Το σπίτι του μικρού Θωμά είναι γεμάτο με συγγενείς, που έχουν έρθει για τη γιορτή του μπαμπά.
Εκεί που τρώνε και κουβεντιάζουν ο παππούς παρατηρεί ότι ο Θωμάς έχει χάσει κάθε ενδιαφέρον για τη συζήτηση. Βγάζει λοιπόν απ το πορτοφόλι του ένα πεντοχίλιαρο κι ένα δεκαχίλιαρο και λέει στο μικρό Θωμά να διαλέξει ένα. και να το κρατήσει. Ο μικρός διαλέγει το πεντοχίλιαρο και ο παππούς, απορημένος απ την κακή επιλογή του εγγονού του, βγάζει άλλο ένα πεντοχίλιαρο απ το πορτοφόλι του και το ακουμπάει πάνω στο τραπέζι. Πάλι ο μικρός Θωμάς διαλέγει το πεντοχίλιαρο και αγνοεί το δεκαχίλιαρο.
Η σκηνή επαναλαμβάνεται κάμποσες φορές. Μετά ο παππούς τον πάει σ έναν απ τους θείους και του λέει πόσο βλαξ είναι ο μικρός Θωμάς, που πάντα διαλέγει το πεντοχίλιαρο και κάνει και μια επίδειξη, αλλά πάλι ο Θωμάς διαλέγει το μικρότερο χαρτονόμισμα. Συνεχίζει και κάνει το γύρω του τραπεζιού, δείχνοντας σε όλους την
Προτίμηση του εγγονού του στα πεντοχίλιαρα. Τελικά φτάνουν και στον πατέρα του Θωμά..
Ο πατέρας, πιασμένος σε μια συζήτηση μ ένα απ τ αδέλφια του, δε δίνει και μεγάλη σημασία.
Όταν τα φαγητό τελείωσε, παίρνει ο πατέρας το γιο του παράμερα και τον ρωτάει αν ξέρει τη διαφορά ανάμεσα σ ένα πεντοχίλιαρο κι ένα δεκαχίλιαρο.
- Φυσικά και την ξέρω, απαντάει ο μικρός Θωμάς.
- Τότε γιατί διαλέγεις πάντα το πεντοχίλιαρο; ρωτάει απορημένος ο πατέρας.
- Μήπως νομίζεις ότι, αν είχα διαλέξει το δεκαχίλιαρο, ο παππούς θα επαναλάμβανε το ίδιο πράμα 15 φορές; αποκρίνεται ο μικρός Θωμάς.
Μια κοπέλα, μετά από πολύ και αποτυχημένο ψάξιμο για άντρα, αποφασίζει να καταφύγει στην παλιά καλή μέθοδο του δονητή.
Αγοράζει λοιπόν τα απαραίτητα σύνεργα και κατόπιν κλείνετε στο δωμάτιο της για να βρει την πολυπόθητη ικανοποίηση που τόσο καιρό είχε στερηθεί.
Για κακή της τύχη όμως, πάνω στο καλύτερο σημείο, ο πατέρας της ακούει τους αναστεναγμούς και τις κραυγές και μπαίνει στο δωμάτιο της.
Ξαφνιασμένος από την σκηνή που έβλεπε ο άνθρωπος, ρωτάει την κόρη του τι κάνει εκεί με τον δονητή.
Η μικρή σκέφτεται λίγο και μετά με φυσικότατο ύφος λέει στον πατέρα της:
"Καλά ρε πατέρα, με όλες αυτές τις ασθένειες που κυκλοφορούν τι θες να κάνω; Να πάω με κανέναν και να κολλήσω ένα σωρό αρρώστιες;"
Ο πατέρας το σκέφτεται για λίγο και φεύγει αμίλητος.
Την δεύτερη μέρα πάλι το ίδιο σκηνικό."Μα καλά κόρη μου, πάλι τα ίδια;" ρωτά απορημένος ο πατέρας.
Η κόρη, με πιο τσαμπουκαλίστικο ύφος αυτή την φορά, γυρνά στον πατέρα της και του λέει ότι του είχε πει και την προηγούμενη φορά.
Ο πατέρας το σκέφτεται για λίγο και φεύγει και πάλι αμίλητος.
Την τρίτη μέρα, για να μην τα πολυλογώ, εκτυλίσσεται η ίδια ιστορία.
