Πάει ένας τύπος σ ένα φαρμακείο να αγοράσει προφυλακτικά. Μπαίνει μέσα και Φωνάζει:
"Θελω μια καποταααα!"
Τρομαγμένος ο υπόλοιπος κόσμος στο φαρμακείο όπου φύγει φύγει, ανώμαλος σου Λέει είναι, θα μας γαμήσει. Τον πλησιάζει ο υπάλληλος και του λέει:
"Σας παρακαλώ κύριε, να είστε πιο ευγενικός και μη φωνάζετε, τρομάζετε και Τους υπόλοιπους πελάτες. Βεβαίως και να σας δώσουμε προφυλακτικά, να τα Ζητάτε όμως κόσμια."
Κατακόκκινος αυτός λέει:
"Έχετε απόλυτο δίκιο, συγνώμη, απλά είμαι ντροπαλός και να, φωνάζω για να το Ξεπεράσω..."
Τελικά παίρνει το προφυλακτικό που ήθελε και φεύγει. Μετά από καμιά βδομάδα Ξανά στο ίδιο φαρμακείο.
"ΘΕΛΩ ΕΝΑ ΠΡΟΦΥΛΑΚΤΙΚΟΟΟ!" φωνάζει πάλι!
Τρομαγμένος ο κόσμος στριμώχνετε να φύγει, τρελός είναι αυτός. Τον πλησιάζει Πάλι ο υπάλληλος "Σας παρακαλώ κύριε, σεβαστείτε το μαγαζί. Λίγη ευγένεια δεν βλάπτει.
Ντροπιασμένος αυτός "Έχετε απόλυτο δίκιο, ότι και να πω είμαι ασυγχώρητος"
Τελικά παίρνει το προφυλακτικό του και φεύγει. Μετά από άλλη μια βδομάδα Νάτος πάλι στο φαρμακείο! Αυτή τη φορά πλησιάζει τον υπάλληλο στον πάγκο, Ξεκουμπώνει το παντελόνι του, ακουμπάει το πουλί του στον πάγκο και Δείχνοντας το λέει με το πιο ευγενικό και μελιστάλαχτο ύφος "Θα μπορούσα να έχω ένα κουστουμάκι για τον κύριο;"
Ο κύριος της ιστορίας μας είχε ένα φοβερό πάθος στην ζωή του. Αγαπούσε υπερβολικά ένα φαγητό: Τα βραστά φασόλια! Του άρεσαν πολύ, αλλά του δημιουργούσαν μια μάλλον προσβλητική για τους άλλους αντίδραση, που παράλληλα τον έφερνε σε πολύ δύσκολη θέση.
Κάποτε συνάντησε μια όμορφη κοπέλα και την ερωτεύθηκε. Όταν ήταν προφανές ότι η σχέση τους οδηγούσε σε γάμο, σκέφτηκε ότι δεν θα ήταν δυνατόν να προχωρήσουν σε μια τέτοια ενέργεια αν δεν έκανε κάτι πάνω στο πάθος που τον είχε κυριεύσει. Έτσι, αποφάσισε να κάνει την ύστατη θυσία: Εγκατέλειψε τα φασόλια!
Λίγους μήνες αργότερα, καθώς γύριζε από την δουλειά, το αυτοκίνητό του χάλασε. Καθώς η δουλειά του ήταν εκτός πόλης, έπρεπε να περπατήσει αρκετά πριν μπορέσει να φτάσει στο σπίτι του και τηλεφώνησε για να ειδοποιήσει την γυναίκα του ότι θα αργούσε λιγάκι παραπάνω εκείνο το απόγευμα.
Όταν πέρασε έξω από ένα τοπικό μικρό εστιατόριο, το μαγευτικό άρωμα των βραστών φασολιών πλημμύρισε την μύτη του. Καθώς είχε ακόμη αρκετά χιλιόμετρα να περπατήσει, σκέφτηκε ότι με το περπάτημα, οι δυσάρεστες παρενέργειες των φασολιών θα είχαν εξασθενήσει φτάνοντας στο σπίτι. Μπήκε λοιπόν μέσα και έφυγε μόνο όταν είχε φάει τρία σπέσιαλ μεγάλα πιάτα από το αγαπημένο του φαγητό. Σε όλη την διάρκεια του περπατήματός του, συνεχώς άφηνε πίσω του χαρακτηριστικά την μυρωδιά του.
