Ανέκδοτα για αυτοκίνητα και οδηγούς
Ο μικρός Γιωργάκης πάει στον πατέρα του.
- Μπαμπά, θα μου εξηγήσεις τη διαφορά μεταξύ θεωρητικού και πρακτικού;
- Στάσου μια στιγμή, του λέει ο πατέρας του, και φωνάζει την κόρη τους.
- Μαιρούλα έλα εδώ. Πες μου, για είκοσι εκατομμύρια θα κοιμόσουνα με τον αδερφό σου;
Τρομαγμένη η Μαιρούλα απαντάει:
- Τι λες μπαμπά, είναι πράγματα αυτά, εγώ είμαι κορίτσι με αρχές, με τον αδερφό μου, απαπαπα, αυτά είναι διεφθαρμένα πράγματα.
- Πρόσεξε, Μαιρούλα, για είκοσι εκατομμύρια δραχμές. Θα πήγαινες με τον αδερφό σου.
- Μα τι λόγια είναι αυτά πατέρα, ... είκοσι εκατομμύρια, ε;
Ε, τα λεφτά στην οικογένεια θα έμεναν, θα μπορούσαμε να κάνουμε τόσα πράγματα, θα μπορούσαμε να πάμε όλοι μαζί διακοπές ... ε, για είκοσι εκατομμύρια θα το έκανα.
- Καλά Μαιρούλα, πήγαινε. Γυναίκα, έλα εδώ. Για τριάντα εκατομμύρια, θα κοιμόσουνα με το γιο σου;
- Αααργκ, τι λόγια είναι αυτά άντρα μου, δεν αισχύνεσαι, τι αιμομυκτικά πράγματα είναι τούτα, και μόνο που το σκέφτομαι παθαίνω ...
- Πρόσεξε γυναίκα, μιλάμε για τριάντα εκατομμύρια δραχμές. Θα πήγαινες;
- Μα τα έχεις χάσει εντελώς άντρα μου, για ποια με περνάς, δεν κάνω εδώ τέτοια πράγματα, αυτά είναι άνομα πράγματα, ... τριάντα εκατομμύρια είπες; Ε, στην οικογένεια θα έρχονταν τα λεφτά, πολλά πράγματα θα μπορούσαμε να αγοράσουμε για το σπίτι, πλυντήριο, ψυγείο, καινούργια αυτοκίνητο, καλό θα μας έκανε στο τέλος. Για τόσα λεφτά θα πηδούσα το γιο μου.
- Εντάξει γυναίκα, πήγαινε. (Προς το γιο)
- Κατάλαβες, ρε, τι διαφορά μεταξύ του θεωρητικού και του πρακτικού;
- Όχι, μπαμπά, δεν τόπιασα.
- Κοίτα, ρε μαλάκα. Θεωρητικά, έχουμε στην οικογένεια πενήντα εκατομμύρια. Πρακτικά, όμως, έχουμε δύο πουτάνες!
Ήτανε που λέτε δύο νταλικέρηδες και πήγαιναν στην εθνική. Κάποια στιγμή γυρνάει ο Κώτσος (συνοδηγός) και λέει στο Μήτσο (οδηγό):
K: Ρε Μήτσο, χέζομαι ρε συ...
Μ: Ρε Κώτσο κάνε λίγο κράτει, να, σε λίγο πιάνουμε Λάρισα, εκεί θα χέσεις.
K: Καλά...
Μετά από λίγο:
K: Ρε Μήτσο, πόση ώρα θέλουμε ακόμα για Λάρισα;
Μ: E είναι ακόμα 20-25 χιλιόμετρα, βάλε κανένα εικοσάλεπτο.
K: Ρε συ, ΧΕΖΟΜΑΙ σου λέω, δε μπορώ να κρατηθώ τόσο πολύ καταλαβαίνεις ρε σύ τι σου λέω, χέζομαι, θα χεστώ επάνω μου.
Μ: E τι θες να σου κάνω ρε Κώτσο, πάρε μια σακούλα και πάνε χέσε πίσω.
K: Αυτό θα κάνω, με συγχωρείς αλλά δε γίνεται αλλιώς...
