Eίναι στο αυτοκίνητο ο Γιωργάκης με τον μπαμπά του.
Ξαφνικά πετάγεται ένα μηχανάκι κι ο μπαμπάς φρενάρει απότομα.
- Σιγά ρε μαλάκα, φωνάζει ο μπαμπάς.
- Μπαμπά, τον είπες "μαλάκα", ρωτά ο Γιωργάκης με απορία.
- Όχι Γιωργάκη, είπα "μαλλάκια"!
- Τι είναι τα μαλλάκια, μπαμπά;
- Είναι οι τριχούλες, απαντά αμήχανα ο μπαμπάς.
- Αυτές που έχουμε στα χέρια είναι μαλλάκια;
- Ναι Γιωργάκη, είναι μαλλάκια.
- Αυτά που έχουμε στις μασχάλες είναι μαλλάκια;
- Ναι Γιωργάκη, είναι μαλλάκια.
- H μαμά γιατί δεν έχει μαλλάκια;
- Γιατί τα ξυρίζει.
- Αυτά στα πόδια είναι μαλλάκια;
- Ναι Γιωργάκη, είναι μαλλάκια.
- H μαμά γιατί δεν έχει;
- H μαμά τα ξυρίζει, Γιωργάκη!
- Αυτά εδώ μπροστά...
Κι ο μπαμπάς τσαντισμένος...:
- Ασε Γιωργάκη... Μαλάκα τον είπα!
Στο τέλος της σχολικής χρονιάς τα παιδιά του νηπιαγωγείου πάνε δώρα στην δασκάλα τους.
Το πρώτο είναι από τον γιο του ανθοπώλη.
Το κουνά η δασκάλα και λέει:
- Στοιχηματίζω ότι ξέρω τι είναι μέσα! Είναι λουλούδια!
- Σωστά, λέει το αγοράκι, μα πως το καταλάβατε;
- Α, είμαι πολύ τυχερή, λέει η δασκάλα.
Το δεύτερο είναι από την κόρη του ζαχαροπλάστη. Το κρατά ψηλά η δασκάλα, το κουνάει ελαφρά και λέει:
- Στοιχηματίζω ότι και αυτό ξέρω τι είναι. Είναι γλυκά!
- Σωστά, λέει το κοριτσάκι. Αλλά πως το μαντέψατε;
- Α, στην τύχη, λέει η δασκάλα.
Ο μπαμπάς του τρίτου παιδιού έχει κάβα.
Σηκώνει η δασκάλα το κουτί ψηλά, αλλά κάτι στάζει...
Δοκιμάζει η δασκάλα μία σταγόνα:
- Είναι κρασί; ρωτάει.
- Όχι, λεέι το αγοράκι συνεπαρμένο.
Ξαναδοκιμάζει η δασκάλα:
- Είναι σαμπάνια;
- Όχι, λέει το αγόρι ακόμη πιο εντυπωσιασμένο.
Δοκιμάζει μία ακόμα σταγόνα η δασκάλα και λέει:
- Παραιτούμαι... Τι είναι;
- Ένα κουταβάκι!