Ανέκδοτα για αυτοκίνητα και οδηγούς

Μια φορά πηγαίνει κάποιος με το αυτοκίνητό του σ ένα σκοτεινό δρόμο.
Ξαφνικά εκεί που πηγαίνει τον πιάνει λάστιχο.
Κατεβαίνει βγάζει την ρεζέρβα του αυτοκινήτου, το κλειδί για να ξεβιδώσει το λάστιχο και πάει να βρει και τον γρύλλο.
Ψάχνει λίγη ώρα αλλά δεν τον βρίσκει, τελικά αποφασίζει να περπατήσει.
Μέχρι να βρει κάποιο σπίτι και να ζητήσει να τον βοηθήσουν.
Στον δρόμο που περπατούσε βλέπει μακριά ένα σπίτι μ ένα φως αναμμένο και παίρνει την απόφαση να πάει να ζητήσει βοήθεια . Καθώς περπατούσε σκεπτόταν διάφορα πράγματα ,δεν ήξερε αν είχαν αυτοκίνητο και αν είχαν αυτοκίνητο αν θα είχαν γρύλλο, μήπως τον παρεξηγούσαν, μήπως ήταν καμιά γυναίκα μόνη της και φοβόταν και τον πυροβολούσε και πολλά άλλα, όλα αρνητικά. Φτάνοντας λοιπόν στο σπίτι απογοητευμένος από της αρνητικές σκέψεις παίρνει την απόφαση να χτυπήσει την πόρτα. Χτυπά την πόρτα και περιμένει να του ανοίξουν. Ανοίγει λοιπόν η πόρτα, βγαίνει κάποιος κύριος και πριν προλάβει να μιλήσει του λέει ο άλλος..
- Δεν με παρατασ και εσυ και ο γρυλλοσ σου...

Αναζητώντας το Σταμάτη !
Αληθινή ιστορία: Η μάνα του Σταμάτη είναι βαριά άρρωστη και ο θείος του ο μπάρμπα-Θανάσης αποφασίζει να κατέβει (για πρώτη φορά στη ζωή του) στην Αθήνα από το χωριό για να τον βρει και να τον φέρει πίσω για να προλάβει τη μάνα του ζωντανή. Ο μπάρμπα-Θανάσης όμως δεν ξέρει πού μένει ο Σταμάτης στην Αθήνα. Το μόνο που ξέρει είναι ότι έχει ένα μεγάλο φορτηγό και κάνει μεταφορές.
"Θανέβω, θα κατέβω το δρόμο" σκέφτεται "που θα με πάει κάπου θα ιδώ το φορτηγό. Aντε το πολύ να κάθεται στο καφενείο"
Κατεβαίνει πρωί-πρωί στη Λάρισα και αρχίζει να περπατάει, να περπατάει, να στρίβει δεξιά, να στρίβει αριστερά. Ζαλίστηκε από το θόρυβο, τα αυτοκίνητα, τα μαγαζιά.
Κάποια στιγμή εκεί που πάει να περάσει απέναντι σε μια διασταύρωση ακούει μια σφυρίχτρα και το τροχονόμο να του φωνάζει:
"Πού πας, παππού, το ΣΤΑΜΑΤΗ δε τον βλέπεις;"
"Πούντος, παιδάκι μου, και τον ψάχνω απ τα χαράματα;"