Πάει λοιπόν ο Κώτσος στο πίσω μέρος της νταλίκας (king cab) και ξαλαφρώνει με αναστεναγμούς ανακούφισης. Όταν τελειώνει ξαναγυρνάει όλο χαμόγελα στη θέση του συνοδηγού.
K: Τώρα μάλιστα, τώρα πάμε και μέχρι Θεσσαλονίκη αν θες.
Μ: ...
Μετά από λίγο:
Μ: Κώτσο, τι την έκανες τη σακούλα;
K: Α ναι, πίσω την άφησα;
Μ: Καλά ρε χάνεις; Θα σκύλο βρωμίσουμε εδώ μέσα. Πάρτη ρε μαλάκα και πέτα τη από το παράθυρο και πέθανα στη μπόχα.
K: Α καλά...
Πράγματι, παίρνει ο Κώτσος τη σακούλα και τη πετάει από το παράθυρο. Περνάει κανένα πεντάλεπτο ήρεμης πορείας όπου ξαφνικά από πίσω ακούγεται ένα βραχνό επίμονο ψιλό κορνάρισμα:
"Μπι μπιπ! μπι μπιιιιπ!". Κοιτάει ο Μήτσος από τον καθρέφτη και βλέπει σε κάποια απόσταση ένα τυπά με ένα παπάκι να του κάνει κάτι νοήματα. "Γαμώτο", σκέφτεται, "τι θέλει το ούφο και κορνάρει;" και κατεβάζοντας ταχύτητα, ξεφεύγει αρκετά μέτρα μπροστά.
Δεν περνάνε δυο λεπτά και να σου πάλι "μπι μπιπ! μπι μπιιιιπ!". Κοιτάει ο Μήτσος και βλέπει πάλι να πλησιάζει το παπάκι και τον τύπο να κουνάει τα χέρια του θυμωμένα.
"Βρε μ ένα πού*** που μπλέξαμε", σκέφτεται τσαντισμένος, "και όχι τίποτ άλλο μπορεί και να τον πατήσω χωρίς να το θέλω"
. Και κόβοντας λίγο ταχύτητα γυρίζει και λέει στο συνοδηγό:
Μ: Ρε συ Κώτσο, για δες τι στην ευχή θέλει και κορνάρει ο μαλακό παπάκιας μη τον κάνω λιώμα σε καμιά στροφή.
Και ο Κώτσος ανοίγει το παράθυρο, βγάζει το κεφάλι του έξω, κοιτάει λίγο τον τύπο που έχει φτάσει δίπλα τους εντωμεταξύ και του λέει:
K: Τι θε ρε... σκατό φάτσα;
Μια οικογένεια Αγγλων περνούσε τις διακοπές της στην Γερμανία και κατά την διάρκεια ενός περιπάτου, παρατήρησαν ένα χαριτωμένο σπιτάκι το οποίο τους φάνηκε κατάλληλο για τις επόμενες διακοπές τους.
Ζήτησαν λοιπόν τον ιδιοκτήτη του και έμαθαν ότι είναι ένας διαμαρτυρόμενος πάστορας.
Τον συνάντησαν, τον είδαν και συμφώνησαν να το χρησιμοποιήσουν τον επόμενο χρόνο.
Γυρίζοντας όμως στην Αγγλία, η κυρία θυμήθηκε ότι δεν είχε δει το W. C.
Έγραψε λοιπόν την εξής επιστολή στον πάστορα:
- «Αιδεσιμότατε πάτερ, είμαι η κυρία που πριν μερικές ημέρες κλείσαμε ένα συμβόλαιο για το σπιτάκι της εξοχής, αλλά δεν πρόσεξα το W. C. Θα ήθελα λοιπόν να με πληροφορήσετε καταλλήλως σχετικά με αυτό.»
Όταν ο πάστορας πήρε το γράμμα δεν κατάλαβε την σύντμηση και έχοντας στο μυαλό του ένα μικρό αλλά γνωστό εκκλησάκι των Αγγλικανών που ονομάζεται Wabel Chapel (W. C.) με το οποίο αντιμετώπιζε προβλήματα συντήρησης, νόμιζε ότι η κυρία ζήτησε πληροφορίες γι αυτό και της απάντησε:
- «Αγαπητή κυρία,
Εξετίμησα το ενδιαφέρον σας και σας πληροφορώ ότι ο τόπος που σας ενδιαφέρει βρίσκεται σε απόσταση 12 χιλιομέτρων από το σπίτι, γεγονός που δυσκολεύει λίγο αυτούς που συνηθίζουν να πηγαίνουν συχνά.
