Θα φτάσουνε τελικά;
Κάποτε ο Μιχαλιός αποφάσισε να πάει στην Αθήνα να δει τον ξάδερφό του και μπαίνει για πρώτη φορά σε αεροπλάνο από εκείνα τα μεγάλα με τέσσερις κινητήρες. Καθώς πετούσε το αεροπλάνο στον αέρα μέσα στο σκοτάδι, αρχίζει μια κακοκαιρία μεγάλη οπότε αναγκάζεται ο πιλότος να πει στους επιβάτες:
- Κυρίες και κύριοι εδώ ο καπετάνιος, λόγου κακοκαιρίας μόλις χάσαμε τον ένα κινητήρα αλλά μην ανησυχείτε οι άλλοι τρεις δουλεύουν κανονικά και θα φτάσουμε στον προορισμό μας. Όλοι μέσα στο αεροσκάφος άρχισαν να τρέμουν από το φόβο τους αλλά ο Μιχαλιός ήταν ήρεμος σα να μην έτρεχε τίποτα. Πέρασαν κάτι λεπτά ακόμη οπότε ξαναμιλά ο πιλότος:
- Κυρίες και κύριοι ο καπετάνιος εδώ, δυστυχώς χάσαμε και άλλο κινητήρα αλλά έχουμε ακόμη δύο που δουλεύουν κανονικά και θα φτάσουμε στον προορισμό μας. Φορέστε τις ζώνες σας... Οι επιβάτες αρχίζουν να πανικοβάλλονται αλλά ο Μιχαλιός ήταν ήρεμος σαν αρνάκι. Σε κάποια δόση πετάγεται ο καπετάνιος στο μεγάφωνο πάλι και λέει:
- Κυρίες και κύριοι χάσαμε και τον τρίτο κινητήρα αλλά δουλεύει ο τελευταίος κινητήρας κανονικά, μη σας πιάνει πανικός, θα φτάσουμε στον προορισμό μας... Γυρίζει ξαφνικά ενοχλημένος ο Μιχαλιός στο διπλανό του και του λέει:
- Άστου διάβουλο, κοίτα να δεις πους αμʼ χαλάσει και ου τελευταίους κινητήρς θα μείνουμ ιδού πάνου όλη τη νύχτα!

Ήταν ένας Πόντιος πιλότος ο οποίος πετούσε πάνω από την έρημο.
Κάποια στιγμή παθαίνει βλάβη το αεροπλάνο και αυτός πατάει το κουμπι εκτόξευσης για να σωθεί. Σώζεται αλλά είναι μόνος στη μέση της ερήμου. Εκεί βρίσκει έναν ιθαγενή και του ζητά να τον βγάλει από την έρημο. Αυτός δέχεται και αρχίζουν να προχωρούν. Καθώς προχωρούσαν περνάει από πάνω τους ένα σμήνος πουλιά. Βάζει ο ιθαγενής τότε το κεφάλι του στην άμμο. Μόλις έφυγαν τα πουλιά βγάζει το κεφάλι του και λέει στον Πόντιο:
- Καλά είσαι πολύ τυχερός.
- Γιατί; τον ρωτάει ο Πόντιος.
- Γιατί αυτά τα πουλιά είναι πολύ επιθετικά. Αν δε βάλεις το κεφάλι σου στην άμμο όταν περνάνε, σου βγάζουν τα μάτια.
- Αλήθεια ρε; Ευτυχώς που μου το είπες, ρε φίλε, λέει ο Πόντιος.
Προχωρούν και κάποια στιγμή ξαναεμφανίζονται τα πουλιά. Ο Πόντιος βάζει το κεφάλι του μες στην άμμο. Τότε ο ιθαγενής αρχίζει να τον γαμάει.
Οπότε λέει ο Πόντιος:
- Γαμάτε κωλόπουλα, όμως εμένα τα μάτια δε θα μου τα βγάλετε.
Ήταν μια φόρα μέσα σε ένα αεροπλάνο ο Παπανδρέου, ο Χριστόδουλος, δύο εφοριακοί και ένας πόντιος. Καθώς πετούσε το αεροπλάνο, ξαφνικά βγαίνουν οι δύο πιλότοι από το κόκπιτ και λένε:
- Κύριοι, χάσαμε όλους τους κινητήρες. Υπάρχουν μόνο έξι αλεξίπτωτα. Δυστυχώς, κάποιος δεν θα τα καταφέρει. Εμείς παίρνουμε τα δύο από αυτά. Βρείτε τα μεταξύ σας, για το ποιός θα μείνει χωρίς αλεξίπτωτο. Μένουν λοιπόν άλλα τέσσερα αλεξίπτωτα. Σηκώνεται ο Παπανδρέου και τους λέει:
- Κύριοι, εγώ είμαι ο πρωθυπουργός της χώρας. Έχω ακόμα πολλά να κάνω για την Ελλάδα. Δεν γίνεται να πεθάνω.
