Είναι ένας παντρεμένος σε ένα σουπερμάρκετ τώρα και τον χαιρετά μία εντυπωσιακή ξανθιά.
- Γνωριζόμαστε; λέει αυτός.
- Νομίζω ότι είσαι ο πατέρας ενός από τα παιδιά μου, απαντά η ξανθιά.
- Ω, θεέ μου! λέει εκείνος και θυμάται την φορά που απάτησε την γυναίκα του. Είσαι η στριπτιτζού από το μπάτσελορ πάρτυ, που είχαμε πηδηχτεί στην πισίνα και μετά μου τις έβρεξες με το μαστίγιο και μου κάρφωσες ένα καρότο στον κώλο;
- Όχι, κάνει εκείνη σαστισμένη. Είμαι η φιλόλογος του γιού σας!

Είναι σε ένα αεροπλάνο ο Ομπάμα, ο Πατριάρχης, ένα λιοντάρι και μια ξανθιά αεροσυνοδός.
Εκεί που καθόταν, πεινάει το λιοντάρι και πάει στην καμπίνα του πιλότου:
- Είμαι το λιοντάρι και θα σε φάω!
- Α, φίλε, δεν γίνεται αυτό! Αν με φας ποιός θα πιλοτάρει; Θα σκοτωθείτε όλοι, και εσύ μαζί.
Το λιοντάρι καταλαβαίνει το λάθος του και πάει έξω στον Ομπάμα.
- Είμαι το λιοντάρι και θα σε φάω!
- Α, αυτό δεν γίνεται! Είμαι ο πρόεδρος της Αμερικής και αν πάθω κάτι θα σε πιάσει η ΣΙΑ και θα σε σκίσει.
Το λιοντάρι τσαντισμένο πάει στον πατριάρχη:
- Είμαι το λιοντάρι και θα σε φάω!
- Α, αυτό δεν γίνεται, τέκνον μου! Είμαι ο πατριάρχης. Θα σε καταραστεί ο Θεός και θα ψοφήσεις!
Τρελαμένο το λιοντάρι πάει στην αεροσυνοδό που είναι η μόνη που έχει μείνει:
- Είμαι το λιοντάρι και θα σε φάω!
Εκείνη του ψιθυρίζει κάτι στο αυτό και το λιοντάρι πάει και κρύβεται σε ένα αποθηκάκι.
- Καλά, τί του είπες και φοβήθηκε τόσο; ρωτάνε οι άλλοι.
- Του είπα:
"Αν με φας, μετά όλοι αυτοί θα πηδάνε εσένα μέχρι την Αθήνα!"

Μια ξανθιά ταξιδεύει με αυτοκίνητο στην έρημο της Νεβάδα , αλλά στη μέση του δρόμου το αυτοκίνητό της παθαίνει βλάβη .
Ένας έφιππος περαστικός Ινδιάνος προθυμοποιείται να την εξυπηρετήσει , την ανεβάζει πίσω του στο άλογο για να την πάει στο πλησιέστερο βενζινάδικο , αρχίζει να καλπάζει και κάθε πέντε λεπτά βγάζει μια κραυγή " Ουαάαααουουουα ! " για να καταλήξει με μια τελική κραυγή που αντιλαλεί σε όλη την έρημο , πριν την αφήσει στο βενζινάδικο και χαθεί καλπάζοντας ξέφρενα στο βάθος του ορίζοντα .
" Μα τι διάολο του έκανες ; " ρωτάει ο απορημένος βενζινάς την ξανθιά .
" Εγώ ; Τίποτα ! " λέει η ξανθιά . Εγώ ήμουνα απλώς πίσω του και κρατιόμουνα από ένα μεγάλο χερούλι στη σέλα του αλόγου του ! "
Κι ο βενζινάς :
" Σέλα ; Οι Ινδιάνοι ποτέ δεν καβαλικεύουν με σέλα ! "
Ήταν μια ξανθιά και μια κοκκινομάλλα και πήγαν για καφέ. Τότε λέει η ξανθιά στην κοκκινομάλλα:
- Ασε να δεις τι έπαθα χθές!
- Τι έπαθες; λέει η ξανθιά.
- Πήγα στο εμπορικό κέντρο και έτσι όπως ήμουν στο ασανσέρ, ξαφνικά το ασανσέρ σταμάτησε! Τρεις ολόκληρες ώρες έμεινα να περιμένω να με βγάλουν!
- Αυτό δεν είναι τίποτα μπροστά στο δικό μου, απάντησε η ξανθιά. Την προηγούμενη εβδομάδα που πήγα κι εγώ στο εμπορικό, όταν ανέβαινα τις σκάλες, ξαφνικά έπαθαν βλάβη! Έξι ολόκληρες ώρες έμεινα εγκλωβισμένη στις σκάλες!