Την τέταρτη μέρα, η κόρη ψάχνει για τον δονητή της αλλά μάταια. Έχει αναστατώσει όλο το δωμάτιο χωρίς αποτέλεσμα. Τελικά αποφασίζει να ρωτήσει τον πατέρα της.
Πάει στο σαλόνι για να τον βρει και τότε βλέπει τον πατέρα της καθισμένο σε μιά καρέκλα, από την άλλη μεριά του τραπεζιού τον δονητή της και επάνω στο τραπέζι δύο ποτήρια κρασί.
Απορημένη γυρίζει στον πατέρα της και τον ρωτάει:
"Μα καλά βρε πατέρα, Τι κάνεις εκεί;"
Και ο πατέρας με φυσικότατο ύφος:
"Δεν βλέπεις κόρη μου; ΤΑ ΠΙΝΩ ΜΕ ΤΟΝ ΓΑΜΠΡΟ ΜΟΥ"

Η σκηνή είναι κλασική. Βραδάκι, εκείνος γύρω στα 45 είναι αραχτός στη τηλεόραση και βλέπει το ματς. Εκείνη σιδερώνει πίσω του.
Δίπλα στη πολυθρόνα, στο τραπεζάκι, ένα μπολ με στραγάλια και ένα ποτήρι ουίσκι με πάγο, που κατεβαίνει αργά-αργά όσο η ώρα περνάει, καταλήγοντας στο λαρύγγι του ποδοσφαιρόφιλου φίλου μας. Έχει μια χούφτα στραγάλια στο χέρι και κάθε τόσο πετάει ένα στον αέρα και μια κίνηση σαν το λιοντάρι της MGM, το πιάνει με το στόμα του και το μασουλάει αφηρημένα. Ξαφνικά ακούγεται το κλειδί στην εξώπορτα.
- Το παιδί, τσιρίζει με ανακούφιση η μαμά γυρνώντας το κεφάλι προς την πόρτα.
Γυρίζει τρομαγμένος και ο πατέρας, βγαίνοντας από την αγωνιστική του χαύνωση, με αποτέλεσμα το στραγάλι αντί για το στόμα να του μπει μέσα στ αφτί!
- Τι φωνάζεις γαμ*** σαν υστερική και μου μπήκε αυτή η μαλα*** μεσ τ αφτί;
Και βάζοντας το μικρό του δάχτυλο προσπαθεί να βγάλει το στραγάλι, το οποίο όμως πεισματικά χώνεται ακόμα πιο βαθιά. Αρχίζει να τον λούζει κρύος ιδρώτας και σκέφτεται νοσοκομεία και τέτοια.
Στο μεταξύ έχει ανοίξει η εξώπορτα και έχει μπει η κόρη του ζευγαριού, ένα έξαλλο πιπίνι γύρω στα 17, ακολουθούμενη από τον νεαρό συνοδό της με μοντέρνο ξυρισμένο-γυαλοχαρτισμένο κεφάλι.
- Μαμά, μπαμπά αυτός είναι ο Χάρης, πετάει η μικρή μασουλώντας θορυβωδώς την Trident της.
Σε λίγο το πρόβλημα με το στραγάλι γίνεται το κεντρικό θέμα συζήτησης.
- Αφήστε με να σας βοηθήσω, λέει ο Χάρης και χώνοντας δυο δάχτυλα στα ρουθούνια του πατέρα τον παρακινεί να φυσήξει δυνατά. Με τα πολλά και αφού η φάτσα του φίλου μας έχει γίνει σαν παντζάρι από το ζόρι, ακούγεται ένα «πλοπ» και το στραγάλι κατρακυλάει στο πάτωμα.
- Μπράβο, μπράβο παιδί μου-ακούγεται η μαμά-δεν ξέρω πώς να σ ευχαριστήσω.
Ο νεαρός σωτήρας, με ύφος "μα τι κάνουμε, αχιβάδες βόσκουμε;", λέει πως δεν έκανε τίποτα και καληνυχτίζοντας μικρούς και μεγάλους φεύγει για το σπίτι του.
Η μικρή κλειδώνεται στο δωμάτιο της γιατί αρχίζει το Beverly Hills, ενώ ο μπαμπάς κι η μαμά ξαναγυρίζουν στα συνηθισμένα τους πόστα.
- Καλέ τι έξυπνο παιδί που είναι αυτός ο Χάρης!, λέει εκείνη συνεχίζοντας τον μισοσιδερωμένο γιακά. Τι λες να γίνει όταν μεγαλώσει;
Κι εκείνος κουνώντας το κεφάλι του με νόημα, λέει με αφηρημένο ύφος χαζεύοντας τον Οφορίκουε:
- Αν κρίνω από το πως μύριζαν τα δάχτυλά του μάλλον γαμπρός μας!
