταν ένας φαντάρος και πήρε ένα γράμμα που του έστειλε η γκόμενά του:
"Γιώργο,
Θέλω να σου πω ότι σε απάτησα και...
Θέλω να χωρίσουμε.
Σε παρακαλώ, στείλε πίσω τις φωτογραφίες μου...
Μαρία...
Ο καημένος ο Γιώργος ναι μεν στεναχωρήθηκε, αλλά ήθελε να εκδικηθεί, έτσι ζήτησε από όλους στον κοιτώνα του να του δώσουν φωτογραφίες από γιαγιάδες, αδερφές, θείες, μανάδες και οτιδήποτε θηλυκό.
Πήρε όλες τις φωτογραφίες, τις έβαλε σε έναν φάκελο και τις έστειλε στην Μαρία με την εξής σημείωση:
"Αγαπητή Μαρία,
Επειδή δε θυμάμαι ποια από όλες είσαι, πάρε τις φώτογραφίες σου και τις άλλες στείλτες μου πίσω...
Ευχαριστώ."
Μια φορά ήτανε η Ωραία Ελένη και καθόταν σε μία καφετέρια και έπινε καφέ.
Να σου και ένας παππούς, κάπου 85 με 90 χρονών. Του αρέσει η Ελενίτσα και την ρωτάει:
- Σε παντρεύει η μάνα σου;
- Με παντρεύει η μάνα μου, αλλά ο άντρας που θα μου με πάρει πρέπει να φέρει όλα τα νησιά του κόσμου στα πόδια μου, λέει η Ελένη για να τον ξεφορτωθεί.
- Για την Ελενίτσα, ότι θέλει, απαντά ο παππούς. Θα φέρουμε και όλα τα νησιά στα πόδια, λέει και κάνει κάτι μαγικά, και φλαπ, γίναν όλα τα νησιά δικά της.
Πάει στο σπίτι της η Ελένη και λέει στην μάνα της ό,τι έγινε...
- Του είπα να μου φέρει τα νησιά όλου του κόσμου, και μου τα έφερε... Πες μου, ρε μάνα, τι να κάνω...
- Λοιπόν, όταν θα τον ξαναδείς, να του πεις ότι αυτός που θα πάρεις πρέπει να την έχει 75 πόντους.
- Ωραία, λέει η Ελένη, γέρος άνθρωπος είναι, τι στο καλό θα κάνει να την βρει;
Την άλλη μέρα ξαναπερνά ο παππούς:
- Σε παντρεύει η μάνα σου;
- Με παντρεύει η μάνα μου, αλλά ο άντρας που θα μου με πάρει πρέπει να την έχει 75 πόντους!
- Για την Ελενίτσα, ότι θέλει, απαντά ο παππούς. Τι να κάνουμε, θα κόψουμε και 25 πόντους...
Ένας γέρος πάει στον παπά να εξομολογηθεί και λέει:
- Πάτερ, είμαι 80 χρόνων, παντρεμένος, με 4 παιδιά και 11 εγγόνια,
(τόσα χρόνια παντρεμένος, αιμομιξία καταντάει το πράμα. Είτε τον κώλο
Σου πιάνεις, είτε το δικό της, το ίδιο είναι) και χθες το βράδυ
Αμάρτησα. Έκανα έρωτα με δυο 20άρες. Και με τις δυο, δυο φορές! (Τι
Είπες, ρε θηρίο
- Τέκνον μου, πόσον καιρό έχεις να εξομολογηθείς;
- Δεν έχω εξομολογηθεί ποτέ μου, πάτερ, λέει ο γέρος. Είμαι Εβραίος.
- Ε τότε γιατί μου τα λες εμένα;
- Καλά, πλάκα μου κάνεις, πάτερ; Εδώ το λέω σ όλο τον κόσμο, σε σένα
Δε θα το λεγα;
Σε μια δεξίωση τρεις κύριες όρθιες συζητούν για τη μόδα στα γάντια.
- Στο Λονδίνο που ήμουν την περασμένη εβδομάδα, λέει η πρώτη, τα γάντια ήταν τα περισσότερα μαύρα και οι γυναίκες τα φορούσαν μέχρις... Εδώ, και με το ένα χέρι δείχνει τον αγκώνα του αλλού χεριού..
- Αχ, μη μου πεις, απαντάει η δεύτερη, εγώ τον περασμένο μήνα είδα στο Παρίσι να τα φορούν μέχρις εεεδω, και δείχνει μια μέση απόσταση στο χέρι της από τον καρπό μέχρι τον αγκώνα...
- Καλέ τι λέτε τώρα; πετάγεται και η τρίτη, εγώ ξέρω ότι σήμερα όλες οι γυναίκες φορούν γάντια μαύρα αλλά και χρωματιστά και μάλιστα μέχρις... εεεδω, και δείχνει με το χέρι της λίγο πιο πάνω από τον καρπό...
Λίγο παραπέρα κάθεται μια γιαγιά που τις βλέπει να κάνουν αυτές τις χειρονομίες αλλά δεν... ακούει τι λένε. Σηκώνεται, πλησιάζει και αυτή στην παρέα και λέει:
- Κοριτσάκια μου, ακουστέ με και μένα που έχω περισσότερη πείρα... Δεν έχει σημασία το μέγεθος... Αυτό που έχει σημασία είναι να είναι καλό παιδί!
Ήτανε δύο άντρες πάνω σε μία βέσπα και πατάνε έναν πεζό.
Λέει ο πίσω:
- Τί έκανες, ρε μαλάκα; Τον πάτησες τον άνθρωπο.
Λέει ο μπροστά:
- Ξέρεις από βέσπα;
- Όχι!
- Ε, σκάσε λοιπόν!
Συνεχίζουν τον δρόμο τους και πατάνε μία γριούλα.
Λέει ο πίσω:
- Τί έκανες, ρε μαλάκα; Την πάτησες την γιαγιά!
Λέει ο μπροστά:
- Ξέρεις από βέσπα;
- Όχι!
- Ε, σκάσε λοιπόν!
Συνεχίζουν τον δρόμο τους, και απέξω από το σχολείο πατάνε ένα παιδάκι.
Λέει ο πίσω:
- Τί έκανες, ρε μαλάκα; Το πάτησες το παιδί!
Λέει ο μπροστά:
- Ξέρεις από βέσπα;
- Ε, ναι, ρε μαλάκα, ξέρω!
- Ε, πές μου που είναι το φρένο, ρε μαλάκα!