Eίναι ο τελικός ποδοσφαίρου στην ζούγκλα, και παίζουν οι ελέφαντες με τα μυρμήγκια.
To μάτς είναι αγωνιώδες, με πολλές φάσεις αλλά μέχρι το 90, το σκόρ είναι ακόμα 0-0. στο 91 και ενώ παίζοντε οι καθυστερύσεις, την μπάλα την έχουν τα μυρμήγκια. O τερματοφύλακας δίνει στο δεξί μπάκ, αυτός στο κέντρο και από κει γρήγορα για το δεξί εξτρέμ. Μετά από μια τρίπλα, αυτός δίνει πάσα στο σέντερ-φόρ, o οποίος τριπλάρει δύο αμυντικούς, και βρίσκετε μόνος του μπροστά στην εστία των ελεφάντων... O ελέφαντας τερματοφύλακας σε αγωνία, να ιδρώνει από την ένταση, και να σκέφτεται τι να κάνει... Οπότε αποφασίζει, και πατάει το μυρμήγκι, και αρχίζει να χοροπηδάει πάνω του, μέχρι που το έκανε λιώμα. O πάγκος των μυρμηγκιών ξεσηκώνεται, και ο προπονητής τους έξαλλος φωνάζει:
"Εεε τι είναι αυτά ρεεε?! άμα παίξουμε και εμείς έτσι...!
Πάνε 3 φίλοι σε μια φάρμα να πιάσουνε δουλειά.
- Εσύ τι ξέρεις να κάνεις; ρωτάει τον πρώτο το αφεντικό.
- Εγώ, αφεντικό, βλέπω καλά. Όταν λέω καλά, εννοώ πολύ καλά.
- Εσύ τι ξέρεις να κάνεις; ρωτάει τον δεύτερο.
- Εγώ ακούω καλά, πολύ καλά, όχι αστεία τώρα.
- Εσύ τι ξέρεις να κάνεις; ρωτάει τον τρίτο.
- Εγώ βλαστημάω πολύ, δεν το πιάνει το μυαλό σου δηλαδή, άλλο πράμα, πάρα πολύ!
- Εσείς οι δυο μου κάνετε, λέει τo αφεντικό στους δυο πρώτους. Προσλαμβάνεστε. Εσένα δε σε θέλω, λέει στον τρίτο.
- Δεν γίνεται, του λένε κι οι τρεις με ένα στόμα. Εμείς πάμε πακέτο. Ή όλους, ή κανέναν.
Τι να κάνει τ αφεντικό τους προσέλαβε και τους τρεις.
- Για πάμε έξω, τους λέει, να μου δείξετε τις ικανότητές σας. Πώς με τέτοιες ικανότητες και δεν έχετε δουλειά;
Βγαίνουν έξω και λέει ο πρώτος:
- Αφεντικό, εκεί στην απέναντι πλαγιά, τον βλέπεις αυτόν που αρμέγει τη γελάδα;
- Τι να σου πω τώρα; λέει το αφεντικό. Σαν κάτι να βλέπω.
- Ε, αφεντικό, ετούτη τη στιγμή έφυγε μια τρίχα από την ουρά της γελάδας κι έπεσε μέσα στην καρδάρα με το γάλα.
- Τι είπες, ρε παιδί; Βλέπεις τόσο καλά μέχρι εκεί κάτω;
- Ναι, αφεντικό, λέει ο δεύτερος. Εγώ την άκουσα που έπεσε μέσα στο γάλα. Έκανε «πλιτς».
- Σώπα, ρε παιδί, έμεινε άφωνος ο αφεντικός. Ακούς τέτοια πράματα;
- Τώρα τι να σου πω αφεντικό; λέει ο τρίτος. Κάτι τέτοιες μαλακίες ακούω εγώ, αρχίζω τις βρισιές και μετά μας διώχνουνε!
Ήταν κάποτε δύο ερωτευμένα άλογα. Η σχέση τους ή ταν ιδιαίτερα δυνατή.
Κάποια μέρα, το αρσενικό άλογο φεύγει και πηγαίνει στην πόλη για να αναβαθμίσει τον υπολογιστή του. Μόλις φεύγει, ο καλύτερος του φίλος (επίσης άλογο), βρίσκει την ευκαιρία να την "πέσει" στην κοπελιά του. Οπότε την πλησιάζει και της λέει.