Κάποτε δύο φίλοι ξαναβρίσκονται μετά από πολλά χρόνια. Έχουν ήδη γίνει πατεράδες κι έχουν κόρες της παντρειάς. Μετά λοιπόν από τα πρώτα τι κάνεις, παντρεύτηκες, κλπ. αρχίζει ο διάλογος:
- Τι γίνεται έχεις παιδιά;
- Αμέ έχω μία κόρη 23 ετών λέει αυτός.
- Παντρεμένη; Ρωτάει ο άλλος.
- Α! Που να στα λέω. Έγινε ένας γάμος κάτσε καλά. Τρεις μέρες γλεντούσαμε και χορεύαμε. Έπρεπε να ήσουν εκεί.
- Μπράβο, μπράβο, λέει ο άλλος.
- Αλλά δυστυχώς χώρισε μέσα σ ένα χρόνο λέει ο πατέρας.
- Τι κρίμα! λέει ο άλλος.
- Α! σε έξι μήνες ξαναπαντρεύτηκε. Λέει ο πατέρας. Έγινε ένας γάμος ιστορικός. Κράτησε μία βδομάδα. Καιρό είχε να δει ο κόσμος τέτοιο γλέντι.
- Σώπα λέει ο άλλος. Τουλάχιστον πρόκοψε; Ρωτάει.
- Μπα σε έξι μήνες ξανά χώρισε.
- Κρίμα ρε παιδί μου.
- Α! Κανένα πρόβλημα. Ξαναπαντρεύτηκε. Κι έγινε ένας γάμος που κράτησε δέκα μέρες. Εκεί να ήσουν να έβλεπες γλέντια. Ο κόσμος ακόμα μιλάει. Και συνεχίζει: Αλήθεια εσύ έχεις παιδιά;
- Ναι έχω μία κόρη. Λέει ο δεύτερος.
- Και τι δουλειά κάνει; Ρωτάει ο άλλος.
- Ε! και η δικιά μου που***α έγινε αλλά δεν το γλεντήσαμε τόσο!
Γιατί ένα αγγούρι είναι προτιμότερο από έναν άνδρα:
1. Ο μέσος όρος είναι 25 cm.
2. Τα αγγούρια παραμένουν σκληρά μια ολόκληρη εβδομάδα.
3. Ένα αγγούρι δεν θα σου πει ότι το μήκος δεν μετρά.
4. Τα αγγούρια δεν είναι ποτέ υπερευαίσθητα.
5. Μπορείς να αγγίξεις ένα αγγούρι στο σούπερ-μάρκετ για να διαπιστώσεις πόσο σκληρό είναι προτού το πάρεις στο σπίτι.
6. Ένα αγγούρι δέχεται ότι το πρωί θέλεις να έχεις την ησυχία σου.
7. Με αγγούρι μπορείς να πας και σινεμά.
8. Ένα αγγούρι δεν θα σε ρωτήσει ποτέ :
"Είμαι ο πρώτος;"
9. Ένα αγγούρι δεν θα σε ρωτήσει ποτέ :
"Είμαι ο καλύτερος;"
10. Ένα αγγούρι δεν θα διηγηθεί ποτέ στα αλλά αγγούρια ότι δεν είσαι πλέον παρθένα.
11. Ένα αγγούρι δεν θα σε πίεζε ποτέ να φορέσεις ερεθιστικά εσώρουχα ή να πας στο κρεβάτι με τις μπότες.
12. Μπορείς να έχεις όσα αγγούρια θέλεις.
13. Μπορείς να φας το αγγούρι σου όποτε θέλεις.
14. Ένα αγγούρι δεν ζηλεύει ποτέ το γυναικολόγο σου, το μασέρ ή τον κομμωτή σου.
15. Τα αγγούρια δεν αρχίζουν να μιλάνε για πράγματα που δεν καταλαβαίνεις.
16. Ένα αγγούρι δεν θα σου έκανε ποτέ σκηνή αν έχεις και άλλα αγγούρια στο ψυγείο σου.
17. Ανεξάρτητα ποσών χρονών είσαι μπορείς να έχεις πάντα ένα φρέσκο αγγούρι.
18. Ένα αγγούρι δεν ενδιαφέρεται τι περίοδο του μήνα έχουμε.