Τις αμόλαγε συνεχώς στην ανηφόρα και στην κατηφόρα και θα έλεγε κανείς ότι σημάδευε τον δρόμο πίσω του. Όταν, λοιπόν, έφτασε έξω από την πόρτα του, ένιωσε αρκετά ασφαλής και εκτονωμένος. Η γυναίκα του άνοιξε την πόρτα και του φάνηκε ότι ήταν κάπως ξαναμμένη. Του εξήγησε ότι του είχε την πιό απίθανη έκπληξη για το βραδινό του φαγητό και ότι η καθυστέρησή του δεν ήταν τίποτα εμπρός σε αυτό που θα του σερβίριζε!
Του πέρασε ένα μαντήλι γύρω από τα μάτια και τον οδήγησε στην καρέκλα στο κεφάλι του τραπεζιού και του ζήτησε να της υποσχεθεί ότι δεν θα κρυφοκοίταζε.
Ακριβώς εκείνη την στιγμή, ένιωσε μια πίεση στο εσωτερικό της κοιλιάς του, να κατεβαίνει προς τα κάτω. Την ώρα που η γυναίκα του ετοιμαζόταν να του βγάλει το μαντήλι και να του εμφανίσει την έκπληξη, το τηλέφωνο χτύπησε. Τον υποχρέωσε να της ξαναϋποσχεθεί ότι δεν θα κρυφοκοίταζε μέχρις ότου γυρίσει από το τηλέφωνο και πήγε να απαντήσει. Όσο εκείνη έλειπε, άδραξε την ευκαιρία, στήριξε το βάρος του στο ένα πόδι και την άφησε να φύγει. Δεν ήταν μόνο δυνατή αλλά βρωμούσε και σαν χαλασμένο αυγό. Ακόμη και ο ίδιος δυσκολεύτηκε να ανασάνει και γι αυτό, πηρε την χαρτοπετσέτα του και άρχισε να την κινεί γύρω του, ανακινώντας τον αέρα.
Μόλις είχε αρχίσει να νιώθει πιό καλά όταν μια ακόμη βιαστική εμφανίστηκε. Σήκωσε το πόδι του και ππρρρρρρρρρρρρτ, την άφησε ελεύθερη. Ακούστηκε σαν ντηζελομηχανή που αγκομαχούσε στην ανηφόρα και βρωμούσε ακόμη χειρότερα. Αρχισε να κουνά τα χέρια του τριγύρω, ελπίζοντας ότι η μυρωδιά θα αραίωνε, όταν η γυναίκα του θα επέστρεφε από το τηλέφωνο. Η κατάσταση άρχισε να επανέρχεται στο φυσιολογικό όταν την ξανάνιωσε.. Στηρίχτηκε στο άλλο πόδι του και την ελευθέρωσε. Αυτή ήταν πραγματικά φαρμακερή! Τα παράθυρα έτριξαν, τα πιάτα στο τραπέζι ταρακουνήθηκαν και ένα λεπτό αργότερα τα λουλούδια στο βάζο είχαν μαραθεί. Καθώς προσπαθούσε να κρατάει και τον νού του στην κουβέντα της γυναίκας του που βρισκόταν στο χωλ και κρατώντας την υπόσχεσή του να μην κρυφοκοιτάξει όση ώρα απουσίαζε, πέρασε το επόμενο δεκάλεπτο κλάνοντας και κουνώντας τα χέρια του με την χαρτοπετσέτα.
Όταν άκουσε τους τηλεφωνικούς αποχαιρετισμούς, πράγμα που σήμαινε ότι το τηλεφώνημα έφτανε στο τέλος του, προσεκτικά δίπλωσε την χαρτοπετσέτα του και την άφησε δίπλα στο πιάτο του, στο σημείο που βρισκόταν από την αρχή. Χαμογελώντας συγκαταβατικά, ήταν η εικόνα της αθωότητας, όταν η γυναίκα του μπήκε στο δωμάτιο.
Ζητώντας συγνώμη που άργησε τόσο πολύ στο τηλέφωνο, τον ρώτησε αν είχε κρυφοκοιτάξει στο τραπέζι και όταν βεβαιώθηκε ότι δεν είχε κάνει ζαβολιά, εκείνη τράβηξε το μαντήλι και φώναξε :
Εκπληξη!
