Κάποιος απ το χωριό πάει στη πόλη, να τον δει ο γιατρός, γιατί του πόναγε το μπράτσο. Τον εξέτασε ο γιατρός και του γράφει μια συνταγή.
- Μ αυτό θα τρίβεσαι τρεις φορές την ημέρα, του λέει.
Παίρνει ο χωριάτης τη συνταγή, πληρώνει και φεύγει.
Σε κάνα-δυο μήνες ξαναπάει στο γιατρό, βγάζει απ την τσέπη του τη συνταγή, του την πετάει στα μούτρα και του λέει:
- Πάρ την πίσω και δώσε μου τα λεφτά μου. Δεν κάνει τίποτα! Δυο μήνες τρίβομαι με δαύτο, κοντεύει να λειώσει και το μπράτσο μου ακόμη πονάει.
Τι είχε συμβεί; Μα, δεν πέρασε απ το φαρμακείο, για τη εκτέλεση της συνταγής, αλλά τριβότανε με το ... χαρτί.
Χαλασμένο είναιΒράδυ στο καφενείο του χωριού, και ο καφετζής δεν προλαβαίνει να κουβαλάει τα τσίπουρα. Ο ένας της παρέας, ο Παναγής που έχει έρθει από το διπλανό χωριό, έχει μαζί και τον γιό του, ένα μπόμπιρα 4ων χρονών. Μπαίνει κάποιος στο καφενείο και ρίχνει "σύρμα":
- Μάγκες, μπροστά στο μύλο του Γιωργή οι μπάτσοι κάνουν αλκοτέστ.
Ο Παναγής τον κοιτάζει λοξά:
- Και κολώνεις ρε μάγκα; Χαλασμένο είναι το μηχάνημα. Μάστορα, δυό τσίπουρα!
- Χαλασμένο; Πού το ξέρεις ρε Παναγή;
- Aκου που σου λέω, λάθος δείχνει.
Έρχονται τα δυό τσίπουρα, πίνει το ένα ο Παναγής, δίνει το άλλο στο γιό του.
- Ρε Παναγή, όχι τσίπουρο στο μωρό ρε!
- Μη φοβάσαι ρε! Ξέρει το παιδί!
Μετά από λίγο...
- Μάστορα, άλλα δύο τσίπουρα!
Τραβάει το ένα ο Παναγής, δίνει το άλλο στο μπόμπιρα. Μετά από λίγο...
- Μάστορα, πιάσε άλλα δυό!
Ένα ο Παναγής, ένα ο μπόμπιρας... Κάποτε σηκώθηκε ο Παναγής, μπήκε στο αγροτικό με το γιό του και τράβηξε για το χωριό του. Στο μύλο του Γιωργή τον σταματάνε οι αμείλικτοι φρουροί του νόμου.
- Καλώς τον Παναγή. Τί ήπιαμε σήμερα;
- Τίποτε δεν ήπιαμε, λέει ήσυχα ο Παναγής.
- Για φύσα στη φούσκα να δούμε, λέει το όργανο της Τροχαίας.
Φυσάει ο Παναγής, ντανγκ η βελόνα στο κόκκινο.
- Δεν μπορεί, λέει ο Παναγής, χαλασμένο θα ναι!
- Χαλασμένο; Για ξαναφύσα...
Ξανά στο κόκκινο η βελόνα...
- Παναγή, άδεια, δίπλωμα, ασφάλεια, ΚΤΕΟ, πυροσβεστήρα, φαρμακείο...
- Για βάστα ρε μάστορα... λέει ο Παναγής. Για βάλε το μωρό να φυσήξει...
Φυσάει ο μπόμπιρας, ντανγκ η βελόνα ξανά στο κόκκινο.
- Βλέπεις; Χαλασμένο είναι... άντε καληνύχτα κύριε Τροχονόμε...
Ο Γιώργος, 84 ετών, και η Μαίρη, 79, είναι κατενθουσιασμένοι με την απόφασή τους να παντρευτούν!
Περπατάνε χαρούμενοι στο δρόμο και κάνουν τα σχέδια για το γάμο τους.
