Είναι ένας Κερκυραίος, ένας Κεφαλλονίτης κι ένας Λευκαδίτης, που βρήκαν κάπου σ ένα αραχνιασμένο, σκοτεινό υπόγειο ένα λυχνάρι, απ αυτά τα μυστήρια με τα τζίνι. Το τρίψανε και ξεπετάχτηκε το τζίνι.
- "Έχετε ο καθένας από μια ευχή, θα σας την πραγματοποιήσω και μετά φεύγω", λέει το τζίνι.
- "Ψαράς είμ εγώ, ψαράς είν ο πατέρας μου, ψαράς ήταν κι ο παππούς μου κι ο γιός μου ψαράς θα γίνει κι αυτός. Θέλω να γεμίσουν οι ωκεανοί και τα πέλαγα με ψάρια.", λέει ο Λευκαδίτης.
- "Έγινε!", λέει το τζίνι και πραγματοποιήθηκε η ευχή.
- "Θέλω έναν τείχος γύρω απ όλη την Κέρκυρα, έτσι που τίποτα να μη μπορεί να μπει μέσα., λέει έκθαμβος ο Κερκυραίος. Μ ένα κροτάλισμα των δακτύλων, το τζίνι πραγματοποιεί κι αυτήν την ευχή.
- "Δε μου το ξαναλές αυτό το περί τείχους;", ρωτά ο Κεφαλλονίτης.
- "Να, είναι γύρω στα πενήντα μέτρα ψηλό, 20 μέτρα φαρδύ και τίποτα δεν μπορεί ούτε να μπει ούτε να βγει από εκεί," λέει το τζίνι.
- "Εντάξει. Γέμισε το με νερό τώρα!", λέει ο Κεφαλλονίτης.

Ατάκες γυναικών (η ιστορία από άλλη οπτική γωνιά):
1) «Μωρό μου; Να σου καθαρίσω ένα μηλαράκι;» - Εύα
2) «Και Μην τολμήσεις να έρθεις αν δεν μου βρεις την ενυδατική κρέμα που σου είπα » - Πηνελόπη
3) «Αν πεινάσεις, έχει φαγητό στο φούρνο. Εγώ και τα παιδιά θα αργήσουμε» - Μήδεια
4) «Άντε τελείωνε! Πλύνε τα χέρια σου και έλα να φας πριν κρυώσει το φαγητό»- Η Μητέρα του Πόντιου Πιλάτου
5) «Μωρό μου, είδα έναν υπέροχο χιτώνα. Μόνο τριάντα αργύρια!»
- Η γυναίκα του Ιούδα
6) "Τζουτζούκο μου αυτά τα σαπουνάκια Μασσαλίας μου ξηραίνουν το δέρμα και δεν κάνουν αφρό» - Εύα Μπράουν 1940
7) «Αγάπη, σήμερα λέω να πάρουμε το κάμπριο» - Τζάκι Κέννεντι 1963
8) «.. Και ποιος είναι δηλαδή ο Μάο να έχει τείχος και εμείς όχι» - Κυρία Ούλμπριχτ 1961
9) «Γιώργο ο αχαϊρευτος ο γιος μας πάλι δεν μπήκε στο Πολυτεχνείο. Πρέπει να βρούμε ένα τρόπο για να μπει!» - Δέσποινα Παπαδοπούλου 1973
10) "Οσάμα, θα πάω στην Νέα Υόρκη με την μαμά - με διαφορετικές όμως πτήσεις" - Η Κυρία Λάντεν
Μεγάλες αλήθειες...
Α. Προσπαθώ να βγω από το ψυχολογικό αδιέξοδο, αλλά δε μπορώ να θυμηθώ από που μπήκα.
Β. Διασκέδαση είναι η τέχνη να κουράζεσαι τις ώρες ανάπαυσης.
Γ. Η πείρα είναι μια χτένα που την αποκτάς όταν είσαι πια φαλακρός!
Δ. Δημοκρατία είναι 4 λύκοι και 1 πρόβατο να ψηφίζουν για φαγητό.
Ε. Αυτοί που κάνουν πως ξέρουν τα πάντα εκνευρίζουν εμάς που τα ξέρουμε.