19. Ένα αγγούρι δεν θα κλάψει μπροστά σου λέγοντας ότι το πονάς.
20. Τα αγγούρια δεν αφήνουν πίσω τους καψίματα, δεν αποκοιμιούνται στο στήθος σου και δεν παραμιλούν στο μαξιλάρι σου.
21. Τα αγγούρια μπορούν να μείνουν όλη τη νύχτα και δεν χρειάζεται να κοιμηθείς στα βρεγμένα.
22. Ένα αγγούρι δεν θα σου προκαλέσει σκοτούρες.
23. Τα αγγούρια δεν απαντούν τα τηλέφωνά σου ούτε δανείζονται το αυτοκίνητό σου.
24. Τα αγγούρια δεν καταβροχθίζουν το ψυγείο σου ούτε ρουφάνε τα ποτά σου.
25. Τα αγγούρια δεν αφήνουν παντού τα βρώμικα εσώρουχά τους.
26. Ένα αγγούρι αφήνει το καπάκι της τουαλέτας όπως το βρήκε.
27. Ένα αγγούρι δεν σε αφήνει εξαιτίας μίας άλλης γυναίκας, ενός άλλου άντρα, ενός άλλου αγγουριού.
28. Ξέρεις πάντοτε πού ήταν το αγγούρι σου.
29. Δεν θα διαπιστώσεις ποτέ αργότερα με απογοήτευση ότι το αγγούρι σου είναι παντρεμένο, παίρνει κόκα, του αρέσεις αλλά αγαπάει τον αδερφό σου.
30. Δεν χρειάζεται να περιμένεις μέχρι το ημίχρονο για να μιλήσεις με το αγγούρι σου.
31. Τα αγγούρια δεν περιμένουν από εσένα να τους κάνεις μικρά αγγουράκια.
32. Είναι απλό να αφήσεις ένα αγγούρι να πέσει.
33. Ένα αγγούρι δεν κουλουριάζεται στο κρεβάτι σου.
34. Τα αγγούρια δεν αφήνουν καμία ιδιαίτερη γεύση στο στόμα.
35. Ένα αγγούρι δεν έρχεται αργά στο σπίτι μεθυσμένο και φέρνει μαζί και τους φίλους του.
36. Ένα αγγούρι δεν κάνει ποτέ σκηνή αν βγεις χωρίς αυτό (και μάλιστα ως τις πρωινές ώρες)
37. Ένα αγγούρι δεν σε γλύφει με ωραία λόγια (όπως είπε ο Αδάμ στην Εύα "Περνάς συχνά από εδώ;")

Η καρύδα και τα καρύδια .
Ένα νιόπαντρο ζευγάρι αποφασίζει να κάνει το ταξίδι του μέλιτος στη Ρώμη, επηρεασμένοι κι οι δύο, προφανώς, από την ταινία "η μοντέρνα σταχτοπούτα" με την Αλίκη Βουγιουκλάκη.
Καθώς έκαναν έναν νυχτερινό περίπατο στα σοκάκια της αιώνιας πόλης, βλέπουν ένα υπόγειο κατάστημα με μια φωτεινή πινακίδα που έγραφε:
"Franco, l uomo piu virile del mondo".
Περίεργοι και οι δυο να δουν περί τινός επρόκειτο, έβγαλαν εισιτήριο και εισήλθαν.
Μόλις κάθισαν, οι προβολείς φώτισαν ένα τραπέζι, πάνω στο οποίο ήταν τοποθετημένο ένα καρύδι. Ένας άνδρας πλησίασε, κατέβασε το παντελόνι και το σώβρακο, πήρε το πέος ανά χείρας και στο άκουσμα μιας δυνατής τυμπανοκρουσίας, έκοψε με αυτό το καρύδι στα δύο.