Καθώς βαδίζουν, συναντάντε ένα φαρμακείο και μπαίνουν μέσα.
"Είστε ο ιδιοκτήτης?" ρωτάει ο Γιώργος
"Μάλιστα", λέει ο φαρμακοποιός.
"Έχετε φάρμακα για την καρδιά?"
"Φυσικά", απαντάει ο φαρμακοποιός.
"Φάρμακα για το κυκλοφοριακό?"
"Φυσικά, κύριε"
"Φάρμακα για τους ρευματισμούς"
"Βεβαίως"
"Και Βιάγκρα? Έχετε?"
"Μα και βέβαια έχουμε"
"Φάρμακα για τη μνήμη?"
"Οτιδήποτε σχετικό κυκλοφορεί υπάρχει, κύριε"
"Βιταμίνες? Υπνωτικά?"
"Ναι, βέβαια, έχουμε!"
Και ο Γιώργος:
"Τέλεια! Θα θέλαμε να προτείνουμε το κατάστημά σας για τη λίστα δώρων στο
Γάμο μας!"
Είναι περασμένα μεσάνυχτα, κάπου κοντά στις 1, όπου σε ένα διανυκτερεύον φαρμακείο, ο ιδιοκτήτης κάθεται στον πάγκο και περιμένει μπας και εμφανιστεί πελάτης. Σε κάποια στιγμή όμως, η νύστα τον καταβάλλει.. και έτσι όπως γέρνει πάνω στην ταμειακή τον ψιλοπαίρνει..
Κατά τις 2 η ώρα, ακούγεται ένα δυνατό χτύπημα στην πόρτα. Ο ιδιοκτήτης του φαρμακείου πετάγεται από τον γλυκό του ύπνο, και βλέπει έξω από την πόρτα έναν σκυφτούλη τύπο να του κάνει νόημα. Πηγαίνει μέχρι την πόρτα και ανοίγει.
- Τι θα θέλατε παρακαλώ.. λέει νυσταγμένος ο φαρμακοποιός...
- Μήπως έχετε μελάνι; ρωτάει ο σκυφτούλης τύπος με φωνή σπαστικού..
- Όχι κύριέ μου.. εδώ δεν είναι βιβλιοπωλείο.. δεν έχουμε μελάνι, λέει ο φαρμακοποιός και του κλείνει την πόρτα κατάμουτρα..
Συγχυσμένος ο φαρμακοποιός επιστρέφει στον πάγκο, και πριν περάσει πεντάλεπτο τον ξαναπαίρνει ο ύπνος. Κατά τις 3 ξαναχτυπάει δυνατά η πόρτα. Πετάγεται απότομα ο φαρμακοποιός, κοιτάει στην πόρτα και βλέπει πάλι τον ίδιο σκυφτούλη τύπο να του κάνει νόημα. Πηγαίνει και ανοίγει ξανά την πόρτα...
- Τι θέλεις τώρα ρε μεγάλε;.. του λέει χασμουριόντας...
- Εεε.. μήπως έχετε μελάνι;
- Όχι ρε μαλάκα.. σου είπα ότι δεν έχουμε μελάνι, και του κλείνει την πόρτα με δύναμη.
Ο φαρμακοποιός κατεβάζοντας καντήλια και πολυελαίους, επιστρέφει στην θέση του στον πάγκο και σαν την ωραία κοιμωμένη εισβάλλει ξανά στον κόσμο των ονείρων.. Κατά τις 4, για μια ακόμα φορά χτυπάει η πόρτα.. ξυπνάει απότομα ο φαρμακοποιός και κοιτάει έξω.. Και πάλι ο σκυφτούλης τύπος του κάνει νόημα να βγει έξω..
"Ααα.. αυτή τη φορά θα τα ακούσει", λέει φανερά τσαντισμένος ο φαρμακοποιός. Τρέχει λοιπόν γρήγορα στην πόρτα, την ανοίγει απότομα και πριν προλάβει να κατεβάσει τα 12 ευαγγέλια στον τύπο, ο σκυφτούλης του δίνει ένα κιβώτιο και του λέει..