Ζ. Το καλύτερο φάρμακο για το βήχα είναι η φασολάδα. Μετά θα φοβάσαι να βήξεις
Η. Η τεχνητή νοημοσύνη δεν μπορεί να κερδίσει τη φυσική ηλιθιότητα.
Θ. Η ζωή χωρίζεται σε τρεις φάσεις: επανάσταση, περισυλλογή, τηλεόραση. Ξεκινάς να αλλάξεις τον κόσμο και καταλήγεις να αλλάζεις κανάλια.
Ι. Τη γυναίκα μου πάνω από όλα... όλες τις άλλες από κάτω.
Κ. Μεγαλοφυΐα είναι κάποιος που σε μια παραλία γυμνιστών μπορεί να θυμάται φάτσες.
Λ. Ακόμα και μια κοινωνία ηλιθίων είναι ταξική, έτσι ένας ηλίθιος πλούσιος είναι απλά πλούσιος ενώ ένας ηλίθιος φτωχός είναι απλά ηλίθιος.
Μ. Η τύχη χτυπάει την πόρτα σου μόνο μια φορά, αλλά η ατυχία έχει πολύ μεγαλύτερη υπομονή.
Ν. Έχω διαβάσει τόσα πολλά γύρω από το κάπνισμα και το ποτό που αποφάσισα να κόψω το διάβασμα.
Ξ. Η φιλοδοξία είναι το τελευταίο καταφύγιο της αποτυχίας.
Ο. Κάντε οικονομία στο νερό: Πλυθείτε μαζί με ένα φίλο!
Π. Όταν αντιγράφεις κάποιον λέγεται κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας. Όταν αντιγράφεις πολλούς μαζί λέγεται έρευνα.
Ρ. Τα λεφτά μιλάνε... λένε αντίο!
Ο ενοικιαστής καλεί τον ιδιοκτήτη της κατοικίας όπου διαμένει αγανακτισμένος.
- " Δεν πάει άλλο η κατάσταση . Το σπίτι έχει γεμίσει ποντίκια . "
- " Αποκλείεται δε σε πιστεύω " , απαντά ο ιδιοκτήτης .
- " Κάτσε και θα δεις . "
Πηγαίνει ο ενοικιαστής στην κουζίνα παίρνει ένα μεγάλο κομμάτι τυρί . Κόβει ένα κομματάκι και το πετάει χάμω . Σε κλάσματα δευτερολέπτου ένα ποντίκι το αρπάζει και εξαφανίζεται .
- " Σιγά του λέει ο ιδιοκτήτης ! Κάνεις έτσι για ένα ποντικάκι ; "
- " Περίμενε " , απαντά .
Κόβει δύο κομματάκια τυρί τα πετάει χάμω . Ξεπετάγονται αμέσως δύο ποντίκια τα αρπάζουν και εξαφανίζονται .
- " Σιγά μωρέ . Πως κάνεις έτσι για δύο ποντικάκια ! "
- " Δύο ; Περίμενε και θα δεις . "
Κόβει τέσσερα κομματάκια τυρί τα πετάει χάμω . Τέσσερα ποντίκια ορμάνε αρπάζουν το τυρί και φεύγουν .
- " Ε καλά . Και τι έγινε ; Για τέσσερα ποντίκια κάνεις τόση φασαρία ; "
- " Τέσσερα ; Για κοίταξε . "
Μοιράζει όλο το υπόλοιπο τυρί σε πολλά κομματάκια και τα πετάει χάμω . Αμέτρητα ποντίκια εμφανίζονται και αρπάζουν τα τυράκια . Ανάμεσα τους και ένα ψάρι !
- " Εεεεπ ! Τι γυρεύει το ψάρι εδώ " , ρωτάει ο ιδιοκτήτης ;
- " Aσε το ψάρι τώρα και δες τα ποντίκια . Για την υγρασία θα τα πούμε αργότερα ! "
Ο Ροϊ Μακ- Ντόναλντ μπαίνει σε ένα μαγαζί και παραγγέλνει μια μερίδα χάγκις, το παραδοσιακό σκοτσέζικο φαγητό.
Ο υπάλληλος του μαγαζιού μένει να τον κοιτάζει απορημένος.