Παίρνει το ένα αλεξίπτωτο και πέφτει στο κένο. Πετάγεται και ο Χριστόδουλος και λέει:
- Κύριοι, εγώ είμαι ο αρχηγός της Εκκλησίας και έχω να διατελέσω το έργο του Χριστού. Δεν γίνεται να πεθάνω.
Παίρνει και αυτός το άλλο αλεξίπτωτο και πέφτει στο κενό. Μένουν άλλα δύο αλεξίπτωτα λοιπόν. Πετάγεται και ο πόντιος και λέει:
- Κύριοι, κοίταχτε, επειδή πάντα εγώ την πατάω στα ανέκδοτα, παίρνω το ένα αλεξίπτωτο και βρείτε μεταξύ σας ποιος θα σωθεί.
Μόλις έπεσε ο πόντιος, λέει ο ένας εφοριακός στον άλλον:
- Πάρε εσύ το ένα, να πάρω εγώ το άλλο, γιατί ο πόντιος, πήδηξε με τη σακ βουαγιάζ..!

Είναι μεσημέρι στο αεροδρόμιο.
Οι επιβάτες της πτήσης 653 για Λονδίνο έχουν επιτέλους επιβιβαστεί στο αεροπλάνο, μετά από 2ωρη καθυστέρηση στην αίθουσα ανάμονής. Μαθαίνουν όμως ότι η πτήση θα καθυστερήσει λίγο ακόμα καθώς οι πιλότοι δεν έχουν εμφανιστεί ακόμη. Τέλος πάντων, μισή ώρα αργότερα ο κυβερνήτης και ο συγκυβερνήτης μπαίνουν από από την πίσω πόρτα και διασχίζοντας το διάδρομο ανάμεσα στις θέσεις των επιβατών κατευθύνονται προς το πιλοτήριο. Ο κυβερνήτης κρατά ένα άσπρο μπαστούνι για τυφλούς και χτυπώντας το δεξιά κι αριστερά προχωρά τρεκλίζοντας, σκοντάφτοντας που και που στους επιβάτες. Ο συγκυβερνήτης με τη σειρά του κρατά από το λουρί ένα σκύλο-οδηγό. Και οι δύο φοράνε τεράστια μαύρα γυαλιά. Με τα χίλια ζόρια καταφέρνουν κι οι δύο να φτάσουν στο πιλοτήριο. Στην αρχή οι επιβάτες δεν αντιδρούν νομίζοντας ότι είναι απλά ένα αστείο. Σε λίγο όμως το αεροπλάνο βάζει μπροστά τους κινητήρες και κατευθύνεται στο διάδρομο απογείωσης. Οι επιβάτες αρχίζουν να κοιτάνε ο ένας τον άλλον με κάποια ανησυχία, ψιθυρίζοντας μεταξύ τους και ψάχνοντας απεγνωσμένα τις αεροσυνοδούς να σιγουρευτούν. Το αεροπλάνο στο μεταξύ έχει πάρει θέση και απότομα αρχίζει να επιταχύνει. Οι επιβάτες αρχίζουν να πανικοβάλλονται. Μερικοί προσεύχονται και καθώς το αεροσκάφος πλησιάζει στο τέλος του διαδρόμου οι φωνές γίνονται ολοένα και πιο υστερικές. Στο τέλος, όταν το αεροπλάνο έχει δεν έχει 100 μέτρα πριν τελειώσει ο διάδρομος, οι φωνές ενώνονται σε μια ύστατη κραυγή αγωνίας, και καθώς όλοι έχουν κλείσει τα μάτια και ουρλιάζουν το αεροπλάνο σηκώνεται! Την ίδια στιγμή στο πιλοτήριο ο συγκυβερνήτης αναστενάζει ανακουφισμένος και λέει στον κυβερνήτη :
- Να ξέρεις ότι κάποια μέρα οι επιβάτες δεν πρόκειται να ουρλιάξουν και θα σκοτωθούμε όλοι εδώ μέσα.