Οικογενειακα-ανεκδοτα, Οικογενειακά
Πάει ένας τύπος στο σεξολόγο και του λέει:
- Γιατρέ μου δεν μπορώ να γαμήσω!
- Καλά, πάρε αυτό κι αν έχεις πρόβλημα ξαναέλα, του είπε ο γιατρός και του δώσε ένα ξύλινο πούτσο. Μετά από καμιά βδομάδα ξανάρχεται ο τύπος:
- Γιατρέ, γάμησα, αλλά δεν το ευχαριστήθηκα.
- Καλά, πάρε αυτό κι αν έχεις πρόβλημα ξαναέλα, του λέει ο γιατρός και του δίνει ένα σιδερένιο πούτσο.
Μετά από 3 χρόνια πάει ο τύπος στο γιατρό:
- Γιατρέ, τι κάνετε, με θυμάστε;
- Μα ναι, βέβαια, πώς τα πας;
- Πολύ καλά. Να σας συστήσω τα παιδιά μου. Από δω ο Πινόκιο κι από δω ο Robocop.
Ένα αντρόγυνο στην κλινική, η γυναίκα γεννάει. Ο μπαμπάς γεμάτος χαρά.
Γεννάει η γυναίκα, το παιδί είναι αγόρι. Χαρά ο μπαμπάς, ο γιος έτσι ο Γιος μου αλλιώς, που όταν μεγαλώσει τις γυναίκες θα τις ... και Άλλα τέτοια.
Φτάνει ο γιος 4 χρονών και είναι απόκριες. Τι θέλεις αγόρι μου να σου πάρω Για τις απόκριες; ρωτάει τον γιο του. Απαντάει ο γιος: μπαμπά θέλω να μου Πάρεις μια φούστα. Ο μπαμπάς μένει με ανοιχτό το στόμα. Τι να κάνεις γιε Μου την φούστα τον ρωτάει, τι θέλεις να ντυθείς; Μπαμπά του Λέει θέλω να ντυθώ Bibibo. Βibibo; Έμφραγμα ο μπαμπάς. Το αγόρι μου, ο Αντράκλας μου, δεν το πιστεύω. Του χρόνου τις απόκριες λέει ο γιος Στον μπαμπά του. Μπαμπά θέλω να μου πάρεις κάτι για τις απόκριες. Τι θέλεις Γιε μου, λέει ο μπαμπάς, ότι θέλεις θα σου πάρω. Μπαμπά λέει ο γιος θέλω Να μου πάρεις μια ξανθιά περούκα. Ξανθιά περούκα, τι να την κάνεις γιε Μου; Ε να μπαμπά θέλω να ντυθώ Barbie.
Barbie; δεν είναι δυνατόν ο γιος μου ο αντράκλας μου. Περνάει και αυτό.
Τον επόμενο χρόνο τις απόκριες πιάνει ο πατέρας τον γιο του και τον Ξαναρωτάει τι θέλει για τις απόκριες. Λέει ο γιος στον μπαμπά του: μπαμπά Φέτος θέλω να μου πάρεις ένα σπαθί. Μόλις το ακούει ο μπαμπάς πηδάει από Την χαρά του. Σπαθί θέλεις γιε μου, του λέει, θα σου πάρω το μεγαλύτερο Σπαθί Που υπάρχει. Για πες μου όμως τι θέλεις να ντυθείς και μου ζητάς σπαθί;
Απαντάει και ο γιος:
> > > > Ζ η ν α.
Ήταν μια γιαγιά και ένας παππούς που δεν είχαν παιδιά.
Μια μέρα διάβασαν στην εφημερίδα ότι σε ένα σχολείο μπαίνεις μοσχάρι και βγαίνεις άνθρωπος. Βέβαια η εφημερίδα εννοούσε ότι μπαίνεις αγράμματος και βγαίνεις πανέξυπνος, ο γέρος και η γιαγιά όμως το κατάλαβαν στην κυριολεξία. Έτσι παίρνει ο παππούς το μοσχάρι από την αγελάδα, πάει στο σχολείο και λέει:
- «Σας δίνω το μοσχάρι μου να το κάνετε άνθρωπο και θα έρθω να το πάρω σε 6 χρόνια», έτσι ευχαριστημένος πάει σπίτι. Στο μεταξύ στο σχολείο σφάζουν το μοσχάρι και το τρώνε. Μετά 6 χρόνια ο παππούς πάει στο σχολείο και σκέφτεται πως να φωνάξει το παιδί του αφού τώρα πια ήταν άνθρωπος. Μετά από σκέψη λέει ότι θέλει τον κύριο Μόσχα. Εν το μεταξύ, υπήρχε εκεί ένας καθηγητής με αυτό το όνομα. Τότε ο φύλακας του λέει:
- «A, θέλετε τον καθηγητή Μόσχα.» Τότε ο παππούς παινεύεται από μέσα του. «Α, για δες το παιδί μου όχι μόνο μεγάλωσε αλλά έγινε και καθηγητής κιόλας.» Έρχεται ο καθηγητής και ο γέρος ανοίγει τα χέρια του και λέει:
- «Παιδί μου, έλα να σε αγκαλιάσω.»
Ο καθηγητής απορημένος λέει:
- «Τι λέτε κύριε, εγώ δεν είμαι ο γιος σας.»
- « Γιε μου δε με θυμάσαι, ο πατέρας σου είμαι»
- «Συγνώμη κύριε λάθος κάνετε.»
Ο παππούς στενοχωρημένος πάει σπίτι. Στο δρόμο όμως του ρχεται μια ιδέα. Παίρνει την αγελάδα και πάει ξανά στο σχολείο, ζητά πάλι τον κύριο Μόσχα και του λέει δείχνοντας την αγελάδα.
- «Εμένα δε με θυμάσαι, τουλάχιστον την μάνα σου τη θυμάσαι!»
Jake was dying. His wife, Becky, was maintaining a candlelight vigil by his side. She held his fragile hand, tears running down her face. Her praying roused him from his slumber. He looked up and his pale lips began to move slightly.
"My darling Becky," he whispered.
"Hush, my love," she said. "Rest. Shhh, dont talk."
He was insistent. "Becky," he said in his tired voice. "I... I have something I must confess to you."
"Theres nothing to confess," replied the weeping Becky. "Everythings all right, go to sleep."
"No, no. I must die in peace, Becky. I... I slept with your Sister, your best friend, her best friend, and your Mother!"
"I know," Becky whispered softly. "Thats why I poisoned you."