- Συμβαίνει τίποτε; ρωτάει ο Μακ-Ντόναλντ ενοχλημένος, και, πριν ο άλλος προλάβει να μιλήσει, συνεχίζει με φωνή που τρέμει από οργή:
- Ξέρω τι σκέφτεσαι. Σκέφτεσαι:
- Αυτός για να παραγγείλει χάγκις, θα είναι Σκοτσέζος, και για να είναι Σκοτσέζος, θα είναι και τσιγκούνης εε;
- Όχι κύριε...
- Αν έμπαινε κάποιος και σου παράγγελνε κορν μπιφ, θα σκεφτόσουν:
- Αυτός θα είναι Ιρλανδός, και για να είναι Ιρλανδός, θα πρέπει να είναι και μπεκρής...
- Μα όχι κύριε...
- Και αν έμπαινε κάποιος και σου ζητούσε σουβλάκι με πίτα, θα σκεφτόσουν:
- Α, για να ζητάει σουβλάκι, Έλληνας θα είναι, και για να είναι Έλληνας, θα είναι και απατεώνας!...
- Μα τι λέτε τώρα κύριε...
- Ε, τότε πιο είναι το πρόβλημα νεαρέ μου; Γιατί με κοιτάς τόση ώρα έτσι;
- Γιατί εδώ είναι χρωματοπωλείο κύριε.
Είναι απόγευμα και ο μπαρμπας απο το ωραιο νησάκι του Αιγαίου έχει πάει για ψάρεμα στην αμμουδιά. Αφού ρίχνει την πετονιά ξαπλώνει προς τα πίσω στηριζόμενος στους αγκώνες του και αρχίζει να αγναντεύει περιμένοντας κάποιο τσίμπημα. Σε λίγο εμφανίζεται ένας επιχειρηματίας στην αμμουδιά που είχε πάει βόλτα για να αποβάλει λίγο από το στρες που του δημιουργούσαν οι δουλειές του.
Βλέποντας τον ψαρά να ψαρεύει τόσο νωχελικά, τον πλησιάζει και του λέει:
- Δεν κάνεις καλά, με αυτό τον τρόπο δεν θα πιάσεις ψάρια. Πρέπει να βρέξεις κώλο αν θέλεις να πιάσεις πολλά ψάρια.
- Και τί τα χρειάζομαι τόσα πολλά ψάρια; τον ρωτάει ο ψαράς.
- Θα τα πουλάς και θα βγάζεις κέρδος.
- Για ποιο λόγο;
- Μετά από λίγο καιρό με τα κέρδη θα πάρεις δίχτυα ώστε να πιάνεις περισσότερα ψάρια.
- Για ποιο λόγο; λέει και πάλι ο ψαράς.
Λίγο ενοχλημένος, ο επιχειρηματίας αποκρίνεται :
- Πιάνοντας περισσότερα ψάρια θα μπορέσεις να πάρεις μία βάρκα και να βγάλεις περισσότερα χρήματα.
- Για ποιο λόγο; ξαναλέει ο ψαράς.
Έχει αρχίσει να του την δίνει του επιχειρηματία η μονότονη απάντηση του ψαρά αλλά υπομονετικά του εξηγεί:
- Με τα χρήματα θα αγοράσεις ένα μεγαλύτερο πλοίο και θα προσλάβεις ανθρώπους να σε βοηθούν!
- Για ποιο λόγο; ρωτάει και πάλι ο ψαράς.
Ο επιχειρηματίας είναι πλέον κατακόκκινος, γεμάτος θυμό!
- Μα δεν καταλαβαίνεις; Σε λίγα χρόνια θα έχεις έναν ολόκληρο στόλο από ψαράδικα, με πολλούς υπαλλήλους, που θα ψαρεύουν σε όλες τις θάλασσες του κόσμου, για λογαριασμό σου.
- Για ποιο λόγο;
- Έτσι, θα μπορέσεις να εισάγεις την εταιρεία σου στο χρηματιστήριο. Θα θησαυρίσεις και μετά, χωρίς να σκας, το μόνο που θα έχεις να κάνεις είναι να κάθεσαι στην αμμουδιά και να βλέπεις το ηλιοβασίλεμα!