Όποιος δε, έχει την συνήθεια να παραμένει επί μακρών στις διάφορες τελετές, καλό είναι να φροντίζει να έχει μαζί του και φαγητό ώστε να μπορεί να παραμένει ολόκληρη την ημέρα.
Στην τοποθεσία μπορείτε να φθάσετε με ποδήλατο ή με τα πόδια, μια και το τοπίο είναι υπέροχο.
Αν πάλι κάποιος βιάζεται πολύ, μπορεί να πάρει και αυτοκίνητο.
Πρέπει να επισημάνω ότι θα ήταν καλύτερα να φθάνετε εγκαίρως, ώστε να μη διαταράσσεται η ησυχία των άλλων οι οποίοι είναι ήδη μέσα.
Η αίθουσα διαθέτει θέσεις για 40 καθιστούς και 100 όρθιους.
Υπάρχει επίσης κλιματισμός ώστε να αποφεύγονται οι δυσάρεστες μυρωδιές.
Συνιστάται να φθάνετε εγκαίρως (νωρίς το πρωί) ώστε να βρίσκετε θέση για να καθίσετε.
Τα παιδιά όταν είναι πολύ μικρά επιτηρούνται από τον επιστάτη κατά την διάρκεια της τελετής μέσα στα καροτσάκια ή τα καλαθάκια τους ενώ τα μεγαλύτερα κάθονται μαζί με τους γονείς τους και τραγουδούν όλοι μαζί.
Στην είσοδο, θα παραλαμβάνετε ένα χαρτί αλλά σε περίπτωση που δεν φθάσει, τα χαρτιά χρησιμοποιούνται ανά δύο άτομα.
Τα φύλλα επιστρέφονται κατά την έξοδο, αν είναι δυνατόν σε καλή κατάσταση ώστε να χρησιμοποιηθούν και πάλι.
Υπάρχουν μεγάφωνα για την ενίσχυση των ηχείων, έτσι ώστε τα συμβαίνοντα στην αίθουσα να ακούγονται και στο προαύλιο.
Τέλος αυτά που συλλέγονται μετά από την τελετή, μοιράζονται στους φτωχούς της περιοχής.
Αρκετές φορές έρχονται και φωτογράφοι, οι οποίοι αποθανατίζουν τις διάφορες φάσεις ώστε να έχετε αναμνήσεις από μια πράξη σας τόσο ανθρώπινη.
Εις το επανειδείν με τον αξιότιμο σύζυγό σας.
Ο πάστωρ.
Ο τύπος κερδίζει στο ΛΟΤΤΟ 57.550.550 δραχμές καθαρά και, σούμπιτος φεύγει για την αντιπροσωπία της Φεράρι. "Θέλω αυτήν...", λέει στον υπάλληλο και, τσουπ, ανοίγει την τσάντα και βγάζει το ρευστό. Μετράει ο υπάλληλος και μετά του λέει:
"Κύριε, δυστυχώς το αυτοκίνητο κάνει 57.550.600 δραχμές, με πινακίδες και τα λοιπά...". Ψάχνει στην τσέπη του ο τύπος, τίποτε. Στην άλλη, στις μέσα τσέπες, πουθενά πενηντάρικο! "Περιμένετε"
, λέει στον υπάλληλο και βγαίνει έξω. Βρίσκει ένα περίπτερο και λέει στον περιπτερά:
"Σε παρακαλώ, καλέ μου άνθρωπε, σώσε με. Όλη μου τη ζωή ήθελα να αγοράσω μια Φεράρι και άμα δεν την αγοράσω εδώ και τώρα, θα πάθω εγκεφαλικό. Θα σκάσω. Θα ψοφήσω σαν το σκυλί. Το καταλαβαίνεις; Χάνομαι! Σε ικετεύω, δώσε μου ένα πενηντάρικο να πάω να την πάρω ΤΩΡΑ και θα σ το φέρω πίσω αύριο πρωί πρωί!"
