Ένα ζευγάρι πάει στην εξοχή. Κάπου εκεί βλέπουν μια φάρμα. Κότες, κουνέλια κτλ. Ρωτάει η γυναίκα τον χωρικό:
- Μπορούμε να αγοράσουμε μια κότα;
- Βεβαίως λέει ο χωρικός, να σας σφάξω μια για 5.000 δρχ.
- Εντάξει, λέει εκείνη, αχ άντρα μου, θα την κάνω μούρλια με χυλοπίτες
Μμμ...
Την ώρα που ο χωρικός είναι έτοιμος με το μαχαίρι να κάνει το πουλερικό
Έδεσμα, ξεπετάγεται ο κόκορας από το κοτέτσι καμαρωτός και απειλητικός...
- Τον πουλάτε τον κόκορα κύριε? Ρωτάει ο άνδρας.
- Βεβαίως άπαντα ο χωρικός , 45.000 δρχ.
- Μα καλά λέει ο άνδρας , 5000 η κότα , 45000 ο κόκορας, είναι δυνατόν;
- Αυτός ο κόκορας κύριε, είναι το καμάρι μου, γιατί πηδάει 28 φορές την
Ημέρα!
Με μια κρυφή αγκωνιά η γυναίκα σκουντάει τον άνδρα της και του λέει με
Συγκαλυμμένο εμπαιγμό:
- Τ΄ ακούς βρε... 28 φορές την ημέρα..!
Ανακάμπτει ο άνδρας και απευθύνεται στο χωρικό:
- Συγνώμη κύριε... Την ίδια κότα πηδάει 28 φορές την ημέρα;

Βρίσκονται τρεις μεγαλόσωμοι σκύλοι στο κτηνιατρείο και συζητούν τα παθήματά τους. Ρωτάει ο ένας τον άλλον για ποιόν λόγο βρίσκονται εκεί.
Απαντάει ο πρώτος. Εγώ που λέτε ρε παιδιά ήμουν ήσυχος. Αλλά ξαφνικά εκεί που πήγαινα βόλτα με το αφεντικό μου κάποιος μου πάτησε την ουρά και από τα νεύρα μου άρχισα να δαγκώνω τον κόσμο. Γέμισε ο τόπος αίματα. Μετά από το επεισόδιο με φέρανε εδώ να μου κάνουνε ευθανασία.
Απαντάει ο δεύτερος σκύλος. Εγώ που λέτε ήμουνα καλός φύλακας. Αλλά μια ημέρα μπαίνει στο σπίτι μια γειτόνισσα του αφεντικού μου που εγώ δεν την ήξερα και την πέρασα για κλέφτη. Της ορμάω, της δαγκώνω το πόδι, ούρλιαζε αυτή, γέμισε ο τόπος αίματα. Μετά από αυτό με φέρανε εδώ να μου κάνουνε ευθανασία.
Απαντάει και ο τρίτος της παρέας. Εγώ που λέτε καθόμουνα στο σπίτι ήσυχος και η γυναίκα του αφεντικού μου ήταν στο μπάνιο. Μόλις βγήκε από το μπάνιο με το μπουρνούζι ήρθε να με χαϊδέψει. Εγώ βάζω το κεφάλι μου ανάμεσα στα πόδια της και αρχίζω να την γλείφω. Της φεύγει και το μπουρνούζι και χωρίς
Να το καταλάβω πέφτω από πάνω της και έγινε το έλα να δεις. Όπως ήταν αυτή στα τέσσερα και εγώ από πάνω, με τα νύχια μου της έγδαρα την πλάτη που γέμισε αίματα.
- Σώπα ρε δικέ μου του λένε οι άλλοι δύο σκύλοι. Και σε φέρανε για ευθανασία και σένα ε;
- Όχι ρε παιδιά. Για μανικιούρ-πεντικιούρ!
Ένας κύριος είχε στο σπίτι του έναν παπαγάλο. Μια μέρα παρήγγειλε πετρέλαιο για την πολυκατοικία. Του έτυχε όμως μια επείγουσα δουλειά και είπε στον παπαγάλο όταν κτυπήσουν το κουδούνι από την ΒP να τους ανοίξει και να τους πει να βάλουν 1 τόνο πετρέλαιο.
Πράγματι σε λίγο κτυπά το κουδούνι, ανοίγει ο παπαγάλος και λέει από το θυροτηλέφωνο στον υπάλληλο της ΒΡ:
"10 τόνους πετρέλαιο, 10 τόνους πετρέλαιο".
Όταν γύρισε ο κύριος μόνο που δεν έπαθε εγκεφαλικό βλέποντας το πετρέλαιο να έχει πλημμυρίσει την είσοδο της πολυκατοικίας, το κλιμακοστάσιο, το λεβητοστάσιο και να τρέχει στο δρόμο.
Βουτάει από το λαιμό το παπαγάλο και τον ρωτά έξαλλος:
"Πόσο πετρέλαιο τους είπες;"
"Παράγγειλα λίγο περισσότερο για να έχουμε, αφεντικό!", απαντά ο παπαγάλος.
Τον αρπάζει αυτός και για να μην τον πνίξει του ανοίγει τα φτερά και τον καρφώνει στον τοίχο.
"Εκεί θα μείνεις", του λέει, "Ακου 10 τόνους πετρέλαιο! 10 ώρες θα μείνεις κρεμασμένος μέχρι να καταλάβεις τι έκανες".
