Μια φορά ήθελε ένας να πάει να κυνηγήσει αρκούδες, αλλά δεν ήξερε πως. Πάει στο φίλο του που ήταν κυνηγός να τον ρωτήσει.
"Αρκούδες;", απαντάει αυτός "είναι το πιο εύκολο πράγμα."
"Θα πάρεις την καραμπίνα σου, θα την αράξεις έξω από μια σπηλιά και θα φωνάξεις μέσα "ου...", εάν ακούσεις το ίδιο από μέσα, θα ξαναφωνάξεις μέσα δεύτερη φορά.."ου...".
Εάν ξανακούσεις δεύτερη φορά το ίδιο θα ξαναφωνάξεις για τρίτη φορά. Εάν το ξανακούσεις, άδειασε την καραμπίνα σου μέσα στη σπηλιά και πήγαινε πάρε την αρκούδα. θα είναι σίγουρα μέσα."
Αφού πήρε τις πληροφορίες του αυτός φεύγει.
Μετά από μία βδομάδα, μαθαίνει ο φίλος του ο κυνηγός, ότι ο φίλος του βρίσκεται στο νοσοκομείο με σπασμένα χέρια, πόδια, πλευρά κλπ. Έτσι αποφάσισε να πάει να τον δει.
- "Καλά, τι έπαθες;", τον ρωτά.
- "Κοίτα να δεις", του λέει. "Βρήκα μια ωραία σπηλιά και την άραξα απ  έξω."
"Φωνάζω μέσα ου... και ακούω από μακριά ου... οπότε ξαναφωνάζω μέσα ¨ου...¨και ξανακούω από μέσα ου... φωνάζω λοιπόν και τρίτη φορά ου..."
- "Και τι έγινε;" τον ρωτά ο φίλος του.
- "Με πάτησε το τρένο...", του απαντά!
         
        
     
 
                            
    
    
        
        
                Κάποτε ήταν δύο φίλοι κυνηγοί και συζητούσαν. Ξεκινάει ο ένας και λέει μια περιπέτειά του:
- Που λες φίλε, μια φορά, καθώς περπατούσα στο δάσος, πετάγεται μπροστά μου μια αρκούδα τεράστια!
- Άντε ρε, κι εσύ τι έκανες τότε;
- Αρχικά, έμεινα ακίνητος αλλά άρχισε να με πλησιάζει. Μετά προσπάθησα να την πυροβολήσω, αλλά μου τελείωσαν οι σφαίρες!
- Σοβαρά! Και μετά τι έκανες;
- Ε τί να κάνω; Άρχισα και έτρεχα!
- Και η αρκούδα;
- Η αρκούδα με πήρε στο κυνήγι. Τρέχαμε, τρέχαμε και σιγά σιγά με πλησίαζε η αναθεματισμένη. Ξαφνικά, κι ενώ πάει να με γραπώσει… πλατς! Γλυστράει η αρκούδα και ξεφεύγω για λίγο μέτρα.
- Έλα ρε. Και μετά;
- Η αρκούδα δε σταμάταγε και συνέχισε να με κυνηγά. Αλλά και πάλι, καθώς με πλησιάζει, πλατς, γλυστράει και ξαναξεφεύγω. Μετά από λίγο πάλι, με πλησιάζει, πλατς, ξαναγλυστράει και ξαναξεφεύγω. Για να μη στα πολυλογώ το ίδιο συνέβαινε ξανά και ξανά μέχρι που τελικά κατόρθωσα να ξεφύγω!
- Πρέπει να είσαι πολύ γενναίος! Εγώ στη θέση σου θα είχα χεστεί πάνω μου!
- Μα κι εγώ χέστηκα πάνω μου. Πού νομίζεις ότι γλύστραγε η αρκούδα;
         
        
     
 
    
    
        
            
        
        
                Ήταν τρεις φίλοι, που πήγαιναν για κυνήγι κάθε χρόνο. Φέτος όμως η γυναίκα του ενός, του Κώστα, του απαγόρεψε να πάει.
Οι άλλοι δύο απογοητεύτηκαν, αλλά δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα. Την επόμενη μέρα αφού έφτασαν στον προορισμό τους, βλέπουν τον Κώστα να έχει στήσει σκηνή, να έχει ανάψει φωτιά και να έχει έτοιμο και το φαγητό!
- Καλά ρε φίλε, του λένε, από πότε είσαι εδώ;
- Ήρθα χθες το βράδυ, τους λέει ο Κώστας.
- Και πως σε άφησε η γυναίκα σου;
- Να, χθες το απόγευμα, καθόμουν στο σαλόνι και έβλεπα τηλεόραση, όταν ήρθε η γυναίκα μου από πίσω, μου κάλυψε τα μάτια με τα χέρια της και με ρωτάει :
- «Μάντεψε, ποιός είναι;» Της τράβηξα τα χέρια και βλέπω ότι φόραγε σέξυ εσώρουχα! Πάμε στη κρεβατοκάμαρα, την οποία είχε στολίσει με ροδοπέταλα. Στο κρεβάτι μου είπε να την δέσω με χειροπέδες, και όταν το έκανα μου λέει : Τώρα κάνε ότι γουστάρεις!.