- Γιατί, τώρα τι κάνω;

Δύο άφραγκοι, μπατήρια τελείως κάποια στιγμή επαναστατούν.
Όχι ρε λέει ο ένας στον άλλο, αυτό είναι άδικο. Να στερούμαστε τα πάντα το καταλαβαίνω αλλά και το φαγητό πάει πολύ. Κάτι πρέπει να βρούμε να τρώμε τουλάχιστον... Κάπως έτσι τους ήρθε η ιδέα. Μαζεύουν λοιπόν ό, τι φραγκοδίφραγκα είχαν και αγοράζουν ένα λουκάνικο. Το σχέδιο ήταν να πηγαίνουν σε κάποιο μαγαζί και αφού φάνε καλά να πέφτει ο ένας στα γόνατα να βγάζει το λουκάνικο από το παντελόνι του άλλου και προσποιούμενος πως είναι το όργανο του να ξεκινάει π**α. Έτσι τα γκαρσόνια έξαλα θα τους πέταγαν έξω με τις κλωτσιές. Το σχέδιο τίθεται σε εφαρμογή με μεγαλύτερη επιτυχία απ ότι περίμενε ο εμπνευστής του. Έτρωγαν στα πιο κυριλέ εστιατόρια και πάντα λίγο πριν το λογαριασμό τους πέταγαν έξω κλωτσοπατινάδα, αλλά πάντα χορτάτους. Πέρασαν έτσι κάποιες εβδομάδες και είχαν αρχίσει να παίρνουν τα πάνω τους για τα καλά. Μετά από ένα ανάλογο εγχείρημα είχαν αράξει κάτω από ένα δέντρο και τότε έρχεται η ώρα της εξομολόγησης. Ξέρεις να, δεν ξέρω πως να το πω, αλλά έτσι που γλείφω το λουκάνικο, έτσι που είναι ζουμερό-ζουμερό, ζεστό-ζεστό μου ρχεται να το φάω στην πραγματικότητα. Ντρέπομαι που στο λέω αλλά...- Κόψε τα κουφά και σταμάτα τις μαλακίες, του λέει κοφτά ο άλλος και πρόσεχε γιατί το λουκάνικο πεινούσα και το έφαγα από την πρώτη μέρα...
Μια φαρμακερή χειμωνιάτικη μέρα. ένας γέρος, στη μέση μιας παγωμένης λίμνης ανοίγει μια τρύπα στον πάγο, ρίχνει την πετονιά και περιμένει τα ψάρια να δαγκώσουν...
Μια ώρα και ούτε ένα τσίμπημα...
Να σου έρχεται ένας νεαρούλης, ανοίγει κι αυτός μια τρύπα λίγο παραδίπλα και ρίχνει την πετονιά του... Δεν έχει περάσει ούτε ένα λεπτό και ΧΡΑΠ! Ένα τεράστιο φαγκρί δαγκώνει το αγκίστρι. Ο νεαρούλης τραβάει έξω το φαγκρί και ο γέρος δεν πιστεύει στα μάτια του.
"Δεν βαριέσαι, απλή κωλοφαρδία..." σκέφτηκε.
Ο νεαρούλης όμως ξαναρίχνει την πετονιά, δεν περνάει ένα λεπτό και ΧΡΑΠ, δεύτερο φαγκρί!
Στα επόμενα πέντε λεπτά ο νεαρούλης βγάζει άλλα 4 ψάρια. Ο γέρος τραβούσε τα βυζιά του...
Τελικά δεν κρατήθηκε, πάει στον νεαρό:
- Ξέρεις, εγώ έχω πάνω από μία ώρα εδώ, και ούτε ένα ψάρι δεν δάγκωσε... Εσύ σε δέκα λεπτά έχεις βγάλει μισή ντουζίνα. Πώς τα καταφέρνεις;
- Έπι ακατά ακουίκια ετά.
- Τί;
- Έπι ακατά ακουίκια ετά.
- Μίλα καθαρά, ρε φίλε, δεν καταλαβαίνω ούτε λέξη, λέει ο γέρος.
Κι ο νεαρός, φτύνοντας στη χούφτα του:
- Πρέπει να κρατάς τα σκουλήκια ζεστά...