Συζητάνε δύο φίλες:
- Ασε εχω μεγάλο πρόβλημα! Είμαι 26 χρονών έχω κάνει 7 σχέσεις και δεν έχω ολοκληρώσει με κανέναν.
- Γιατί; ρωτάει γεμάτη απορία η άλλη.
- Παιδί μου, το πράμα μου έχει μια μυρωδιά και ξενερώνουν όλοι πάνω στο καλύτερο. Λένε ότι μυρίζει κρεμμυδίλα...
Την κοιτάει χαμογελαστή η φίλη της και της λέει χαλαρή:
- Λοιπόν έχω τη λύση! Έχω ένα φίλο ο οποίος δεν έχει την αίσθηση της όσφρησης, ούτε της γεύσης οπότε δεν θα καταλάβει τίποτα... Πάρε το τηλέφωνό του, κανόνισε να βγείτε και πάρε με να μου πείς τί έγινε!
Πράγματι παίρνει η κοπέλα τον τύπο τηλέφωνο, πάνε για φαγητό μετά για ποτό, και στο τέλος καταλήγουν στο σπίτι της... Αρχίζουν τις αγκαλιές, τα φιλιά, γδύνονται, ξαπλώνουν στον καναπέ, ο τύπος έχει αρχίσει να τη γλύφει από το λαιμό, κατεβαίνει, κατεβαίνει, κατεβαίνει, φτάνει στο επίμαχο σημείο και εκεί που η κοπέλα είναι έτοιμη να δεχτεί το προσκύνημα, ο τύπος πετάγεται απο τον καναπέ.
- Μήπως μυρίζει το πράμα σου κρεμυδίλα; την ρωτάει.
Αυτή τον κοιτάζει γεμάτη απογοήτευση και απορία:
- Πώς το κατάλαβες, αφού δεν έχεις γεύση ούτε όσφρηση...
- Δακρύσαν τα μάτια μου...
Συναντιούνται 2 φίλοι από τα παλιά στον δρόμο. Αγκαλιές, φιλιά, χαρές. Λέει ο πρώτος:
- Ρε Μήτσο, θες να πάμε σπίτι να γνωρίσεις και την οικογένεια;
- Πάμε ρε!
Όταν έφτασαν, άνοιξαν την πόρτα και είδαν την γυναίκα του να πλένει τα πιάτα.
- Ήρθες, ρε ακαμάτη; Τί ώρα είναι αυτή; Έφερες ρε και το γομάρι τον φίλο σου; Εγώ μαγείρεψα μόνο για την οικογένειά μου, οπότε πάρτε τα κουβαδάκια σας και σε άλλη παραλία!
Μπαίνει ο γιος στο σαλόνι.
- Γεια σου, κωλόγερε!
Μπαίνει η πεθερά.
- Ήρθες, ρε μαλάκα; Γιατί δεν πας στο καλό, να αφήσεις το κοριτσάκι μου ήσυχο ρε;
- Ρε φίλε, δεν παμε στο δικό μου σπίτι; Εδώ τα πράγματα είναι λίγο άγρια...
- Να πάτε στον αγύριστο! φωνάζει η πεθερά.
Μόλις έφτασαν στο σπίτι του άλλου, είδαν την γυναίκα του να μαγειρεύει.
- Ήρθες, αντρούλη μου; Κολώνα του σπιτιού μου! Έφερες βλέπω και τον φίλο σου! Καλά έκανες, αγάπη μου!
- Γεια σου μπαμπακούλι, του λέει η κόρη του σε στάση προσοχής.
- Γαμπρούλη μου, καλώσόρισες! Το φαγητό είναι έτοιμο, ωραίο και ζεστό!
- Ρε φίλε, πώς τους καταφέρνεις όλους και σου φέρονται έτσι;
- Να, είναι απλό. Όλα άρχισαν από μια γατα. Μια μέρα την είδα να κοιμάται στο κρεβάτι μου. Της δείχνω κίτρινη κάρτα. Μια άλλη φορά μπλέχτηκε στα πόδια μου. Της δείχνω πάλι κίτρινη κάρτα. Ως τώρα είχε δύο κίτρινες. Μία άλλη φορά την είδα να τρώει από το πιάτο μου! Της δείχνω κίτρινη κάρτα, τραβάω το περίστροφο και την καθαρίζω. Όλοι αυτοί που βλέπεις εδώ μέσα έχουν ήδη από 2 κίτρινες κάρτες!
