Ο Μπόμπος με τον πατέρα του, είχαν πάει βόλτα στην πόλη. Ο Μπόμπος, ήταν μικρός και ρωτούσε συνέχεια τον μπαμπά του για τα διάφορα που έβλεπε.
- "Μπαμπά, τι είναι αυτό;"
- "Νοσοκομείο είναι παιδί μου", του απαντούσε ο μπαμπάς του.
- "Μπαμπά, τι είναι εκείνο;"
- "Σχολείο είναι παιδί μου."
Κάποια στιγμή, πέρασαν και από ένα οίκο ανοχής.
- "Μπαμπά τι είναι αυτό;", ρωτάει ο μικρός.
- "Αυτό, είναι το σπίτι που ευφραίνονται".
Την άλλη μέρα ο Μπόμπος το σκάει από το σπίτι του και πάει στον οίκο ανοχής. Μπαίνει μέσα και λέει:
- Ήρθα να ευφρανθώ!
- Όχι, είσαι μικρός του απαντάει η υπάλληλος.
- Όχι δεν φεύγω , λέει ο Μπόμπος.
- Καλά, του λέει αυτή, θέλεις μια φέτα με μέλι;
- Θέλω, λέει αυτός και την τρώει.
- Αλλη θες;
- Θέλω!
- Τρίτη θέλεις;
- Θέλω, λέει ο Μπόμπος όμως δεν μπόρεσε να την φάει και γλύφει μόνο το μέλι. Στο μεταξύ ο πατέρας του είχε τρελαθεί να τον ψάχνει. Στο τέλος τον βρίσκει έξω από τον οίκο ανοχής.
- Μπόμπο! Τι έκανες εκεί μέσα;
Και ο Μπόμπος:
- Πατέρα, τις δύο τις κατάφερα! Την τρίτη... της πάτησα ένα γλείψιμο!

Η μικρή Αννούλα ενώ έκανε μάθημα στην τάξη ζητάει να πάει στην τουαλέτα. Εκεί παρατηρεί για πρώτη φορά αίματα στο μ... Ί της. Βάζει αμέσως τα κλάματα και τρέχει πίσω στην τάξη.
Την βλέπει η δασκάλα να κλαίει με λυγμούς τη ρωτάει τι είναι αυτό που έχει και η Αννούλα της εξηγεί την κατάσταση. Τότε η δασκάλα της λέει να μην στεναχωριέται και ότι αυτό που της συνέβη είναι φυσιολογικό και να πάει στη μαμά της να της εξηγήσει.
- Πάει λοιπόν η Αννούλα στο σπίτι κλαίγοντας και μόλις μπαίνει μέσα βλέπει τον αδερφό της τον Τοτό.
- Γιατί κλαις Αννούλα;
- Τοτέ που είναι η μαμά; πρέπει να της μιλήσω.
- Η μαμά έχει πάει για ψώνια πες μου εμένα τι θέλεις.
- Όχι πρέπει να μιλήσω στη μαμά. Είναι κάτι γυναικείο, εσύ δεν ξέρεις από αυτά.
- Εγώ δεν ξέρω; Μα τι λες εγώ ξέρω τα πάντα για της γυναίκες. Πες μου και θα δεις.
- Μα όχι Τοτέ σου λέω δεν ξέρεις εσύ από αυτά.
- Ρε σου λέω πες μου εγώ τις γυναίκες τις παίζω στα δάχτυλα.
- Καλά θα σου πω. Να κοίτα έχω γεμίσει αίματα εδώ πέρα (και του δείχνει το μ... Ί της).
Το βλέπει ο Τοτός και φεύγει αμέσως για το δωμάτιο των γονιών του όπου κοιμόταν ο πατέρας τους. Τον ξυπνάει και του λέει:
Μπαμπά, μπαμπά ξύπνα γρήγορα, της Αννούλας της κόψανε τ αρχίδια.