Μετά από αυτό το ζεύγος συνέχισε τον περίπατό του και δεν παρέλειψε να περάσει και από την περίφημη "fontana di Trevi", γνωστή από την αξέχαστη
Σκηνή της διάσημης ταινίας "dolce vita" του μάγου του ιταλικού κινηματογράφου Federico Felini. Σύμφωνα με την παράδοση, αν ρήξεις ένα νόμισμα στη Fontana di Trevi, θα ξαναγυρίσεις κάποτε στη Ρώμη (και δεν είναι ψέμα, εγώ π. χ ξαναβρέθηκα πολλές φορές). Οι δύο νιόπαντροι δεν τσιγκουνεύτηκαν, φυσικά, να ρίξουν από ένα νόμισμα, με την ευχή να ξαναβρεθούν κάποτε στη Ρώμη μαζί. Κι έτσι κι έγινε. Ύστερα από 50 χρόνια
Ευτυχισμένου γάμου, το ζεύγος αποφάσισε να γιορτάσει τη χρυσή επέτειο και πάλι στη Ρώμη. Και καθώς περνούσαν από το ίδιο στενό είδαν στο ίδιο ακριβώς σημείο, την ίδια φωτεινή επιγραφή. "Μα είναι δυνατόν ! " είπε ο άνδρας. Περίεργοι καθώς ήταν, έβγαλαν και πάλι εισιτήριο και μπήκαν. Οι προβολείς φώτισαν το ίδιο τραπέζι μόνο που αυτή τη φορά είχαν τοποθετήσει μια μεγάλη καρύδα. Τότε βγήκε ένας γεράκος, πλησίασε, έβγαλε τα ρούχα του, έπιασε το πέος του και στο άκουσμα μιας τυμπανοκρουσίας έδωσε με το πέος ένα γερό κτύπημα στην καρύδα, κόβοντάς την στη μέση.
Μόλις τελείωσε το νούμερο, το ζεύγος πήγε κατευθείαν στο καμαρίνι. Ο άνδρας που ήξερε λίγα ιταλικά είπε στο γέρο:
- Μα δε μου λέτε, εσείς είσθε που κάνατε το ίδιο νούμερο 50 χρόνια πριν;
- Ναι παιδάκι μου.
- Και δε μου λέτε, γιατί τότε χρησιμοποιούσατε καρύδι και τώρα ολόκληρη καρύδα;
- Εεεεε, τα γεράματα παιδάκι μου, η όρασή μου δεν είναι πια αυτή που ήταν κάποτε.
Κάποιος πλασιέ μπαίνει στον κήπο ενός σπιτιού και βλέπει ένα πεντάχρονο μπόμπιρα ανάμεσα σε κάτι θάμνους...
Ακολουθεί ο διάλογος:
Πλασιέ: Αγοράκι μου φώναξε τη μαμά σου.
Μπόμπιρας: (Ψιθυριστά) Είναι απασχολημένη κύριε...
Πλασιέ: Τότε φώναξέ μου το μπαμπά σου.
Μπόμπιρας: (Ψιθυριστά) Είναι και αυτός απασχολημένος κύριε...
Πλασιέ: Μήπως έχεις κανένα μεγαλύτερο αδελφάκι;
Μπόμπιρας: (Ψιθυριστά) ‘Εχω δύο αλλά είναι και αυτά πολύ απασχολημένα κύριε...
Πλασιέ: Μήπως είναι μέσα ο παππούς ή η γιαγιά σου;
Μπόμπιρας: (Ψιθυριστά) Ναί αλλά είναι και αυτοί απασχολημένοι.
Πλασιέ: (με φανερά σημάδια εκνευρισμού) Μα τέλος πάντων μήπως υπάρχει κανείς άλλος μέσα στο σπίτι σας;
Μπόμπιρας: (Ψιθυριστά) Είναι οι αστυνομικοί κύριε, αλλά είναι και αυτοί πολύ απασχολημένοι...
Πλασιέ: (ξεσπώντας) Μα τί κανουν, τέλος πάντων, όλοι αυτοί οι άνθρωποι ;
Μπόμπιρας: (Ψιθυριστά) Ψάχνουν από προχτές να με βρούν...
Πρώτη φορά έρχεσαι στο Γιοχάνεσμπουργκ;
Κάποια μέρα, ένας κύριος ξεκινάει ένα επαγγελματικό ταξίδι, για ένα συνέδριο που οργάνωνε η εταιρεία του στο Γιοχάνεσμπουργκ της Αφρικής. Αφού έχει κανονίσει τις λεπτομέρειες του ταξιδιού, έχει φιλήσει σταυρωτά τη γυναίκα του και έχει μαζέψει τις βαλίτσες του ξεκινάει για το αεροδρόμιο. Όλως περιέργως, το αεροπλάνο της Ολυμπιακής Αεροπορίας, ξεκινάει χωρίς καθυστέρηση.