- Σας έφερα μελάνι για να έχετε..
Ήταν μια φορά κάποιος που είχε σοβαρό πρόβλημα στο χέρι του.
Ένα πρωί σε μια καφετέρια είπε στο φίλο του το πρόβλημα του και ότι θα πήγαινε στο γιατρό. Τότε ο φίλος του, του λέει:
- Ρε συ, δεν έμαθες πως το απέναντι φαρμακείο έχει φέρει ένα μηχάνημα που ρίχνεις μέσα ένα κατοστάρικο μαζί με τα κατουρά σου και σου λέει όχι μόνο τι έχεις αλλά και πώς να το αντιμετωπίσεις;
- Σοβαρά; Δεν το ήξερα. Πάω αμέσως να το δοκιμάσω.
Πήγε λοιπόν στο μηχάνημα, έριξε το κατοστάρικο μαζί με τα κάτουρα του και μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα το μηχάνημα του βγάζει την εξής διάγνωση:
"Έχεις θλάση στο χέρι σου. Βάλε το στο γύψο για 2 εβδομάδες και θα γίνει καλά."
Επειδή όμως ήταν λίγο άτακτος, είπε μέσα του:
- Για να δούμε αν το μηχάνημα μπορεί να κάνει διάγνωση και σε αυτό.
Έβαλε σε ένα κουπάκι ούρα της γυναίκας του, του γιου του, σκατά του σκύλου του και για φινάλε έχυσε και από πάνω. Πήγε στο μηχάνημα, έριξε ένα κατοστάρικο μαζί με το μείγμα και το μηχάνημα έκανε μια διάγνωση που έλεγε:
"Η γυναίκα σου είναι έγκυος, το παίδι ΔΕΝ είναι δικό σου, χώρισέ την. Ο γιος σου είναι αδερφή, δεν μπορείς να κάνεις τίποτα γι αυτό. Ο σκύλος σου έχει διάρροια, τάιζε τον πιο σκληρές τροφές και αν δεν σταματήσεις να την παίζεις όπου βρεις, το χέρι σου δεν πρόκειται να γιάνει ποτέ!"
Μια φαρμακερή χειμωνιάτικη μέρα. ένας γέρος, στη μέση μιας παγωμένης λίμνης ανοίγει μια τρύπα στον πάγο, ρίχνει την πετονιά και περιμένει τα ψάρια να δαγκώσουν...
Μια ώρα και ούτε ένα τσίμπημα...
Να σου έρχεται ένας νεαρούλης, ανοίγει κι αυτός μια τρύπα λίγο παραδίπλα και ρίχνει την πετονιά του... Δεν έχει περάσει ούτε ένα λεπτό και ΧΡΑΠ! Ένα τεράστιο φαγκρί δαγκώνει το αγκίστρι. Ο νεαρούλης τραβάει έξω το φαγκρί και ο γέρος δεν πιστεύει στα μάτια του.
"Δεν βαριέσαι, απλή κωλοφαρδία..." σκέφτηκε.
Ο νεαρούλης όμως ξαναρίχνει την πετονιά, δεν περνάει ένα λεπτό και ΧΡΑΠ, δεύτερο φαγκρί!
Στα επόμενα πέντε λεπτά ο νεαρούλης βγάζει άλλα 4 ψάρια. Ο γέρος τραβούσε τα βυζιά του...
Τελικά δεν κρατήθηκε, πάει στον νεαρό:
- Ξέρεις, εγώ έχω πάνω από μία ώρα εδώ, και ούτε ένα ψάρι δεν δάγκωσε... Εσύ σε δέκα λεπτά έχεις βγάλει μισή ντουζίνα. Πώς τα καταφέρνεις;
- Έπι ακατά ακουίκια ετά.
- Τί;
- Έπι ακατά ακουίκια ετά.
- Μίλα καθαρά, ρε φίλε, δεν καταλαβαίνω ούτε λέξη, λέει ο γέρος.
Κι ο νεαρός, φτύνοντας στη χούφτα του:
- Πρέπει να κρατάς τα σκουλήκια ζεστά...