Ο παπαγάλος που από το φόβο του καθόταν κρεμασμένος χωρίς να μιλάει για ώρες, κάποια στιγμή κοιτάζει στον απέναντι τοίχο που ήταν κρεμασμένος ένας μεγάλος Σταυρός με τον Εσταυρωμένο και του λέει:
"Φαντάσου πόσους τόνους πετρέλαιο είχες παραγγείλει εσύ για να σ έχει τόσα χρόνια κρεμασμένο τ αφεντικό!".

Μεσημεράκι, και στο σουβλατζίδικο "Στου Χαρχάν" να σου και μπαίνει μια πάπια.
- Πιασε δυο σουβλάκια και μια μπύρα!
- Ρε, συ, μια πάπια!
- Μπράβο, φίλε, απο όραση καλά πάμε!
- Και μιλάει!
- Και απο ακοή το ίδιο! Πιασε δυο σουβλάκια και μια μπύρα να τελειώνουμε!
- Αμέσως... Αλλά, ξέρεις δεν μού συμβαίνει κάθε μέρα να έχω πελάτη πάπια. Πώς απο δω;
- Δουλεύω στην οικοδομή απέναντι.
Και παίρνει τα σουβλάκια και την μπύρα, πληρώνει και φεύγει.
Αυτό το βιολί συνεχίστηκε δυο βδομάδες. Και να, που μια μέρα έρχεται στην πόλη ένα τσίρκο. Και τυχαίνει ο αρχιτσιρκολάνος να κάνει μια στάση στο μαγαζί. Ο σουβλατζής δεν κρατιέται και το και το για την πάπια που μιλάει. Κι ο αρχιτσιρκολάνος:
- Να μού την στείλεις οπωσδήποτε, την χρειάζομαι!
Αμ έπος αμ έργων, με το που εμφανίζεται την άλλη μέρα η πάπια, λέει ο σουβλατζής.
- Σού βρήκα δουλειά που θα τα κονομήσεις καλά.
- Τι;
- Στο τσίρκο. ΣΕ ΧΡΕΙΑΖΟΝΤΑΙ!
- Στο τσίρκο;
- Ναι, ντε, στο τσίρκο!
- Στο τσίρκο; Εκεί που έχουν την μεγάλη την τέντα; Και τα μεταλλικά κλουβιά με τα ζώα ; Και τα βαγόνια με τις λαστιχένιες ρόδες;
- Ναι
Η πάπια φαίνεται να τα χει κάπως χαμένα.
- Καλά, και τι μπορεί αυτοί να χρειάζονται έναν σοβατζή;
Ένας εμπορικός αντιπρόσωπος οδηγούσε το αυτοκίνητό του κάποιο πρωί κοντά σε ένα μικρό χωριό έξω από τη Λάρισα.
Ο δρόμος όμως ήτανε κατσάβραχο του κερατά και για να αποφύγει μια μεγάλη κοτρώνα που θα του κούρευε το κάρτερ, τΟ ριξε σ ένα σχετικά βαθύ χαντάκι στην άκρη του δρόμου. Aρχισε να δοκιμάζει τις γνωστές μεθόδους με τα κλαδιά και τις πέτρες κάτω από τη ρόδα μπας και ξεκολλήσει, αλλά το αυτοκίνητο είχε μουλαρώσει για τα καλά. Για καλή του τύχη περνούσε από εκεί, ένας χωρικός με το μεγάλο και δυνατό άλογό του.
- Τι έπαθες ορέ πατριώτη; του λέει με το που τον βλέπει.
- Τι να πάθω άνθρωπέ μου, του απαντάει ο ταλαίπωρος οδηγός, έπεσα μέσα στο χαντάκι ο μαλάκας και τώρα δεν βγαίνω με τίποτα ! - Μην στεναχωριέσαι φίλε μου, τον καθησυχάζει ο καλόκαρδος χωρικός, ο Ντορής μου είναι θηρίο. Θα δέσουμε ένα σχοινί στον προφυλακτήρα και σε δυό λεπτά θα σε τραβήξει. Και χωρίς να χάσει χρόνο έδεσε με ένα γερό σχοινί το αυτοκίνητο με το άλογο και μετά άρχισε να φωνάζει δυνατά:
- Τράβα Ντόλλυ, τράβα ! Το άλογο δεν κουνήθηκε ρούπι. Ο χωρικός δεν απογοητεύτηκε αλλά ξαναφώναξε με πιο δυνατή φωνή:
- Τράβα Κανελή, τράβα δυνατά ! Και πάλι το άλογο δεν έδειχνε να καταλαβαίνει και δεν έκανε καμμιά κίνηση. Επίμονος ο ιδιοκτήτης του φώναξε και πάλι δυνατά:
- Ελα Ντορή, τράβα αγόρι μου δυνατά ! Στο άκουσμα του ονόματός του, ο Ντορής αρχίζει να τραβάει με πολλή δύναμη και σε μισό λεπτό ξεκολλάει το αυτοκίνητο και το βγάζει έξω από το χαντάκι. Ο αντιπρόσωπος από τη μιά έχει ενθουσιαστεί με τη λύση του προβλήματός του, από την άλλη όμως τον τρώει η περιέργεια και φανερά παραξενεμένος ρωτάει τον χωρικό γιατί φώναξε δύο φορές το άλογο με άλλο όνομα.
- Ο Ντορής είναι τυφλός, του εξηγεί εκείνος και άμα έπαιρνε χαμπάρι ότι μόνο αυτός τραβούσε, να είσαι σίγουρος πως ούτε που θα δοκίμαζε !