. Και ο περιπτεράς:
"Καλά, καλά. Μην τρελαίνεσαι, ρε μεγάλε. Να. Πάρε ένα κατοστάρικο και...
Πάρε μου και εμένα μία!".
Μετά από αρκετά χρόνια γάμου και σκληρής βιοπάλης το ζευγάρι εξακολουθούσε να μην τα βγάζει πέρα και να είναι καταχρεωμένο!
Χρωστούσανε τις δόσεις για το σπίτι, τα έπιπλα, το αυτοκίνητο και ο μισθός δεν έφτανε για να ζούνε άνετα...
Έτσι ο σύζυγος είπε μια μέρα στη γυναίκα του:
- Τα λίγα χρήματα που έχουμε στη τράπεζα αρκούνε για να βγάλω ένα εισιτήριο για την Αυστραλία. Θα πάω πρώτος εγώ εκεί, θα δουλέψω λίγους μήνες και θα εξοικονομήσω χρήματα για το δικό σου εισιτήριο. Όταν θα έρθεις κι εσύ στην Αυστραλία, θα εργαστούμε κι οι δυο για λίγα χρόνια μέχρι να πληρώσουμε τα χρέη μας και να επιστρέψουμε πίσω στη πατρίδα...
Πήγε λοιπόν ο σύζυγος στην Αυστραλία και σε έξι μήνες γράφει στη γυναίκα του:
"Χρυσή μου, η ζωή εδώ είναι πολύ ακριβή, η Αυστραλία δεν είναι πια η γη της επαγγελίας, τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα! Τόσους μήνες που είμαι εδώ πουλάω σουτιέν(ελληνιστί στηθόδεσμα...) αλλά ακόμη δε κατόρθωσα να βγάλω λεφτά για το εισιτήριο σου. Κάμε υπομονή ακόμη λίγο καιρό γλυκιά μου. Θα εργαστώ πιο σκληρά για να σε φέρω κοντά μου..."
Έκαμε υπομονή η γυναίκα και σε λίγους μήνες πήρε ένα καινούριο γράμμα από την Αυστραλία:
"Εδώ και έξι μήνες εκτός από σουτιέν(ελληνιστί στηθόδεσμα) πουλάω και ρακιά(κοινώς κυλοτάκια), αλλά και πάλι δε κατόρθωσα να βγάλω λεφτά για το εισιτήριο σου... Κάνε ακόμη λίγη υπομονή..."
Έξι μήνες αργότερα έρχεται ένα τρίτο γράμμα από το σύζυγο:
"Τους τελευταίους μήνες εκτός από σουτιέν(ελληνιστί στηθόδεσμα) και βρακιά(κοινώς κυλοτάκια) πουλάω και κρεβάτια... Μα και πάλι δε τα βγάζω πέρα... Σε παρακαλώ περίμενε ακόμη λίγο..."
Σε τρεις μήνες ο σύζυγος παίρνει στην Αυστραλία ένα γράμμα από τη γυναίκα του:
"Αγάπη μου... Τους τελευταίους μήνες εγώ με ένα κρεβάτι, χωρίς βρακί(κοινώς κυλοτάκι) και χωρίς σουτιέν(ελληνιστί στηθόδεσμο) ξεχρέωσα το σπίτι, τα έπιπλα και το αυτοκίνητο... Έβγαλα και εισιτήριο κι έρχομαι κοντά σου σε μια βδομάδα..."
Μία ομάδα από άντρες κάθονται στη σάουνα και συζητούν για δουλειές και μετοχές όταν ξαφνικά χτυπάει ένα κινητό.
"Γεια σου μωρό μου, είσαι στο κλαμπ;"
"Ναι καλή μου."
"Αγάπη μου δε θα το πιστέψεις αλλά είμαι μπροστά στου YSL και υπάρχει ένα πανέμορφο μινκ προσφορά στη βιτρίνα."
"Πόσο κάνει καλή μου;"
"Το σκοτώνουν. Μόνο 2.000.000. Το πιστεύεις;"
"Μα δεν έχεις ήδη πολλά παλτά;"
"Σε παρακαλώ αγάπη μου, είναι μοναδικό!"