Μετά από ένα ήρεμο ταξίδι, ο κύριος φτάνει στον προορισμό του. Διαπιστώνει όμως ότι έφτασε 6 ώρες νωρίτερα από ότι περίμενε. Έτσι άρχισε να ψάχνει τρόπους για να σκοτώσει την ώρα του μέχρι να αρχίσει το συνέδριο. Τι καλύτερο από ένα σινεμαδάκι... μιας και η δουλειά δεν του άφηνε ελεύθερο χρόνο για τέτοιες "πολυτέλειες".
Αρχίζει λοιπόν να περιπλανιέται στους κυρίως δρόμους και τα σοκάκια, αλλά δεν βρίσκει τίποτα. Απελπισμένος, ρωτάει τον πρώτο περαστικό:
- Με συγχωρείτε κύριε, θα μπορούσατε να μου πείτε που υπάρχει κάποιο σινεμά;
- Αα.. πρώτη φορά έρχεστε στο Γιοχάνεσμπουργκ; ρωτάει ο εν λόγω τύπος...
- Ναι, γιατί;
Ο τύπος αποφεύγει να απαντήσει. Παρ όλα αυτά, δίνει τις οδηγίες στον κύριο για το πως να πάει στο κοντινότερο σινεμά.
Πραγματικά, σε χρόνο μηδέν φτάνει έξω από το σινεμά, όπου έχει σχηματιστεί μία τεράστια ουρά μπροστά στο ταμείο. Ο κύριος κάθεται υπομονετικά στην ουρά, όπου παρατηρεί κάθε καρυδιάς καρύδι να παρελαύνει μπροστά του. Μετά από αρκετή ώρα, φτάνει στο ταμείο.
- Θα ήθελα ένα εισιτήριο...
- Πλατεία ή εξώστη; ρωτάει η ταμίας, πάντα με το χαμόγελο στα χείλη.
- Δώστε μου ένα πλατεία..
- Ααα .. πρώτη φορά έρχεστε στο Γιοχάνεσμπουργκ;
- Ναι γιατί;
- Ξέρετε, στο σινεμά συνήθως οι μαύροι παίρνουν εισιτήριο για πλατεία, ενώ οι λευκοί για εξώστη.
- Α, καλά.. δώστε μου ένα εξώστη τότε...
Η ταμίας του δίνει το εισιτήριο και μπαίνει βιαστικά μέσα για να προλάβει την αρχή της ταινίας. Αφού κάθεται στον εξώστη και βολεύεται, ξεκινάει η ταινία "Saving Private Ryan". Όπως είναι γνωστό όμως, οι ταινίες του Spielberg κρατάνε μπόλικες ώρες, με αποτέλεσμα ο τύπος να αρχίσει να έχει πρόβλημα με την κύστη του. Σηκώνεται βιαστικά, παρόλο που δεν ήθελε να χάσει στιγμή από την ταινία και αρχίζει να ψάχνει το σινεμά για τουαλέτα.
Σε κάποια στιγμή, και ενώ έχει ακούσει λογής σχόλια για το κεφάλι του που κρύβει το πανί, ο κύριος γυρίζει βιαστικά στον πρώτο που βρίσκει μπροστά του και τον ρωτάει.
Με συγχωρείτε κύριε, ψάχνω για την τουαλέτα, αλλά δεν την βρίσκω πουθενά. Που στο διάολο την έχουν βάλει;
- Α, Πρώτη φορά έρχεστε στο Γιοχάνεσμπουργκ; τον ρωτάει ο τύπος...
- Ναι ρε φίλε, γιατί;
- Ξέρεις, εδώ δεν έχουμε τουαλέτα. Όποιος θέλει να κατουρήσει, την βγάζει και κατουράει από κάτω στην πλατεία.
- Μα .. οι άνθρωποι από κάτω;
- Μην ανησυχείς.. δεν λένε τίποτα...
Ο κύριος ελαφρά σοκαρισμένος, τρέχει γρήγορα προς την γωνιακή άκρη του εξώστη. Η κύστη του τον πίεζε φοβερά έτσι την βγάζει έξω ντροπαλά, και αρχίζει να κατουράει από κάτω, με γυρισμένη την πλάτη για να μην τον βλέπουν.
Σε κάποια στιγμή, ακούγεται μία φωνή από την πλατεία...
- Ρε φιλάρααααα... πρώτη φορά έρχεσαι στο Γιοχάνεσμπουργκ;
Ο κύριος σαστίζει.. αλλά απαντάει...
- Ναι γιατί;
- Ε κούνα την λίγο ρε μαλ*κα... όλο εμένα κατουράς!