Oι επιβάτες μιας πτήσης της Ryanair κάθονται στις θέσεις τους και περιμένουν τους πιλότους.
Σύντομα, δύο άνδρες με στολή πιλότου μπαίνουν στον αεροπλάνο.
Φορούν μαύρα γυαλιά. Ο ένας από τους δύο συνοδεύεται από έναν σκύλο για τυφλούς κι ο άλλος βρίσκει το δρόμο του με την βοήθεια ενός άσπρου μπαστουνιού.
Προχωρούν στον διάδρομο, μπαίνουν στο πιλοτήριο και κλείνουν την πόρτα. Πολλοί από τους επιβάτες γελούν νευρικά κι όλοι κοιτάζονται με μία έκφραση που πηγαίνει από την έκπληξη στον φόβο ή τον σκεπτικισμό. Μερικοί ψάχνουν τις κάμερές τους.
Μερικά λεπτά αργότερα, οι μηχανές του αεροπλάνου ξεκινούν και το αεροπλάνο επιταχύνει στην πίστα. Τρέχει όλο και πιο γρήγορα και μοιάζει σα να μην πρόκειται να απογειωθεί ποτέ.
Οι επιβάτες κοιτάζουν από τα παράθυρά τους και διαπιστώνουν ότι το αεροπλάνο κατευθύνεται ίσια σε μια λίμνη που βρίσκεται στο τέλος του διαδρόμου απογείωσης.
Το αεροπλάνο τώρα τρέχει πολύ γρήγορα στην πίστα και πολλοί επιβάτες διαπιστώνουν ότι δεν πρόκειται να απογειωθούν ποτέ και ότι όλοι θα πέσουν στην λίμνη.
Οι φωνές των έντρομων επιβατών γεμίζουν το αεροπλάνο, αλλά αυτή ακριβώς τη στιγμή, το αεροπλάνο απογειώνεται γλυκά, χωρίς το παραμικρό πρόβλημα.
Οι επιβάτες ηρεμούν και χαμογελούν, νιώθοντας λίγο ανόητοι που πίστεψαν σε αυτό το κακόγουστο αστείο. Λίγα λεπτά αργότερα το γεγονός ξεχάστηκε.
Στο πιλοτήριο, ο πιλότος ψαχουλεύει το ταμπλό με τα όργανα, βρίσκει το κουμπί του αυτόματου πιλότου και τον βάζει σε λειτουργία.
Mετά γυρνάει και λεει μετά στον συγκυβερνήτη:
- Ξέρεις τι πραγματικά με φοβίζει;
- Όχι, απαντά ο άλλος.
- Μια απ αυτές τις μέρες, οι επιβάτες θα βάλουν τις φωνές πολύ αργά και θα πνιγούμε όλοι μας...
Ήταν ένας Γερμανός, ένας Ιταλός και ένας Έλληνας. Βρίσκονταν σε ένα αεροπλάνο και ο πιλότος τους πρόσταξε να πετάξουν ο καθένας ένα από τα όπλα τους πάνω απο τα σπίτια τους.
Έτσι ο Γερμανός πέταξε ένα μαχαίρι, ο Ιταλός ένα τσεκούρι και ο Έλληνας μία χειροβομβίδα.
Την επόμενη μέρα, στα σπίτια τους:
Γερμανοσ:
- Γιατί κλαις μάνα;
- Χθες, παιδί μου, ήρθε ένα μαχαιρι απο τον ουρανό, πέτυχε τον πατέρα σου στο κεφάλι και τον σκότωσε...
Ιταλοσ:
- Μάνα, γιατί κλαις;
- Παιδί μου, χθές το βράδυ, ένα τσεκούρι πέτυχε τον πατέρα σου στο κεφάλι και τον σκότωσε...
Ελληνασ:
- Γιατί γελάς, μάνα;
- Να... Έκλασε ο παππούς και ανατινάχτηκε το σπίτι!
Ένας φτωχός ανθρωπάκος με τη γυναίκα του πήγανε στο πανηγύρι του χωριού. Εκεί είχαν και ενα ελικοπτερο που έκανε ασκήσεις στον αέρα, γύριζε αναποδα, έπαιρνε απότομες στροφές και ηταν πολύ εντυπωσιακό. Ο τύπος ήθελε λοιπόν να μπει στο ελικόπτερο αλλά η γυναίκα του δεν τον άφηνε γιατί το εισιτήριο ήταν 50 ευρώ.
- Μα βρε γυναίκα δεν βλέπεις τι ωραίο που είναι; Που θα το ξαναζήσουμε αυτό;
- Ναι, αλλά 50 ευρώ είναι 50 ευρώ.
Τον επόμενο χρόνο, ξανά τα ίδια. Ο τύπος ήθελε να μπει στο ελικόπτερο αλλά η γυναίκα του επέμενε ότι 50 ευρώ είναι 50 ευρώ. Αφού γινόταν αυτό για μερικά χρόνια, κάποια χρονιά ο πιλότος του ελικοπτέρου τον λυπήθηκε τον φίλο μας. Οπότε του είπε οτι θα τον αφήσει αυτόν και την γυναίκα του να μπουν στο ελικόπτερο τζάμπα με τον όρο οτι δεν θα μιλήσουν και δεν θα φωνάξουν καθόλου όσο θα διαρκέσει η πτήση. Μπαίνουν λοιπόν και αρχιζει ο πιλότος μια να ανεβαίνει, μια να κατεβαίνει, να γυρίζει ανάποδα και να κάνει οτι τρέλα φανταστείς στον αέρα. Ο τύπος και η γυναίκα του δεν έβγαλαν ούτε άχνα. Ο πιλότος προσπαθεί περισσότερο για να τους εντυπωσιάσει, αλλά πάλι δεν ακούει τίποτα. Αφού τελειώνει η πτήση και προσγειώνονται, γυριζει ο πιλότος και λέει στον τύπο:
- Ρε φίλε, με ξαφνιάζεις. Τόσες τούμπες στον αέρα και δεν μίλησες καθόλου!
- Σκέφτηκα να πω κάτι όταν έπεσε η γυναίκα μου, αλλά 50 ευρώ είναι 50 ευρώ!