Ο υπουργός του κυβερνώντος κόμματος κάνει περιοδεία. Επισκέπτεται ένα σχολικό συγκρότημα και ακούει τα παράπονα των δασκάλων και των μαθητών:
- Κύριε υπουργέ, δεν έχουμε πετρέλαιο για θέρμανση και έρχεται βαρύς χειμώνας...
- Κύριε υπουργέ, δεν μας χωράνε οι αίθουσες, τα μισά θρανία είναι χαλασμένα, τα περισσότερα τζάμια είναι σπασμέα...
Αφού ακούει διάφορα τέτοια τους λέει:
- Μήν ανησυχείτε όλα θα γίνουν το συντομότερο δυνατόν.
Μπαίνει στην μερσεντές και πάει στον επόμενο σταθμό, στις τοπικές φυλακές.
Ακούει και εκεί πολλά παράπονα.
- Κύριε υπουργέ, θέλουμε καλύτερο φαγητό, περισσότερα κλινοσκεπάσματα, πιο πολύ προσωπικό γιατί δεν επαρκούμε...
- Θα γίνουν όλα όσα ζητάτε, μην ανησυχείτε.
Μπαίνει στην Μερσεντές και καθώς φεύγουν αρχίζει να δίνει οδηγίες στον γραμματέα του.
- Λοιπόν, Κωστάκη. Στο σχολείο στείλε ένα συνεργείο να μπαλώσει μερικές τρύπες, και να βάλει μερικά τζάμια, αλλά τίποτε άλλο. Μετά στείλε ένα συνεργείο στις φυλακές να φτιάξει: πισίνα, χαμάμ, τζακούζι, σάουνα, αίθουσα για διασκέδαση με 50άρα τηλεόραση, φλίπερ...
Μένει κάγκελο ο γραμματέας.
- Μα κύριε υπουργέ, τί είναι αυτά που λέτε;
Και απαντά ο υπουργός:
- Κοίτα Κωστάκη. Σχολείο πήγαμε και δεν θα ξαναπάμε. Στην φυλακή όμως δεν ξέρεις πότε θα μπούμε... Κατάλαβες;
Ο μεθυσμένος μπήκε στο λεωφορείο. Μύριζε σαν βαρέλι του κρασιού και πήγε κι έκατσε δίπλα σε έναν παπά. Το πουκάμισό του ήταν λεκιασμένο, το πρόσωπό του γεμάτο κόκκινο κραγιόν και ένα μισογεμάτο μπουκάλι κρασί να βγαίνει από την τσέπη του.
Ανοίγει την εφημερίδα του και αρχίζει να διαβάζει. Μερικά λεπτά αργότερα, γυρίζει και ρωτά τον παπά:
- Πάτερ, τι προκαλεί την αρθρίτιδα;
- Κύριε, λέει με αποδοκιμασία ο παπάς, η αρθρίτιδα προκαλείται από χαλαρή ζωή, με το να βρίσκεσαι με φτηνές και ανήθικες γυναίκες, το πολύ αλκοόλ και την αδιαφορία για τον πλησίον σου.
- Να με πάρει ο διάολος, ψιθύρισε ο μεθυσμένος και συνέχισε να διαβάζει την εφημερίδα του.
Ο παπάς, αναλογιζόμενος τι του είπε, γύρισε στον μεθυσμένο και του ζήτησε συγγνώμη.
- Λυπάμαι, δεν το εννοούσα αυτό που σου είπα. Πόσο καιρό υποφέρεις από την αρθρίτιδα;
- Μα δεν έχω εγώ αρθρίτιδα, πάτερ. Μόλις διάβασα στην εφημερίδα ότι ο Πάπας έχει τέτοια αρρώστια.