- Έλα μανάρα μου να φύγουμε μαζί και να παντρευτούμε.
Εκείνη απαντάει...
- Α πα πα, δεν μπορώ να το κάνω αυτό. Είμαι ερωτευμένη με το "αγόρι" μου.
- Μα τι πράγματα είναι αυτά που μου λες. Ξέρεις ότι με τρελαίνεις. Aστο τον άλλο και πάμε να φύγουμε μαζί.
- Ξέρεις ότι σε εκτιμάω ιδιαίτερα, αλλά δεν μπορώ να του το κάνω αυτό.
- Σε παρακαλώ, είμαι ερωτευμένος μαζί σου. Δεν μπορώ χωρίς εσένα. Χέστον τον άλλο και παντρέψου με...
- Ότι και να πεις δεν μπορώ να υποκύψω.. τον αγαπάω..
- Μα έλα..
- Μα δεν μπορώ..
- Αν δεν με παντρευτείς, θα πέσω από το γκρεμό να σκοτωθώ.
- Σου είπα ότι δεν γίνεται!
- Αυτή είναι η τελευταία σου λέξη;
- Ναι!
- Εντάξει τότε.. θα με έχεις βάρος για πάντα στη συνείδησή σου..
... Και λέγοντας αυτά, παίρνει φόρα και πηδάει από το γκρεμό. Το θηλυκό άλογο πετιέται τρομαγμένο! Κοιτάει από κάτω και βλέπει τον καλύτερο φίλο του αρσενικού διαμελισμένο. Αρχίζει και τρέμει ενώ συλλογίζεται...
- Τι έκανα η κακούργα; Με την άρνησή μου, οδήγησα ένα αθώο άλογο στο θάνατο. Δεν μπορώ να ζήσω με τέτοιες τύψεις, τέτοιο βάρος στη συνείδησή μου. Θα αυτοκτονήσω.
Έτσι, χωρίς δεύτερη σκέψη, το θηλυκό άλογο παίρνει φόρα και πηδάει και αυτό με τη σειρά του από το γκρεμό.
Μετά από δύο λεπτά, το αρσενικό άλογο επιστρέφει από την πόλη, αφού έχει θυμηθεί στο δρόμο ότι είναι Κυριακή και τα μαγαζιά είναι κλειστά. Φωνάζει την κοπελιά του αλλά δεν λαμβάνει απάντηση. Φωνάζει τον φίλο του.. αλλά ούτε πάλι λαμβάνει απάντηση. Αρχίζει να τους ψάχνει, αλλά μάταια.. δεν είναι πουθενά. Στεναχωρημένο νομίζοντας ότι το εγκατέλειψαν, πάει πάνω από το γκρεμό και αγναντεύει το άπειρο μοιρολογώντας. Σε κάποια στιγμή, κοιτάει κάτω και βλέπει τα δύο άλογα που είχαν γίνει πλέον μία μάζα από κρέατα. Σπαράζει η καρδιά του και μονολογεί δυνατά...
- Ω, τι έπαθα ο άμοιρος. Η γυναίκα της ζωής μου.. νεκρή... ο καλύτερος μου φίλος.. και αυτός νεκρός. Τι θα απογίνω ολομόναχος σε αυτή τη ζωή; Δεν μπορώ να ζήσω έτσι.. θα αυτοκτονήσω...
Πραγματικά, το αρσενικό άλογο παίρνει φόρα και πηδάει και αυτό από το γκρεμό. Εκείνη τη στιγμή ακούγεται μία φωνή απο κάτω από τον γκρεμό...
- Ρεεεεεε... ποιος μαλ**** πετάει άλογα;
Οι σκέψεις ενός σκύλου:
Λοιπόν, αυτοί οι άνθρωποι, που ζω μαζί τους, με ταΐζουν, μ αγαπάνε, μου έχουν ένα ζεστό σπίτι, με νοιάζονται και με φροντίζουν . . .
Πρέπει νάναι θεοί!
Οι σκέψεις της γάτας:
Λοιπόν, αυτοί οι άνθρωποι, που ζω μαζί τους, με ταΐζουν, μ αγαπάνε, μου έχουν ένα ζεστό σπίτι, με νοιάζονται και με φροντίζουν . . .
Πρέπει νάμαι θεά!