"Καλά, καλά, πάρ το!"
"Σ ευχαριστώ καρδιά μου. Α, για να μη σε κρατώ πολύ", πέρασα από τη Mercedes το πρωί και είδα το νέο κάμπριο. Πέθανα! Μίλησα στον πωλητή και αυτό που έχει στην έκθεση είναι ολοκαίνουργιο, με δερμάτινα καθίσματα, υδραυλικά, ηλεκτρικά, τα πάντα. Χρώμα χρυσό! Τι λες;"
"Έλα τώρα γλυκιά μου, έχουμε ήδη πολλά αυτοκίνητα!"
"Μα μου είχες υποσχεθεί ότι μπορώ να πάρω ένα κάμπριο!"
"Πόσο κάνει;"
"Δε θα το πιστέψεις, αλλά ο πωλητής είπε ότι θα μας το αφήσει μόνο 35.000.000, full extra, κομπλέ, με το κλειδί στο χέρι!"
"Καλά, καλά, άντε πάρ το!"
"Μωρό μου σε λατρεύω. Είσαι ο καλύτερος σύζυγος που θα μπορούσε να έχει μια γυναίκα. Ελπίζω να μην το παρακάνω αλλά θυμάσαι το ταξίδι που είχαμε κάνει στο Παρίσι; Θυμάσαι το ξενοδοχείο με την πισίνα και τα γήπεδα του τένις; Πουλιέται.
Το είδα το πρωί στο μεσιτικό γραφείο. Αν το αγοράζαμε θα είχαμε το τέλειο μέρος να μείνουμε τους κρύους μήνες του Χειμώνα!"
"Να σου πω, το είχα σκεφτεί κι εγώ. Πουλιέται είπες;"
"Αλήθεια; Το είχες σκεφτεί; Να πάω να κάνω μια προσφορά;
Ξέρεις, δεν είναι πολύ ακριβό και θα ταίριαζε στον τρόπο ζωής μας!"
"Πόσο το έχουν;"
"Μόνο 180.000.000 αγάπη μου. Είναι ευκαιρία!"
"Νομίζω έχουμε λεφτά στην άκρη. Πήγαινε και κάνε μια προσφορά αλλά με τίποτα πάνω από 165.000.000."
"Τελικά η σημερινή μέρα είναι καταπληκτική! Δε βλέπω την ώρα να σε πετύχω το βράδυ στο σπίτι για να το γιορτάσουμε!"
"Τα λέμε το βράδυ καλή μου."
Ο τύπος κλείνει το κινητό και ρωτά δυνατά:
"Ρε σεισ! Ποιανου ειναι αυτο εδω το κινητο;"
Δύο άσπονδοι εχθροί, τρακάρουν άσχημα με τα αυτοκίνητά τους, τα οποία έγιναν ένα μάτσο παλιοσίδερα, αλλά κανείς τους δεν έπαθε τίποτα.
Βγαίνουν έξω από το αυτοκίνητά τους και βλέπουν ο ένας τον άλλο, οπότε γυρίζει ο πρώτος και λέει:
- Παρόλο που τα αυτοκίνητα μας έγιναν παλιοσίδερα, εμείς δεν πάθαμε τίποτα. Και αυτό, πρέπει να είναι ένα σημάδι από το Θεό, ότι μπορούμε να ζήσουμε μαζί ειρηνικά.
- Συμφωνώ απόλυτα μαζί σου, απαντά ο δεύτερος.
- Αυτό, πρέπει να το γιορτάσουμε, λέει ο πρώτος και φέρνει από το αυτοκίνητο του, δύο κουτάκια μπύρας, που τυχαία δεν είχαν πάθει τίποτα.
Δίνει το ένα στον πρώην εχθρό του και λέει:
- Ασπρο πάτο!
- Ασπρο πάτο, απαντά κι ο άλλος και την κατεβάζει μονορούφι.
Μόλις τελειώνει, βλέπει τον άλλο να μην έχει πιει ούτε γουλιά, οπότε τον ρωτά:
- Εσύ, δε θα πιεις;
- Όχι, λέω να περιμένω να έρθει η αστυνομία πρώτα.