Με ένα μεγάλο σοκ και με τρόμο, ανακάλυψε ότι δώδεκα άτομα ήταν καθισμένα γύρω από το τραπέζι, μαζεμένοι για το γενέθλιο πάρτυ του!
Ο πατέρας με τον γιο πηγαίνουν μαζί στο φαρμακείο και επί τη ευκαιρία ο πατέρας του δείχνει τις συσκευασίες των προφυλακτικών...
- Αυτά είναι λοιπόν τα προφυλακτικά που σου έλεγα, του λέει... Θυμάσαι τη συζήτησή μας, ε, Γιωργάκη;
- Ναι, μπαμπά, θυμάμαι... Αλλά δε μου είπες, εδώ γιατί γράφει 3;
- Γιατί αυτή είναι η συσκευασία των μαθητών της τρίτης λυκείου: ένα για την Παρασκευή, ένα για το Σάββατο και ένα για την Κυριακή.
- Και αυτά που γράφουν 6;
- Αυτά είναι για τους φοιτητές: δύο για την Παρασκευή, δύο για το Σάββατο και δύο για την Κυριακή.
- Και αυτά που γράφουν 12;
- Αυτά παιδί μου είναι για τους παντρεμένους: ένα τον Γενάρη, ένα τον Φλεβάρη, ένα τον Μάρτη...
Κάποιος τύπος βλέπει έναν φίλο του στον δρόμο και του λέει:
- "Αστα είμαι χάλια. Έχω φοβερούς πόνους στον αγκώνα μου. Δεν ξέρω τι είναι. Πρέπει επειγόντως να δω έναν γιατρό."
- "Φίλε μου έχω νέα για σένα. Στο φαρμακείο στην γωνία έχει ένα μηχάνημα τρομερό. Με ένα μικρό δείγμα ούρων, μπορεί να σου διαγνώσει οτιδήποτε. Αλλωστε τι έχεις να χάσεις, 10 δολάρια στοιχίζει όλο κι όλο."
- "Φίλε μου τι έχω να χάσω. Θα πάω."
- "Πάει σπίτι λοιπόν, γεμίζει ένα ουροδοχείο με λίγα ούρα και μια και δυο πάει στο φαρμακείο με το θαυματουργό μηχάνημα. Ρίχνει στην υποδοχή τα ούρα του, βάζει και ένα 10χίλιαρο στην υποδοχή και περιμένει. Σε ένα λεπτό το μηχάνημα αρχίζει να κάνει θορύβους, λαμπάκια αρχίζουν να αναβοσβήνουν και τελικά βγαίνει ένα χαρτάκι που λέει:
- "Πάσχεις από tennis elbow, ασθένεια των τενιστών. Θα πρέπει να ξεκουράσεις το χέρι σου, να κάνεις θερμά λουτρά, να αποφύγεις το σήκωμα βαριών αντικειμένων. Σε δύο εβδομάδες θα είσαι καλύτερα."
- Το ίδιο βράδυ, ο φίλος μας δεν μπορούσε να χωνέψει τις δυνατότητες αυτού του μηχανήματος και πως είναι δυνατόν να κάνει τόσο ακριβή διάγνωση. Σκεπτόταν πόσο προχωράει η επιστήμη και αν είναι δυνατόν να κοροϊδέψει το μηχάνημα.
- Παίρνει λοιπόν λίγο νερό βρύσης, λίγο αίμα από τον σκύλο του, ούρα από την γυναίκα του και την κόρη του και τέλος βαράει και μια μαλακία, τα ανακατεύει καλά και πάει στο μηχάνημα.
- Βάζει το δείγμα στην υποδοχή, πετάει και ένα 10δόλαρο και περιμένει.
- Σε ένα λεπτό το μηχάνημα αρχίζει να κάνει θορύβους, λαμπάκια αναβοσβήνουν και τελικά βγαίνει ένα χαρτάκι που του λέει:
- "Το νερό της βρύσης σου είναι πολύ σκληρό. Πάρε αποσκληρυντικό. Ο σκύλος σου πάσχει από υποβιταμίνωση. Δώστου βιταμίνες. Η κόρη σου παίρνει ναρκωτικά. Βρες κλινική αποτοξίνωσης. Η γυναίκα σου είναι έγκυος. Δίδυμα κορίτσια. Δεν είναι δικά σου. Βρες δικηγόρο. Και συ αν δεν σταματήσεις να βαράς μαλακία, ο αγκώνας σου δεν θα γίνει ποτέ καλά."